Την περασμένη Πέμπτη (23/11) ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, γνωστός ως IEA, που εδρεύει στο Παρίσι εξέπληξε τις διεθνείς αγορές με μία πρωτοφανή του ενέργεια, που δεν ήτο άλλη από την απόφαση για αποδέσμευση 60 εκατ. βαρελιών αργού την ημέρα από τα στρατηγικά του αποθέματα, τα οποία και φυλάσσονται από τις διάφορες χώρες μέλη του ανά την υφήλιο. Η απόφαση αυτή, σύμφωνα με τους περισσότερους παρατηρητές της διεθνούς αγοράς πετρελαίου, κρίνεται ως πρωτοφανής λόγω της μη ύπαρξης συνθηκών έκτακτης ανάγκης

Την περασμένη Πέμπτη (23/11) ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, γνωστός ως IEA, που εδρεύει στο Παρίσι εξέπληξε τις διεθνείς αγορές με μία πρωτοφανή του ενέργεια, που δεν ήτο άλλη από την απόφαση για αποδέσμευση 60 εκατ. βαρελιών αργού από τα στρατηγικά του αποθέματα, τα οποία και φυλάσσονται από τις διάφορες χώρες μέλη του ανά την υφήλιο. Η απόφαση αυτή, σύμφωνα με τους περισσότερους παρατηρητές της διεθνούς αγοράς πετρελαίου, κρίνεται ως πρωτοφανής λόγω της μη ύπαρξης συνθηκών έκτακτης ανάγκης και είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο στην ιστορία του Οργανισμού, ο οποίος ιδρύθηκε το 1974 από τις βασικές πετρελαιοεισαγωγικές χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, στον απόηχο της πρώτης πετρελαϊκής κρίσης το 1973, με στόχο να συντονίσει τις ενεργειακές πολιτικές των χωρών μελών του και γενικότερα να εγγυηθεί την προμήθεια πετρελαίου σε περιόδους αναταραχής.

 Προκειμένου να εξασφαλίσει τις κατάλληλες ποσότητες αργού και προϊόντων ο IEA, με την συνεργασία των χωρών μελών του, έχει θεσπίσει την δημιουργία υποχρεωτικών αποθεμάτων σε κάθε χώρα, ποσοτήτων που ισοδυναμούν σε 90 ημέρες κατανάλωσης του προηγούμενου έτους. Έτσι η Ελλάδα, η οποία το 2010 κατανάλωσε περίπου 16,5 εκατ. τόνους πετρελαίου είναι υποχρεωμένη ανά πάσα στιγμή να διαθέτει αποθέματα ύψους 4,07 εκατ. τόνων περίπου τα οποία, για λογαριασμό του κράτους φιλοξενούνται στους αποθηκευτικούς χώρους των εταιρειών, αφού το ίδιο το κράτος στερείται των απαραίτητων αποθηκευτικών χώρων (σε αντίθεση με άλλες χώρες όπως λ.χ. οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία οι οποίες διαθέτουν κρατικά ελεγχόμενες αποθήκες πετρελαίου). Στην δε περίπτωση της Ελλάδας όπως συμβαίνει και σε άλλες χώρες, είναι οι εταιρείες που επωμίζονται το κόστος διατήρησης των αποθεμάτων ενώ έχουν την υποχρέωση – βάσει των όρων λειτουργίας των – να μπορούν να αποδεσμεύσουν ανά πάσα στιγμή τις ποσότητες που θα ζητηθούν από τον IEA ή την Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω της κυβέρνησης.

Έτσι την περασμένη εβδομάδα - και για τρίτη φορά στην ιστορία του – η πρώτη ήτο το 1991 με τον πρώτο πόλεμο του Κόλπου και η δεύτερη το καλοκαίρι του 2005 με τον τυφώνα Κατρίνα στις ΗΠΑ – ο IEA αποφάσισε να κάνει χρήση των στρατηγικών του αποθεμάτων με φαινομενικό στόχο ν’ αναπληρώσει το παρατηρούμενο έλλειμμα στην παγκόσμιο αγορά, αλλά στην ουσία για να ελέγξει την άνοδο της τιμής του αργού και προϊόντων στις διεθνείς αγορές. Η απόφαση του IEA η οποία ανακοινώθηκε στις 15:00 την περασμένη Πέμπτη (23/6) ήτο το αποτέλεσμα μυστικών συνεννοήσεων και επαφών μεταξύ κυβερνήσεων κατά τους προηγούμενους τρεις μήνες και αφορούσε στην αποδέσμευση 60 εκατ. συνολικά ή 2,0 εκατ. βαρέλια την ημέρα για τις επόμενες 30 ημέρες. Σύμφωνα με εκπροσώπους του Οργανισμού η επίσημη δικαιολογία για την ενεργοποίηση των στρατηγικών αποθεμάτων ήτο η ανάγκη αναπλήρωσης της ποσότητας των 1,6 εκατ. βαρελιών την ημέρα καλής ποιότητας αργού που στερείται σήμερα η παγκόσμια αγορά από την χαμένη παραγωγή της Λιβύης, η οποία είναι άγνωστο πότε θα επανακάμψει αφού η χώρα βυθίζεται όλο και περισσότερο στο χάος ενός ατέρμονος πολέμου, ο οποίος πέρα από τις σημαντικές απώλειες σε ανθρώπινες ζωές έχει επιφέρει σοβαρά πλήγματα στην πετρελαιοπαραγωγική υποδομή της χώρας.

Όμως την χαμένη παραγωγή της Λιβύης, ιδίως μετά την έναρξη των Νατοϊκών βομβαρδισμών, στις 19/3, ήρθε τους τελευταίους μήνες ν’ αναπληρώσει επιπλέον παραγωγή από την Σαουδική Αραβία, το Κουβέιτ αλλά και από τις ίδιες τις ΗΠΑ, έτσι που σήμερα η παγκόσμια προμήθεια αργού βάσει των τελευταίων στοιχείων του IEA να κυμαίνεται στα 87,7 εκατ. βαρέλια την ημέρα, στα ίδια δηλαδή επίπεδα παραγωγής, ή και λίγο υψηλότερα από αυτά του τελευταίου τριμήνου του 2010 που ήσαν στα 87,5 εκατ. βαρέλια, δηλαδή προ της Λιβυκής κρίσης. Σε κάθε περίπτωση η παγκόσμια αγορά πετρελαίου δεν αντιμετώπισε κάποιο σοβαρό πρόβλημα τροφοδοσίας τους τελευταίους μήνες ακόμα και μετά την ατελέσφορη σύνοδο των μελών του OPEC στην Βιέννη στις 8 Ιουνίου όπου οι προτάσεις της Σαουδικής Αραβίας και του Κουβέιτ για αύξηση της συνολικής παραγωγής του καρτέλ δεν έγιναν αποδεκτές από τ’ άλλα μέλη και παρά το γεγονός ότι η παραγωγή είχε σιωπηλά αυξηθεί στην πράξη τους τελευταίους μήνες κατά 1,0 με 1,5 εκατ. βαρέλια την ημέρα.

Έτσι ο πραγματικός λόγος που ώθησε το IEA στην πρωτοφανή του απόφαση για αποδέσμευση ποσοτήτων από τα στρατηγικά του αποθέματα δεν μπορεί να είναι άλλος παρά η επιθυμία του, υπό την πίεση των μελών του και κυρίως των ΗΠΑ, η κυβέρνηση της οποίας επίεζε αφόρητα τον Οργανισμό μέσω των ενορχηστρωμένων κινήσεών του Λευκού Οίκου, για παρέμβαση στις αγορές και την μείωση των διεθνών τιμών. Πράγματι αμέσως μετά την ανακοίνωση του IEA οι τιμές οι οποίες μέχρι τότε εκινούντο στα $112-113 το βαρέλι, (με την αγορά να έχει υποστεί μία σημαντική διόρθωση την πρώτη εβδομάδα του Μαΐου όταν οι τιμές έκαναν βουτιά κατά $15 και έπεσαν κάτω από τα $110 το βαρέλι) υποχώρησαν κατά 8,5%, με την ποικιλία Brent, που είναι αντιπροσωπευτική της τιμής του αργού σε Ευρώπη και Ασία, να κινείται στα $103 με $104 το βαρέλι στο ICE του Λονδίνου και στο χρηματιστήριο εμπορευμάτων της Σιγκαπούρης. «Αν και είναι λίαν επιθυμητό και πολιτικά αποδεκτό για την κυβέρνηση Ομπάμα να επιδιώκει χαμηλότερες τιμές πετρελαίου, εν τούτοις η χρησιμοποίηση των στρατηγικών αποθεμάτων του IEA δεν αποτελεί την λύση αφού τ’ αποθέματα αυτά έχουν τεράστια αξία και η σημασία τους έγκειται πρωτίστως στον ασφαλιστικό τους ρόλο, ο οποίος στην πράξη καταλύεται όταν αυτά χρησιμοποιούνται για παρεμβάσεις στην αγορά.» παρατηρεί γνωστός παράγοντας της διεθνούς αγοράς με έδρα το Λονδίνο.

Εάν πράγματι οι ΗΠΑ και άλλες κυβερνήσεις επιθυμούν μακροπρόθεσμα χαμηλότερες τιμές η λύση προφανώς έγκειται στην αύξηση των επενδύσεων για υψηλότερη παραγωγή αργού, παρατηρούν στελέχη διεθνών εταιρειών. Γενική πάντως είναι η εκτίμηση μεταξύ των εταιρειών αλλά και εκπροσώπων πετρελαιοπαραγωγικών χωρών ότι ο IEA δεν είχε ουδένα ουσιαστικό λόγο να παρέμβει την δεδομένη στιγμή στην διεθνή αγορά αφού τα οφέλη από την μείωση τις τιμής μόνο ευκαιριακά μπορεί να είναι και είναι ζήτημα μερικών εβδομάδων πριν οι τιμές αρχίσουν πάλι ν’ ανεβαίνουν καθώς κυβερνήσεις και εταιρείες θα σπεύσουν να ξανακτίσουν τα αποθέματα τους αγοράζοντας περισσότερο πετρέλαιο. «Δυστυχώς η ηγεσία του IEA απεδείχθη κατώτερη των περιστάσεων ενδίδοντας στις πιέσεις των πολιτικών των διαφόρων κυβερνήσεων, η κοντόφθαλμη λογική των οποίων ως γνωστό αποβλέπει σε στιγμιαία οφέλη, κυρίως μη αποδεχόμενη την κρίση και την συμπεριφορά των αγορών» σημειώνει ο ανωτέρω παράγοντας για να κλείσει παρατηρώντας ότι «ο IEA παίζει με την φωτιά προσπαθώντας να παραστήσει το αντίπαλο δέος του OPEC».