Είναι αυτονόητο ότι τόσο η Κύπρος όσο και η Ελλάδα έχουν αυτοτελές δικαίωμα για την καθιέρωση ΑΟΖ στις γειτονικές τους θάλασσες. Κάτι που, εξάλλου, η Κύπρος έχει ήδη πραγματοποιήσει σε ορισμένα τμήματα που την περιβάλλουν. Ενώ όμως η περίπτωση της Μεγαλονήσου είναι σχετικά απλή, κυρίως λόγω των γεωγραφικών συνθηκών της περιοχής, η περίπτωση της Ελλάδας είναι δυσχερέστερη.

Είναι αυτονόητο ότι τόσο η Κύπρος όσο και η Ελλάδα έχουν αυτοτελές δικαίωμα για την καθιέρωση ΑΟΖ στις γειτονικές τους θάλασσες. Κάτι που, εξάλλου, η Κύπρος έχει ήδη πραγματοποιήσει σε ορισμένα τμήματα που την περιβάλλουν. Ενώ όμως η περίπτωση της Μεγαλονήσου είναι σχετικά απλή, κυρίως λόγω των γεωγραφικών συνθηκών της περιοχής, η περίπτωση της Ελλάδας είναι δυσχερέστερη. Και εξηγούμαι:

 

Σχετικά με την ελληνική ΑΟΖ στο Αιγαίο και στην ευρύτερη Ανατολική Λεκάνη της Μεσογείου η οριοθετική δυσχέρεια οφείλεται στη στενότητα του θαλάσσιου χώρου σε συνδυασμό με την ύπαρξη του μεγάλου αριθμού ελληνικών – κυρίως – νησιών στην περιοχή. Απαιτείται, κατά συνέπεια, οριοθέτηση ανάμεσα στις δύο χώρες, με συμφωνία, όπως ορίζει το Διεθνές Δίκαιο. Στο Αιγαίο το αποτέλεσμα μιας τέτοιας οριοθέτησης θα αποδώσει μια ΑΟΖ η οποία, από πλευράς έκτασης, δεν μπορεί να διαφέρει από την υφαλοκρηπίδα που αναλογεί στις δύο χώρες. Η υποχρέωση, λοιπόν, συμφωνημένης λύσης, σε συνδυασμό με τη χωρική ταύτιση ΑΟΖ – υφαλοκρηπίδας, όπως και η προτεραιότητα που δίνει η Ελλάδα στην εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών του βυθού και του υπεδάφους των ανοικτών θαλασσών, δικαιολογούν την πάγια ελληνική θέση ότι το μείζον ζήτημα στα ελληνοτουρκικά είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Εκτός, βέβαια, αν η ελληνική πλευρά προσθέσει στις προτεραιότητές της και την αποκλειστική άσκηση του δικαιώματος της αλιείας, και των ήπιων ενεργειακών πόρων της θάλασσας, που μπορεί στο σχετικά απώτερο μέλλον να τα απολαύσει με την καθιέρωση ΑΟΖ.

 

Τέλος, σχετικά με την ΑΟΖ της Ανατολικής Λεκάνης της Μεσογείου, η Ελλάδα έχει δυνατότητα διείσδυσης σε αυτήν, ως αποτέλεσμα της ύπαρξης των ανατολικών ακτών της Ρόδου, της Καρπάθου και του Καστελόριζου. Το ζήτημα δεν είναι η ύπαρξη του δικαιώματος, αλλά η έκτασή του, αφού στην περιοχή αυτή τα γειτονικά κράτη θα διεκδικήσουν ανάλογα δικαιώματα, στη βάση των οριοθετικών κριτηρίων που προβλέπει το Διεθνές Δίκαιο. Το ζητούμενο είναι η «επήρεια» που θα έχουν τα ελληνικά νησιά στην υπό οριοθέτηση περιοχή. Κάτι που θα παρουσιάσει τεχνικές δυσκολίες δεδομένων των διαμετρικά αντίθετων θέσεων των εμπλεκόμενων κρατών. Μόνο μια προσφυγή, σε τέτοιες περιπτώσεις, σε δικαιοδοτικό όργανο μπορεί να αποδώσει καρπούς.

 

 

Ο κ. Χρήστος Ροζάκης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, πρόεδρος Διοικητικού Δικαστηρίου του Συμβουλίου της Ευρώπης.

(από την εφημερίδα "Το Βήμα")