Είναι αναγκαίο η Ελλάδα να δημιουργήσει και να εφαρμόσει μια εθνική στρατηγική για τη διαχείριση και διαπραγμάτευση του χρέους της. Παρά το ότι αυτό είναι πρωταρχικής σημασίας και παρά το ότι η Ελλάδα βρίσκεται στα όρια της χρεοκοπίας, δεν έχει μια εθνική στρατηγική στο πρόβλημα του χρέους.

Είναι αναγκαίο η Ελλάδα να δημιουργήσει και να εφαρμόσει μια εθνική στρατηγική για τη διαχείριση και διαπραγμάτευση του χρέους της. Παρά το ότι αυτό είναι πρωταρχικής σημασίας και παρά το ότι η Ελλάδα βρίσκεται στα όρια της χρεοκοπίας, δεν έχει μια εθνική στρατηγική στο πρόβλημα του χρέους. Όλες οι «λύσεις» για το πρόβλημα του ελληνικού δημόσιου χρέους έρχονται από το Βερολίνο, τη Φρανκφούρτη, το Παρίσι και τις Βρυξέλλες και ούτε μία δεν δημιουργήθηκε στην Αθήνα. 

Όλες αυτές οι λύσεις δίνουν προτεραιότητα στα συμφέροντα των ευρωπαϊκών τραπεζών και των ισχυρών ευρωπαϊκών κρατών και όχι στο ελληνικό εθνικό συμφέρον. Η Ελλάδα πρέπει να δημιουργήσει και να διατυπώσει τη δική της πρόταση και να διαπραγματευτεί με τους δανειστές της. Αντί να επαναδιαπραγματευθεί το Μνημόνιο, η Ελλάδα πρέπει να εστιάσει την προσοχή της στη διαπραγμάτευση του χρέους της. Τα χαρακτηριστικά της λύσης του προβλήματος του δημοσίου χρέους θα είναι καθοριστικά για την ελληνική οικονομία για δεκαετίες. Η έλλειψη κοινής θέσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των ισχυρών ευρωπαϊκών κρατών στο θέμα του ελληνικού χρέους δίνει μια χρυσή ευκαιρία στην Ελλάδα να προτείνει τη δική της λύση και αυτή η λύση να γίνει δεκτή. Ακόμα και στη σημερινή δεινή θέση, η Ελλάδα έχει αυτή τη δυνατότητα και σημαντική πιθανότητα επιτυχίας. Μια εθνική στρατηγική για το δημόσιο χρέος πρέπει να κατορθώνει τα ακόλουθα:

1. Να μετατρέπει το παρόν χρέος σε μακροχρόνιο χρέος έτσι ώστε να αποφευχθεί η χρεοκοπία στα επόμενα δύο χρόνια. Οσο επιτυχημένες κι αν είναι οι μεταρρυθμίσεις, η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει αν δεν μετατρέψει το βραχυχρόνιο χρέος της σε μακροχρόνιο.

2. Να μειώνει το συνολικό χρέος. Για να πληρώσει όλο το χρέος της, η Ελλάδα χρειάζεται εξαιρετικά ταχύρρυθμη ανάπτυξη κάθε έτος για δεκαπέντε έτη, κάτι που είναι πάρα πολύ απίθανο να συμβεί. Αλλιώς η Ελλάδα χρειάζεται σημαντική μείωση του χρέους της και πρέπει να εστιάσει την προσοχή στον τρόπο που αυτό θα γίνει καλύτερα με γνώμονα το εθνικό συμφέρον.

3. Να εξασφαλίζει τη ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών και την πίστη σε αυτές. Οι ελληνικές τράπεζες έχουν χάσει πολλές καταθέσεις σε αυτή την κρίση. Κάθε μέρα που το πρόβλημα του ελληνικού χρέους παραμένει άλυτο, υπάρχει η πιθανότητα η φυγή των καταθέσεων να κάνει την κρίση των ελληνικών τραπεζών οξεία με καταστροφικές συνέπειες γι’ αυτές και την ελληνική οικονομία. Αυτό μπορεί να συμβεί από τις ηλίθιες εκστομίσεις Ελλήνων πολιτικών ότι δήθεν η Ελλάδα φεύγει από το ευρώ, από μια ιστορία στο «Σπίγκελ» ή από οποιαδήποτε φήμη στα ελληνικά ή διεθνή μέσα ενημέρωσης ή στο Διαδίκτυο. Αυτός και μόνον ο κίνδυνος επιβάλλει την άμεση λύση του προβλήματος του χρέους.

4. Να βελτιώνει την ποιότητα του ελληνικού χρέους ώστε να κατεβάσει τα επιτόκια δανεισμού. Οι τιμές στην αγορά του ελληνικού χρέους, από 11% μέχρι 26%, είναι απαγορευτικές. Η Ελλάδα δεν έχει τα χρήματα για δανειστεί με επιτόκια πάνω από 4%-5%. Θα μπορέσει να πάρει αυτά τα επιτόκια από την αγορά μόνον αν βελτιώσει την ποιότητα των ομολόγων της. Αυτό μπορεί να γίνει είτε αγοράζοντας ευρωομόλογα ως εγγύηση για τα καινούργια ελληνικά ομόλογα ή με εγγύηση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης (ESM).

5. Να βασίζεται στην αλήθεια και την πραγματικότητα και να μην προσδοκά από την Ελλάδα ή τους εταίρους της να κατορθώσουν το ακατόρθωτο. Πολιτικοί στην Ελλάδα και την Ε.Ε. με πολύ βραχυχρόνιους ορίζοντες και θέλοντας να ευχαριστήσουν τους ψηφοφόρους τους έχουν συχνά συμφωνήσει σε στόχους που είναι ακατόρθωτοι. Παραδείγματος χάριν, η πρώτη βοήθεια προς την Ελλάδα έγραφε ότι η Ελλάδα θα επανέλθει στις αγορές το 2012, αν και όλοι το θεωρούσαν ακατόρθωτο.

6. Πρέπει να είναι συνολική λύση και όχι μια προσπάθεια να μετατοπισθεί το πρόβλημα στο μέλλον.

7. Θα είναι χρήσιμο, αλλά και όχι απολύτως απαραίτητο, οποιαδήποτε αναχρηματοδότηση του ελληνικού χρέους να μη δημιουργεί «πιστωτικό γεγονός» που θα οδηγούσε τους οίκους αξιολόγησης να κηρύξουν την Ελλάδα σε χρεοκοπία.

Οι δυνατότητες για την Ελλάδα είναι περιορισμένες αλλά υπάρχει μια πολύ καλή επιλογή. Η πρότασή μου έχει ως εξής:

Η Ελλάδα ανταλλάσσει τα υπάρχοντα ομόλογα με νέα -υψηλής ποιότητας- μακροχρόνια ομόλογα. Τα νέα ομόλογα έχουν εγγύηση της ονομαστικής τους αξίας βασισμένη σε υψηλής ποιότητας ρευστά περιουσιακά στοιχεία, όπως ευρωομόλογα, όχι σε γη και μετοχές. Αυτό το σχέδιο είναι η προσαρμογή στις τωρινές ευρωπαϊκές συνθήκες του σχεδίου Μπρέιντι που έχει εφαρμοστεί σε 17 χώρες. Αντί να αγοράσει τα υψηλής ποιότητας ρευστά περιουσιακά στοιχεία, η Ελλάδα μπορεί να χρησιμοποιήσει εγγύηση από τον ESM της ονομαστικής αξίας των νέων ελληνικών ομολόγων. Αυτό θα κοστίσει λιγότερο στην Ελλάδα και θα είναι εξίσου αποτελεσματικό.

Η Ελλάδα πρέπει να εκμεταλλευτεί το γεγονός ότι τα ομόλογά της ανταλλάσσονται στην αγορά σε τιμές σημαντικά μικρότερες από την ονομαστική τους αξία. Αφού τα ομόλογά της ανταλλάσσονται με σκόντο 30% ή και περισσότερο στην αγορά, είναι παράλογο η Ελλάδα να τα πληρώνει στην πλήρη ονομαστική τους αξία. Αν η Ελλάδα τα πληρώσει/εξοφλήσει στη λήξη τους σε τιμή 30% λιγότερο από την ονομαστική αξία τους (30% κούρεμα), θα θεωρηθεί «πιστωτικό γεγονός» και η Ελλάδα θα κηρυχθεί χρεοκοπημένη. Ομως η Ελλάδα μπορεί να αγοράσει τη μεγάλη πλειονότητα των ομολόγων της στην αγορά πριν από τη λήξη τους στις τιμές της αγοράς που αντικατοπτρίζουν το κούρεμα 30% χωρίς αυτό να θεωρηθεί «πιστωτικό γεγονός» ή χρεοκοπία. 

Αντί να χρησιμοποιεί τα χρήματα που της δίνει η Ε.Ε. και το ΔΝΤ για να πληρώνει τα ομόλογά της στη λήξη τους στην ονομαστική τους αξία, η Ελλάδα μπορεί να τα αγοράζει πριν από τη λήξη τους σε τιμές 30% ή και περισσότερο κάτω από την ονομαστική αξία. Εάν η Ε.Ε. και το ΔΝΤ δεν εμπιστεύονται την Eλλάδα να αγοράζει τα ομόλογα από τις αγορές, θα μπορούσε να το κάνει αυτό ο ESM, που μετά θα πουλούσε τα ομόλογα στην Ελλάδα πριν από τη λήξη τους στις τιμές που τα αγόρασε. Η Ελλάδα τότε θα χρησιμοποιεί τα χρήματα του δανείου της Ε.Ε. και του ΔΝΤ για να πληρώνει τον ESM. Αυτή η διαδικασία, βασισμένη στις αγοραίες ανταλλαγές (που είναι πραγματικά εθελούσιες), δεν μπορεί θα θεωρηθεί «πιστωτικό γεγονός». Χρησιμοποιώντας αυτή τη διαδικασία, η Ελλάδα μειώνει το χρέος της κατά 30% ή και περισσότερο.

Οι ελληνικές και άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν εγγράψει (με τη λανθασμένη άδεια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Τράπεζας της Ελλάδος) τα ελληνικά ομόλογα (στη μεγάλη πλειονότητα) στα βιβλία τους στην ονομαστική τους αξία, παρότι ανταλλάσσονται κάθε μέρα στην αγορά με 30% και πλέον κούρεμα. Οι ελληνικές και μερικές ευρωπαϊκές τράπεζες θα έχουν προβλήματα ρευστότητας αν ξαφνικά εγγράψουν την πραγματική αξία των ελληνικών ομολόγων στα βιβλία τους. Ομως με τη διαδικασία της επαναγοράς των ελληνικών ομολόγων που προτείνω, οι τράπεζες θα εγγράψουν τις ζημίες στα βιβλία τους σιγά σιγά, όταν πουλάνε τα ομόλογα, και αυτό μπορεί να τους δώσει επαρκή χρόνο για να αυξήσουν τα κεφάλαιά τους για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τη συνολική ζημία. Ως τελευταία λύση ανάγκης, το ελληνικό κράτος θα μπορούσε να υποστηρίξει τις ελληνικές τράπεζες κατευθείαν, όπως στήριξαν οι ΗΠΑ τη Citibank το 2008. Κατευθείαν και διαφανής στήριξη των ελληνικών τραπεζών είναι προτιμότερη από τη σημερινή μπλεγμένη και αδιαφανή κατάσταση.

Αλλες λύσεις που προτάθηκαν έχουν σημαντικά προβλήματα. Η λύση των γαλλικών τραπεζών ανταλλαγής ομολόγων με 30ετή έχει πολύ μεγάλο επιτόκιο (μεγαλύτερο από το επιτόκιο της αγοράς!) που δεν μπορεί να πληρώσει η Ελλάδα. Αναχρηματοδοτεί μόνο το 50% των ομολόγων σε γαλλικές τράπεζες και μπορεί να δημιουργήσει «πιστωτικό γεγονός» σύμφωνα με τους οίκους αξιολόγησης. Η γαλλική λύση έχει το πλεονέκτημα να βάζει στο πλάι χρήματα ως εγγύηση, αλλά θα ήταν πολύ πιο συμφέρον για την Ελλάδα στους όρους δανεισμού να το κάνει αυτό η Ελλάδα αντί για τις γαλλικές τράπεζες. Η γερμανική λύση ανταλλαγής ομολόγων με 5ετή ή 7ετή δεν δίνει αρκετό χρόνο στην ελληνική οικονομία. Επιπλέον, μεγάλο ποσοστό του ελληνικού χρέους δεν είναι πια στα χέρια τραπεζών γιατί το πούλησαν το τελευταίο έτος σε ιδιώτες και hedge funds. Μια λύση πρέπει να καλύπτει σχεδόν όλους τους δανειστές, όχι μόνο τις τράπεζες.

Συμπερασματικά, χρειαζόμαστε εθνική στρατηγική για το χρέος. Παρότι οι δυνατότητες είναι περιορισμένες, η εφαρμογή στις σημερινές συνθήκες της λύσης Μπρέιντι με τα συγκεκριμένα στοιχεία που αναφέρω είναι πάρα πολύ καλύτερη για το ελληνικό εθνικό συμφέρον από όλες τις άλλες προτάσεις. Είναι επιτακτικό για το μακροχρόνιο εθνικό συμφέρον και για την επιβίωση των ελληνικών τραπεζών να πάρει η Ελλάδα την πρωτοβουλία στο πρόβλημα του χρέους.

*Ο κ. Ν. Οικονομίδης είναι καθηγητής Οικονομικών στο Stern School of Business του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης.

(από την εφημερίδα "Καθημερινή")