Η Siemens υλοποίησε έργο μεταφοράς συνεχούς ρεύματος υψηλής τάσης (HVDC), επιτρέποντας στην εταιρεία Red Eléctrica de España να επιτύχει τη διασύνδεση της Μαγιόρκα με την ηπειρωτική Ισπανία, μέσω μίας «λεωφόρου ηλεκτρισμού» που περνά από τη Μεσόγειο. Έτσι, ένα σημαντικό μέρος των αναγκών του παραθεριστικού νησιού για ηλεκτρική ενέργεια θα καλύπτεται με τη χρήση αιολικής, ηλιακής και υδροηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται στην ηπειρωτική χώρα. Παράλληλα, θα ενισχυθεί η ασφάλεια της παροχής ρεύματος στο νησί.

Η Siemens υλοποίησε έργο μεταφοράς συνεχούς ρεύματος υψηλής τάσης (HVDC), επιτρέποντας στην εταιρεία Red Eléctrica de España να επιτύχει τη διασύνδεση της Μαγιόρκα με την ηπειρωτική Ισπανία, μέσω μίας «λεωφόρου ηλεκτρισμού» που περνά από τη Μεσόγειο. Έτσι, ένα σημαντικό μέρος των αναγκών του παραθεριστικού νησιού για ηλεκτρική ενέργεια θα καλύπτεται με τη χρήση αιολικής, ηλιακής και υδροηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται στην ηπειρωτική χώρα. Παράλληλα, θα ενισχυθεί η ασφάλεια της παροχής ρεύματος στο νησί.

«Αυτό το έργο είναι αντιπροσωπευτικό μίας τάσης στην Ευρώπη. Τα ενεργειακά δίκτυα συγκλίνουν χαρακτηριστικά μεταξύ τους. Με την τεχνολογία HVDC της Siemens, η ηλεκτρική ενέργεια που βασίζεται σε ανανεώσιμες πηγές μπορεί να μεταφερθεί σε μακρινές αποστάσεις, με μικρές απώλειες. Τα συστήματα διασύνδεσης HVDC θα αποτελέσουν το βασικό κορμό των ενεργειακών δικτύων και θα έχουν καταλυτικό ρόλο στην αλλαγή του Γερμανικού ενεργειακού συστήματος. Επιπλέον, θα συμβάλουν στην αύξηση της συνεισφοράς των ανανεώσιμων πηγών στο Ευρωπαϊκό μείγμα ηλεκτρικής ενέργειας», δήλωσε ο Michael Suess, Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Siemens AG και Διευθύνων Σύμβουλος του Τομέα Ενέργειας. «Η τεχνολογία HVDC εμφανίζει ραγδαία ανάπτυξη. Τα τελευταία 40 χρόνια, εγκαταστάθηκαν συστήματα διασύνδεσης με συνολική δυνατότητα μεταφοράς μόλις 100 GW, με το 40% να αντιστοιχεί σε συστήματα Siemens. Μόνο σε αυτή τη δεκαετία, αναμένουμε προκηρύξεις διαγωνισμών για την υλοποίηση συστημάτων HVDC για τη μεταφορά 250 GW, σε όλο τον κόσμο», πρόσθεσε ο Suess.

«Ένας από τους κύριους λόγους για τη διασύνδεση της Μαγιόρκα με την ηπειρωτική χώρα ήταν η ενίσχυση της ασφάλειας στην παροχή ενέργειας προς τις Βαλεαρίδες Νήσους. Οι διακοπές ρεύματος θα είναι σύντομα παρελθόν στη Μαγιόρκα», δήλωσε ο Ramón Granadino, Επικεφαλής της Red Eléctrica de España στις Βαλεαρίδες Νήσους. Στο πλαίσιο συμβολαίου με το διαχειριστή του ισπανικού δικτύου, η Siemens εγκατέστησε δύο σταθμούς για τη μετατροπή του εναλλασσόμενου ρεύματος σε συνεχές, έναν στα περίχωρα της πρωτεύουσας του νησιού, Palma de Mallorca, και ένα δεύτερο στην ηπειρωτική Ισπανία, κοντά στη Βαλένθια. Μία γραμμή μεταφοράς 244 χιλιομέτρων τοποθετήθηκε στη Μεσόγειο, μεταξύ των δύο σταθμών. Με το σύστημα HVDC, μπορούν να μεταφερθούν στη Μαγιόρκα 400 MW. Το μέγεθος αυτό ισούται με το 25% της συνολικής εγκατεστημένης ισχύος των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής του νησιού. Έτσι, θα μπορεί μελλοντικά να ικανοποιηθεί η ζήτηση σχεδόν του 25% των 860.000 κατοίκων του νησιού και των 10 εκατομμυρίων τουριστών που έρχονται σε ετήσια βάση από την ηπειρωτική χώρα.

Το ενεργειακό μείγμα της ηπειρωτικής Ισπανίας περιλαμβάνει ένα εξαιρετικά μεγάλο ποσοστό ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές, το οποίο ανέρχεται στο 35%, ενώ οι μονάδες ηλεκτροπαραγωγής που είναι εγκατεστημένες στη Μαγιόρκα λειτουργούν σχεδόν εξολοκλήρου με φυσικό αέριο, λιθάνθρακα και πετρέλαιο. Σε σύγκριση με την κατασκευή μίας ακόμη μονάδας ηλεκτροπαραγωγής, η σύνδεση με την ηπειρωτική χώρα θα μειώσει μελλοντικά τις ετήσιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα έως και κατά 1,2 εκατομμύρια τόνους, δηλαδή σχεδόν στο μισό. Επίσης, η ισχύς μίας νέας μονάδας ηλεκτροπαραγωγής θα χρησιμοποιούταν μόνο κατά τη διάρκεια της υψηλής τουριστικής σεζόν, καθώς η ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια στη Μαγιόρκα σχεδόν διπλασιάζεται κατά τις καλοκαιρινές περιόδους αιχμής. Στο μέλλον, όχι μόνο η Μαγιόρκα, αλλά και μεγάλες περιοχές των Βαλεαρίδων Νήσων, θα εφοδιάζονται με ηλεκτρική ενέργεια από την ηπειρωτική χώρα. Η Μαγιόρκα και η Μινόρκα είναι ήδη διασυνδεδεμένες, ενώ προγραμματίζεται και η εγκατάσταση υποβρύχιου καλωδίου για τη διασύνδεση της Ίμπιζα. Επιπλέον, είναι ήδη εγκατεστημένο καλώδιο μεταξύ της Ίμπιζα και της Φορμεντέρα.

Η διασύνδεση μέσω καλωδίων για αποστάσεις μεγαλύτερες των 80 χιλιομέτρων είναι δυνατή μόνο με την τεχνολογία μεταφοράς HVDC. Αυτό συμβαίνει γιατί στην περίπτωση υπόγειων ή υποβρύχιων καλωδίων δε μεταφέρεται σχεδόν καθόλου ρεύμα όταν οι γραμμές εναλλασσόμενου ρεύματος φτάνουν ή ξεπερνούν αυτό το μήκος, επειδή η μόνωση του καλωδίου δρα ως πυκνωτής και γίνεται φόρτιση, με συνέπεια να απορροφάται ο ηλεκτρισμός. Το σύστημα διασύνδεσης που τοποθετήθηκε στη Μαγιόρκα αποτελείται από τρία ενιαία υποβρύχια καλώδια, τα οποία κατασκευάστηκαν από την Ιταλική εταιρεία Prysmian σε συνεργασία με τη Νορβηγική εταιρεία παραγωγής καλωδίων Nexans. Τα καλώδια τοποθετήθηκαν σε βάθος έως και 1.485 μέτρων, στο βυθό της Μεσογείου. Παράλληλα, με την αξιοποίηση εναέριων γραμμών, η τεχνολογία HVDC μειώνει τις απώλειες κατά τη μεταφορά από 30% έως και 50%. Καθώς η διαδρομή των καλωδίων έχει το ίδιο πλάτος, εξασφαλίζεται η μεταφορά 30-40% περισσότερης ενέργειας σε σύγκριση με τις συμβατικές εναέριες γραμμές εναλλασσόμενου ρεύματος.

Η Siemens έχει ήδη υλοποιήσει περισσότερα από 40 έργα τεχνολογίας HVDC, το ένα τέταρτο από τα οποία βρίσκεται στην Κίνα. Μέσω των συστημάτων της Siemens μεταφέρεται ηλεκτρική ενέργεια ίση με τη μέση κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος ολόκληρων χωρών, όπως η Ισπανία ή η Ιταλία. Υπολογίζεται ότι ως το τέλος αυτής της δεκαετίας, τα συστήματα HVDC με δυνατότητα μεταφοράς φορτίου 350 GW σε παγκόσμιο επίπεδο, θα είναι βασικά σε θέση να μεταφέρουν την ποσότητα ηλεκτρισμού που απαιτείται για να καλυφθεί η μέση συνολική ζήτηση ρεύματος και των 27 κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα συστήματα μεταφοράς HVDC αποτελούν μέρος του Περιβαλλοντικού Χαρτοφυλακίου της Siemens. Κατά το χρηματοοικονομικό έτος 2010, τα έσοδα από αυτό το χαρτοφυλάκιο ανήλθαν συνολικά σε περίπου €28 δισ., καθιστώντας τη Siemens το μεγαλύτερο προμηθευτή φιλικών προς το περιβάλλον τεχνολογιών στον κόσμο. Κατά την ίδια περίοδο, τα προϊόντα και οι λύσεις της Siemens επέτρεψαν στους πελάτες της εταιρείας να μειώσουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) που παρήγαν κατά 270 εκατομμύρια τόνους. Το μέγεθος αυτό είναι ίσο με τις συνολικές ετήσιες εκπομπές του Χονγκ Κονγκ, του Λονδίνου, της Νέας Υόρκης, του Τόκιο, του Νέου Δελχί και της Σιγκαπούρης.