Τη δημιουργία ενός νέου παγκόσμιου συστήματος συναλλαγματικών ισοτιμιών -ενός σύγχρονου Μπρέτον Γουντς, δηλαδή- προτείνει ο Καναδός νομπελίστας Ρόμπερτ Μαντέλ, ένας από τους σημαντικότερους εν ζωή οικονομολόγους. Ενός συστήματος το οποίο θα πρέπει να βασίζεται στα νομίσματα των τριών πιο ισχυρών οικονομικών κέντρων του πλανήτη -του δολαρίου, του ευρώ και του ρένμινμπι. «Από την ύπαρξη σταθερών ισοτιμιών ανάμεσα στα τρία αυτά νομίσματα οι πάντες θα έβγαιναν ωφελημένοι, ενώ η παγκόσμια οικονομία θα σταθεροποιούνταν», υπογραμμίζει ο Μαντέλ

Τη δημιουργία ενός νέου παγκόσμιου συστήματος συναλλαγματικών ισοτιμιών -ενός σύγχρονου Μπρέτον Γουντς, δηλαδή- προτείνει ο Καναδός νομπελίστας Ρόμπερτ Μαντέλ, ένας από τους σημαντικότερους εν ζωή οικονομολόγους.

Ενός συστήματος το οποίο θα πρέπει να βασίζεται στα νομίσματα των τριών πιο ισχυρών οικονομικών κέντρων του πλανήτη -του δολαρίου, του ευρώ και του ρένμινμπι. «Από την ύπαρξη σταθερών ισοτιμιών ανάμεσα στα τρία αυτά νομίσματα οι πάντες θα έβγαιναν ωφελημένοι, ενώ η παγκόσμια οικονομία θα σταθεροποιούνταν», υπογραμμίζει ο Μαντέλ.

Ο αποκαλούμενος και «πατέρας του ευρώ», εξαιτίας της θεωρίας του για τους βέλτιστους οικονομικούς χώρους, αποφάσισε να παρέμβει στην έντονη συζήτηση που αναπτύσσεται με αφορμή την κρίση χρέους, η οποία αφορά πλέον ευθέως το μέλλον της Ευρωζώνης και του κοινού νομίσματος των «17» χωρών.

Δεν είναι, άλλωστε, ο μόνος που παίρνει θέση, καθώς οι «κόκκινες γραμμές» δείχνουν να επαναχαράσσονται σε όλα τα επίπεδα -ακόμη και στο εσωτερικό της Γερμανίας, κάτι που μέχρι πριν μερικά χρόνια (ή και μήνες) θα θεωρούνταν αδιανόητο.

Σε συζήτηση που είχε με συντάκτη της γερμανικής έκδοσης των Financial Times, στο περιθώριο της συνάντησης των κατόχων βραβείων Νόμπελ που πραγματοποιήθηκε στο Λίνταου, ο Μαντέλ σημειώνει ότι το νέο σύστημα σταθερών ισοτιμιών που προτείνει «θα λειτουργούσε ως άγκυρα για το 50% περίπου της παγκόσμιας οικονομίας», για να προσθέσει μάλιστα ότι, σύμφωνα με τους υπολογισμούς και τις εκτιμήσεις του, σε μια τέτοια περίπτωση, μια δίκαιη ισοτιμία ανάμεσα στο ευρώ και το δολάριο θα ήταν το 1,30 προς ένα.

Σύμφωνα με τον ίδιο, «όλες οι μεγάλες χρηματοοικονομικές κρίσεις που εκδηλώθηκαν τα προηγούμενα χρόνια προκλήθηκαν από έντονες διακυμάνσεις στις συναλλαγματικές ισοτιμίες».

Φέρνει δε ως παράδειγμα το κραχ που σημειώθηκε το 2008, του οποίου είχε προηγηθεί «μια δραματική ανατίμηση του δολαρίου έναντι του ευρώ, μέσα σε λίγες εβδομάδες». «Κι αυτό, με τη σειρά του -τονίζει- επέφερε την πτώση των τιμών του χρυσού κατά 30% και του πετρελαίου κατά 70%, γεγονός που σηματοδότησε τον εντονότερο αποπληθωρισμό στις τιμές των εμπορευμάτων σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα».

Πάντως, ο 78χρονος οικονομολόγος δεν κρύβει την άποψή του ότι υπάρχει και θετική πλευρά στα όσα συμβαίνουν σήμερα. «Κάθε κρίση συνιστά μια ευκαιρία. Δεν ζούμε το τέλος του ευρώ, το ευρώ δεν αποτελεί πρόβλημα», ξεκαθαρίζει, ενώ δεν παραλείπει να απευθυνθεί και προς την ατμομηχανή της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης, τη Γερμανία.

«Οι Γερμανοί θα πρέπει να είναι ευτυχείς για την ύπαρξη του ευρώ. Αν δεν υπήρχε, σήμερα το μάρκο θα εκτινασσόταν στα ύψη, όπως ακριβώς συμβαίνει με το ελβετικό φράγκο», λέει, υπενθυμίζοντας προς την πολιτική ηγεσία του Βερολίνου ότι η χώρα τους είναι σήμερα η υπερδύναμη της Ευρώπης, κάτι που συνεπάγεται μια ιδιαίτερη ευθύνη στις αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν και την υλοποίησή τους.

Αξίζει, τέλος, να σημειώσουμε δύο ακόμη θέσεις του Μαντέλ πάνω σε επίμαχα θέματα: Αφενός, τη στήριξή του στην πολιτική αγοράς ομολόγων των προβληματικών χωρών από την ΕΚΤ και, αφετέρου, την απαίτησή του από τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου -ειδικά δε από την Ιταλία- να εφαρμόσουν δραστικά προγράμματα λιτότητας και περικοπών στις δαπάνες.

(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ", 30/08/2011)