Ψεύτικα Διλήμματα και Πραγματικές Αποφάσεις

Τις τελευταίες ημέρες τονίζεται από πολλές πλευρές η ανάγκη συναίνεσης για την εφαρμογή όχι μόνο μεταρρυθμίσεων, κάποιες εκ των οποίων από καιρό αναγκαίες και έχουν αργήσει, αλλά και φορολογικών μέτρων αμφίβολης αποτελεσματικότητας. Επιπλέον, τα όποια διλήμματα –δημοψηφισματικού, εκλογικού ή άλλου χαρακτήρα – προβάλλονται, δεν αρκούν για να συγκαλύψουν την μία και μόνη πραγματικότητα: την μετακύλιση του κόστους των κυβερνητικών χειρισμών από το εσωκομματικό πεδίο στην ίδια την κοινωνία και τις παραγωγικές της δυνάμεις
energia.gr
Πεμ, 26 Μαΐου 2011 - 08:29

Τις τελευταίες ημέρες τονίζεται από πολλές πλευρές η ανάγκη συναίνεσης για την εφαρμογή όχι μόνο μεταρρυθμίσεων, κάποιες εκ των οποίων από καιρό αναγκαίες και έχουν αργήσει, αλλά και φορολογικών μέτρων αμφίβολης αποτελεσματικότητας. Επιπλέον, τα όποια διλήμματα –δημοψηφισματικού, εκλογικού ή άλλου χαρακτήρα – προβάλλονται, δεν αρκούν για να συγκαλύψουν την μία και μόνη πραγματικότητα: την μετακύλιση του κόστους των κυβερνητικών χειρισμών από το εσωκομματικό πεδίο στην ίδια την κοινωνία και τις παραγωγικές της δυνάμεις.

Όπως μάθαμε πρόσφατα, μάλιστα, το ίδιο το ΔΝΤ εκφράζει την απορία του γιατί ξεκίνησε η εφαρμογή του Μνημονίου όχι από τις διαρθρωτικές αλλαγές, αλλά από τις οριζόντιες επιβολές μέτρων. Έτσι, αντί να προτιμηθεί να δοθεί προτεραιότητα σε ζητήματα ουσιαστικής απελευθέρωσης επαγγελμάτων, αξιοποίησης ακίνητης περιουσίας, ιδιωτικοποιήσεων, ανοίγματος αγορών και περιορισμών των δαπανών του δημοσίου τομέα, ,καταπολέμησης της γραφειοκρατίας και διαφθοράς στο Δημόσιο, επελέγη ο εύκολος δρόμος της μισθολογικής περικοπής στα χαμηλά στρώματα και της υπερφορολόγησης. Όπως τόνισε πρόσφατα, άλλωστε, και ο εκ των αρχιτεκτόνων της εισόδου της Ελλάδος στην ευρωζώνη, τ. Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών κ. Γιάννος Παπαντωνίου, πέραν των όποιων λαθών υπήρξαν στην ίδια τη σύνταξη του Μνημονίου, που “ έδωσε φανερά πάρα πολύ μεγάλη έμφαση σε βραχυχρόνια μέτρα που είναι η μείωση μισθών και συντάξεων και η αύξηση φόρων και δεν έδωσε επαρκή βαρύτητα στο θέμα των διαρθρωτικών αλλαγών ”,η σημερινή αποτελμάτωση παρατηρείται “διότι η εφαρμογή, όπως όλοι γνωρίζουμε, μετά από μία εντυπωσιακή αρχή με το ασφαλιστικό και κάποια άλλα μέτρα πέρσι το καλοκαίρι, χαλάρωσε το πρόγραμμα υπερβολικά. Με αποτέλεσμα τώρα να ξεκινάει ένα πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων που θα μπορούσε - και θα έπρεπε - για παράδειγμα να ξεκινήσει πριν από 12 μήνες” (συνέντευξη στο ραδιόφωνο «Βήμα fm», στην εκπομπή του Παύλου Τσίμα, 20/05/2011).

Τα φαινόμενα ύφεσης, η αυξανόμενη υστέρηση στα δημόσια έσοδα και η όλο και μεγαλύτερη καθυστέρηση στην εφαρμογή ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων συγκαλύπτονταν με ένα επικοινωνιακό τέχνασμα: την υπογράμμιση της μείωσης του “ταμειακού ελλείμματος” του κράτους. Όσο εντυπωσιακό κι αν φάνταζε αυτό στον μέσο πολίτη, ο οποίος έχει πολύ καιρό να ακούσει για βελτιώσεις δημοσιονομικών μεγεθών, στην πραγματικότητα πίσω από αυτό απεκρύβετο απλά η “εσωτερική χρεοκοπία” της ελληνικής οικονομίας, καθώς το κράτος επετύγχανε ρευστότητα χωρίς να είναι συνεπές στις δικές του οικονομικές υποχρεώσεις (π.χ. προς προμηθευτές). Κήρυττε, δηλαδή, το δημόσιο μία εσωτερική στάση πληρωμών, η οποία εμφανιζόταν ως … επιτυχία! Με την καθυστέρηση στην σύνταξη νέου αναπτυξιακού νόμου επί ένα και πλέον έτος και την πλήρη απονέκρωση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, το κράτος καταδίκασε στην ύφεση την ιδιωτική οικονομία. Κι αυτό, για να αποφύγει την λήψη αποφάσεων που θα ήταν επώδυνα για συντεχνιακά συμφέροντα, αλλά και για άλλα, που χρόνια τώρα είναι συνδεδεμένα στενά με τις στρεβλώσεις του.

Η όποια εκλογική ή άλλη αναμέτρηση σήμερα δεν έχει κανένα νόημα, πέραν της μετακύλισης της ευθύνης της λήψης αποφάσεων στο ίδιο το εκλογικό σώμα. Όπως, όμως, σωστά παρατήρησε πρόσφατα ο Υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, κ. Ανδρέας Λοβέρδος, “δεν υπάρχει χρόνος για εκλογές, καθώς τα χρήματα φτάνουν μέχρι τις 14 Ιουλίου”. Η κυβέρνηση καλείται, λοιπόν, να λάβει αποφάσεις επώδυνες, χωρίς να προσπαθεί να προφυλάξει από αυτές τα όποια ερείσματά της την παρεμποδίζουν. Σε αντίθετη περίπτωση, είναι άμεσος ο φόβος εκκόλαψης ενός ιδιότυπου “κοινωνικού εμφυλίου”.