Προ μηνός μόλις ο υφυπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής Γιάννης Μανιάτης ανακοίνωσε υπερηφάνως από το βήμα του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης ότι η κυβέρνηση προχωρεί επειγόντως στην ιδιωτικοποίηση της Δημόσιας Επιχείρησης Αερίου (ΔΕΠΑ). Ομοίως ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Σπύρος Παλαιογιάννης, από το βήμα του πρόσφατου συνεδρίου του Economist, βεβαίωσε κάθε ενδιαφερόμενο ότι «η αποκρατικοποίηση της επιχείρησης θα προχωρήσει κανονικά».

Προ μηνός μόλις ο υφυπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής Γιάννης Μανιάτης ανακοίνωσε υπερηφάνως από το βήμα του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης ότι η κυβέρνηση προχωρεί επειγόντως στην ιδιωτικοποίηση της Δημόσιας Επιχείρησης Αερίου (ΔΕΠΑ). Ομοίως ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Σπύρος Παλαιογιάννης, από το βήμα του πρόσφατου συνεδρίου του Economist, βεβαίωσε κάθε ενδιαφερόμενο ότι «η αποκρατικοποίηση της επιχείρησης θα προχωρήσει κανονικά». Σε μια χώρα της οποίας η οικονομία βυθίζεται εξαιτίας του υπέρογκου κράτους, παρόμοιες διαβεβαιώσεις ακούγονται ελπιδοφόρες. Επειδή όμως στον κόσμο του νέου Ελληνισμού οι έννοιες «επείγον» και «κανονικό» αποκτούν εντελώς ιδιαίτερη σημασία, νομίζω ότι είναι χρήσιμο να σας αφηγηθώ τη δεκαετή Οδύσσεια του θέματος της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΠΑ.

Κατ’ αρχάς, η εμπορική εκμετάλλευση του φυσικού αερίου περιλαμβάνει τρεις τομείς δραστηριοτήτων: πρώτα τη μεταφορά, δηλαδή τον ίδιο τον αγωγό από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα ώς την Αθήνα, έπειτα το δίκτυο διανομής του αερίου σε Θεσσαλονίκη, Θεσσαλία και Αθήνα και, τέλος, το trading, δηλαδή τη δυνατότητα αγοραπωλησίας ποσοτήτων αερίου στη διεθνή αγορά. Η πρώτη σοβαρή απόπειρα ιδιωτικοποίησης της ΔΕΠΑ ξεκίνησε τον Μάιο του 2000 επί υπουργίας Νίκου Χριστοδουλάκη στο Ανάπτυξης. Στον ένα χρόνο που έμεινε στο υπουργείο ο Ν. Χριστοδουλάκης διευθετήθηκε ευνοϊκά για τη χώρα, έπειτα από απευθείας διακρατική διαπραγμάτευση, το πρόβλημα της πολύχρονης διαφωνίας με τη Ρωσία ως προς την τιμή του φυσικού αερίου. Επειτα προβιβάσθηκε σε υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών, το Ανάπτυξης πέρασε στον Ακη Τσοχατζόπουλο και το θέμα σκάλωσε.

Το 2003, από το νέο πόστο του ως πανεπόπτης της οικονομίας, ο Ν. Χριστοδουλάκης έθεσε και πάλι το θέμα σε κίνηση, τακτοποιώντας (με προσωρινό έστω τρόπο, ο οποίος όμως έδινε τη λύση για την περίσταση) το πρόβλημα της κατοχής ποσοστού 35% της ΔΕΠΑ από τα Ελληνικά Πετρέλαια (ΕΛΠΕ), εταιρεία η οποία εξ αντικειμένου ήταν ανταγωνιστική της ΔΕΠΑ και, επομένως, δεν τη συνέφερε η εξάπλωση του δικτύου φυσικού αερίου. Ξεκίνησε τότε η κυρίως διαδικασία αποκρατικοποίησης και τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου, κατόπιν διαπραγματεύσεων του Ν. Χριστοδουλάκη με τον Ροντρίγκο ντε Ράτο (τότε υπουργό Οικονομικών και αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Αθνάρ στην Ισπανία και μετέπειτα διοικητή του ΔΝΤ), κατέληξε στη συμφωνία πώλησης στην ισπανική Gas Natural έναντι τιμήματος 300 εκατομμυρίων ευρώ ποσοστού περίπου 30% της ΔΕΠΑ. Τρεις μήνες αργότερα όμως, τον Μάρτιο του 2004, έγιναν εκλογές και η συμφωνία δεν υπεγράφη. Αν είχε ολοκληρωθεί η πώληση, θα ήταν η πρώτη φορά που η Ελλάδα θα είχε πωλήσει σε ξένους το μάνατζμεντ δημόσιας εταιρείας στρατηγικής σημασίας.

Ωστόσο, η νέα κυβέρνηση μετά τις εκλογές του 2004, μολονότι κατ’ όνομα κεντροδεξιά, είχε άλλη αντίληψη για το θέμα. Ηδη από την προηγούμενη περίοδο ο αρμόδιος τομεάρχης για τα ενεργειακά και μετέπειτα υφυπουργός Ανάπτυξης Γ. Σαλαγκούδης είχε υιοθετήσει την σοσιαλιστικής εμπνεύσεως ιδέα ότι τα δίκτυα φυσικών μονοπωλίων δεν πωλούνται, ιδέα η οποία έκτοτε συμπεριελήφθη -και ώς σήμερα συμπεριλαμβάνεται- στο πρόγραμμα της Ν.Δ. Και τούτο παρότι η διεθνής εμπειρία ιδιωτικοποίησης κρατικών μονοπωλίων έχει καταλήξει σε ασφαλείς μεθόδους προστασίας των καταναλωτών, που εφαρμόζονται σήμερα παντού. Ειδικά δε για το φυσικό αέριο, η προστασία αυτή εξασφαλίζεται μέσω κρατικής ρυθμιστικής αρχής, η οποία ορίζει το ανώτατο ποσοστό κέρδους στο σύστημα μεταφοράς του αερίου. Ετσι, η κυβέρνηση της Ν.Δ. αγνόησε την έτοιμη συμφωνία με την ισπανική Gas Natural, κρίνοντας προφανώς ότι η διατήρηση του κρατικού ελέγχου και, επομένως, η ανάληψη εκ μέρους του κράτους του τεράστιου κόστους για την επέκταση του αγωγού ήταν προς το συμφέρον του Δημοσίου. Τον Μάρτιο του 2007 ίδρυσε μάλιστα τη ΔΕΣΦΑ (Διαχειριστής Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου), αποσπώντας με τον τρόπο αυτόν το σύστημα μεταφοράς από τη ΔΕΠΑ. Εναν χρόνο αργότερα θυμήθηκε αιφνιδιαστικά την ανάγκη εξεύρεσης στρατηγικού επενδυτή στη ΔΕΠΑ. Ηταν αργά όμως, γιατί χωρίς την εκμετάλλευση του δικτύου μεταφοράς η ιδιωτικοποίηση έχει πλέον μικρό μόνον επιχειρηματικό ενδιαφέρον.

Η είσοδος του στρατηγικού επενδυτή στη ΔΕΠΑ θα μπορούσε να είχε γίνει στις αρχές του 2004 και τώρα να ήταν περιττή κάθε συζήτηση. Να ελπίζουμε, άραγε, ότι θα προχωρήσει τώρα, με την αποφασιστικότητα που διακηρύσσει η κυβέρνηση; (Γιατί θυμίζω ότι, την περασμένη Παρασκευή στη Βουλή, ο υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου, αναφερόμενος στις αποκρατικοποιήσεις, δήλωσε ότι «δεν υπάρχει πια χρόνος, πρέπει να γίνουν όλα τώρα, πρέπει να προχωρήσουμε γρήγορα».) Πολύ φοβάμαι ότι όσο καλές και αν είναι οι προθέσεις του Γ. Παπακωνσταντίνου (όπως ήταν και του Ν. Χριστοδουλάκη, ο οποίος σχεδόν το κατόρθωσε), ακόμη και υπό το φάσμα της στάσης πληρωμών, το ΠΑΣΟΚ δεν θα καταφέρει να τα βγάλει πέρα με τον εαυτό του. Παραπέμπω όσους θεωρούν υπερβολικό τον ισχυρισμό στην επερώτηση που κατέθεσαν τον Ιούνιο του 2009, τέσσερις μήνες προ των εκλογών, βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ.

Στο σχετικό κείμενο (μνημείο παραλογισμού στην υπηρεσία του στενού κομματικού συμφέροντος), οι βουλευτές καταγγέλλουν τους υπουργούς της τότε κυβέρνησης ότι «εμμένουν για καθαρά εισπρακτικούς λόγους στην απόφασή τους να αναζητήσουν στρατηγικό επενδυτή στη ΔΕΠΑ, εταιρεία που ιδιαίτερα μέσα στην παρούσα δύσκολη οικονομική συγκυρία είναι ένας από τους λίγους φορείς που μπορούν να παίξουν καθοριστικό ρόλο για την οικονομική, κοινωνική και περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας μας»! Ολα αυτά, σημειωτέον, λίγους μήνες προτού η δημοσιονομική κρίση και τα παρεπόμενά της σαρώσουν τα πάντα. Ερωτούν, δε, «αν αντιλαμβάνονται (σ.σ.: στην κυβέρνηση) τις συνέπειες που θα υπάρξουν από την de facto κατάσταση που θα δημιουργήσει η είσοδος στρατηγικού επενδυτή στη ΔΕΠΑ (ειδικά αν παραχωρηθεί και το management), αφού στην πράξη θα έχουμε ένα ιδιωτικό μονοπώλιο στην εγχώρια αγορά αερίου»! Το γεγονός ότι το ίδιο είχε επιχειρήσει ο Ν. Χριστοδουλάκης το 2009 προφανώς δεν είχε γι’ αυτούς την παραμικρή σημασία.

Εχει ενδιαφέρον μάλιστα ότι οι τότε ερωτώντες έγιναν αργότερα υπουργοί στην κυβέρνηση που εξελέγη με σύνθημα «λεφτά υπάρχουν». Ηταν ο Απόστολος Κατσιφάρας (νυν περιφερειάρχης Δ. Ελλάδος), ο σημερινός υφυπουργός Οικονομικών Φίλιππος Σαχινίδης και, βεβαίως, ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, που φαίνεται ότι από τότε ανησυχούσε πολύ για το αριστερό προφίλ του. Συνεπώς, χαιρέτα μου τον πλάτανο και Νικολό καρτέρα. Η συζήτηση περί αποκρατικοποιήσεων στην Ελλάδα υποψιάζομαι ότι χρησιμεύει κυρίως για να περνάει ευχάριστα η ώρα ώσπου να έλθει η χρεοκοπία. Θέλω να πιστεύω όμως ότι, τουλάχιστον, θα μας μείνει το ρεκόρ της δεκαετούς δολιχοδρομίας, για μια αποκρατικοποίηση που θα μπορούσε να είχε γίνει μια χαρά από το 2004. Αν μάλιστα το ρεκόρ είναι παγκόσμιο, τότε αυτό είναι θαυμάσιο! Διότι, αφότου κατέρρευσε το οικοδόμημα του βασισμένου στην ντόπα ελληνικού πρωταθλητισμού, ο λαός μας έχει μεγάλη ανάγκη από διεθνείς διακρίσεις!