Για πόσο καιρό θα αντέξει έστω και προσχηματικά η ενταξιακή διαπραγμάτευση Ε.Ε.-Τουρκίας; Το ερώτημα εύλογα τίθεται σήμερα μετά τη δημοσιοποίηση της ετήσιας έκθεσης προόδου η οποία κινδυνεύει να γίνει μια επαναλαμβανόμενη ανά τακτά διαστήματα. Στην Αγκυρα δεν υπάρχει καμιά αυταπάτη για το πραγματικό αντίκρισμα της ευρωπαϊκής προοπτικής

Για πόσο καιρό θα αντέξει έστω και προσχηματικά η ενταξιακή διαπραγμάτευση Ε.Ε.-Τουρκίας; Το ερώτημα εύλογα τίθεται σήμερα μετά τη δημοσιοποίηση της ετήσιας έκθεσης προόδου η οποία κινδυνεύει να γίνει μια επαναλαμβανόμενη ανά τακτά διαστήματα.

Στην Αγκυρα δεν υπάρχει καμιά αυταπάτη για το πραγματικό αντίκρισμα της ευρωπαϊκής προοπτικής, μια κατάσταση πραγμάτων που πιστοποιείται και από την απειλή της κυβέρνησης Ερντογάν να διακόψει τις διαπραγματεύσεις το δεύτερο εξάμηνο του 2012 όταν η Κύπρος αναλάβει την προεδρία της Ε.Ε. 

Η ουσία βρίσκεται αλλού την ώρα που διακυβεύεται η ισότιμη συμμετοχή της νότιας Ευρώπης στην Ευρωζώνη και στην Ε.Ε. και είναι σχεδόν σουρεαλιστικό να υφίσταται διαπραγμάτευση για την πλήρη ένταξη της Τουρκίας.

Η εσωστρέφεια της Ε.Ε. που είναι βυθισμένη στην κρίση της Ευρωζώνης αλλά και η αλαζονεία της Αγκυρας οδήγησαν σε μια ακόμη χαμένη ευκαιρία, σε μια έστω άτυπη Ειδική Σχέση με κοινό παρονομαστή τη σταθεροποίηση και τον εκδημοκρατισμό στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.

Τι μένει λοιπόν να απαντηθεί; Ποια πλευρά και πότε και χάριν ποιας εσωτερικής σκοπιμότητας θα πάρει την πρωτοβουλία τερματισμού μιας προσχηματικής διαπραγμάτευσης;

Στην Ευρωζώνη που κλυδωνίζεται από τη δημοσιονομική κρίση η τουρκοφοβική προεκλογική δημαγωγία έχει χάσει την αξία της. Αν δηλαδή κάποιος έχει ακόμη κίνητρο για ηρωική έξοδο με διακοπή των διαπραγματεύσεων, αυτός δεν είναι άλλος από τον Ερντογάν.

  • Οι όποιες παρενέργειες στις ευρωπαϊκές ισορροπίες της Γαλλίας δεν πρέπει να δραματοποιούνται με δεδομένη την πλήρη αποτυχία του Σαρκοζί να ανταλλάξει την πρόσδεσή του στο Βερολίνο

Γάλλοι σοσιαλιστές
Η πολιτική επιστρέφει στη Γαλλία

Πώς μπορεί να νικήσει στην προεδρική εκλογή της προσεχούς Άνοιξης ο υποψήφιος των Γάλλων σοσιαλιστών; Με ρεαλπολιτίκ που θα θεωρεί ως δεδομένες τις ευρωπαϊκές δουλείες της χώρας, που θα ζητά ευρύτερες συγκλίσεις και στην ουσία θα είναι οριακά διαφοροποιημένη με περισσότερη κοινωνική ευαισθησία της πολιτικής Σαρκοζί ή μια αριστερή εναλλακτική πρόταση με ό,τι διεθνές και ευρωπαϊκό κόστος συνεπάγεται για τη θέση της χώρας στις παγκόσμιες ισορροπίες;

Ένα είναι βέβαιο από τη σκληρή μάχη για το χρίσμα του υποψηφίου για την προεδρία που δίνουν ο Ολάντ και η Ομπρί: Η πολιτική επιστρέφει στη Γαλλία όχι μόνον στις αναζητήσεις των Σοσιαλιστών αλλά ως προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ για την αξιοπιστία των Θεσμών και του Πολιτικού Συστήματος, για τη λειτουργία της εναλλαγής των κομμάτων εξουσίας ως ασφαλιστικής δικλίδας για την εκτόνωση της πολιτικής και της κοινωνικής έντασης.

Τι είναι, άραγε, ποιο επικίνδυνο και ποιο αποσταθεροποιητικό για τη χώρα, να υπάρχει την επομένη της προεδρικής εκλογής μια δέσμευση του νέου ενοίκου του Μεγάρου των Ηλυσίων για την περιφρούρηση της κοινωνικής συνοχής που να εκθέτει τη Γαλλία σε ολομέτωπη επίθεση των αγορών και των οίκων αξιολόγησης, αλλά και σε σύγκρουση με τη Γερμανία ή μια συνέχιση της πολιτικής Σαρκοζί που στέλνει τη διογκούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια στο Εθνικό Μέτωπο της Λεπέν σήμερα και αύριο σε κινητοποιήσεις - εξέγερσης στα όρια και εκτός της συνταγματικής νομιμότητας; Οι Γάλλοι Σοσιαλιστές έκαναν τη μεγάλη ρεαλιστική στροφή την Άνοιξη του 1983, όταν η κυβέρνηση Μορουά εγκατέλειψε τις προεκλογικές της δεσμεύσεις στο όνομα της σταθεροποίησης της Οικονομίας. Η διόρθωση πορείας έγινε στρατηγική στροφή αρχές Ιουλίου του 1984, όταν ο Μιτεράν διόρισε πρωθυπουργό τον Φαμπιούς με πρόγραμμα εκσυγχρονισμού και συσπείρωσης. Την ίδια πολιτική ακολούθησαν μετά την επανεκλογή του Μιτεράν το 1988 οι πρωθυπουργοί Ροκάρ, Κρεσόν και Μπερεγκοβουά, με δραματική κατάληξη την ταπεινωτική εκλογική συντριβή των Σοσιαλιστών στις βουλευτικές εκλογές την Άνοιξη του 1983.

Ο Ζοσπέν στην περίοδο 1997-2002 προσπάθησε να ισορροπήσει την ταυτότητα της παράδοσης της γαλλικής Αριστεράς με τον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο ρεαλισμό με μια δραματική κατάληξη πιο ταπεινωτική και από αυτήν της ήττας του 1993, με τον αποκλεισμό από το δεύτερο γύρο της προεδρικής εκλογής του 2002 σε όφελος του Λεπέν.

Σήμερα το ζητούμενο από τον όποιο υποψήφιο του Σοσιαλιστικού Κόμματος είναι πρώτα και πάνω από όλα η αποκατάσταση της αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος, ένα στοίχημα αδύνατο χωρίς διαφοροποίηση και συνολική εναλλακτική πρόταση κυβερνητικής διαχείρισης. Οι όποιες παρενέργειες στις ευρωπαϊκές ισορροπίες της Γαλλίας δεν πρέπει να δραματοποιούνται με δεδομένη την πλήρη αποτυχία του Σαρκοζί να ανταλλάξει την πρόσδεσή του στο Βερολίνο με τη διασφάλιση των συμφερόντων της χώρας στους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς. Είναι πολύ πιθανόν η αμφισβήτηση της Γαλλίας από αγορές και οίκους αξιολόγησης να προηγηθεί της προεδρικής εκλογής.

Ουκρανία, όπως Λευκορωσία;

Η καταδίκη της πρώην πρωθυπουργού της Ουκρανίας Τιμοσένκο, ανεξάρτητα από την εκδικασθείσα υπόθεση, τη διαδικασία ευθυνών και τις πραγματικές ευθύνες της καταδικασθείσας αναδεικνύει το πρόβλημα της αποτυχίας του εκδημοκρατισμού στο σύνολο των χωρών της πρώην ΕΣΣΔ.

Αν πριν από λίγα χρόνια η Λευκορωσία του Λουκασένκο ήταν η εξαίρεση μιας μετάβασης προς τον εκδημοκρατισμό για την οποία υπήρχαν ακόμη προσδοκίες, σήμερα η απόκλισή της αρχίζει και γίνεται δυσδιάκριτη σε σχέση με την πολιτική πραγματικότητα από την Ουκρανία και τη Γεωργία μέχρι και τις χώρες της κεντρικής Ασίας.

Κατά ένα αρνητικό τρόπο ακυρώνονται με την πάροδο του χρόνου όλα τα επιχειρήματα που νομιμοποιούσαν την απόσχιση και στη συνέχεια την απόκλιση και διαφοροποίηση των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών από το μητροπολιτικό κέντρο: Τόσο η προσδοκία για μια ταχύτερη οικονομική εξυγίανση και ευημερία όσο και για μια πιο ασφαλή μόνιμη και σταθερή κατοχύρωση του εκδημοκρατισμού.

Οσο και αν αυτό ακούγεται ειρωνικό ακόμη και η Ρωσία της αυταρχικής ανασύνταξης του Πούτιν προβάλλει σαν παράδεισος νομιμότητας και συντεταγμένης πολιτείας σε σχέση με τις περισσότερες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, ενώ η ενεργειακή και εμπορική εξάρτηση από τη Μόσχα καθιστά σαφές ότι η οικονομική διασφάλιση και η αυριανή ευημερία βρίσκονται στην προσέγγιση και όχι στη διαφοροποίηση από το πρώην μητροπολιτικό κέντρο.

Ετσι οι προτάσεις Πούτιν για Ευρασιατική Ένωση έρχονται σε μια στιγμή παραπάνω από κατάλληλη με την αυταρχική ανασυγκρότηση όχι μόνον να έχει επιβληθεί και σταθεροποιηθεί στη Ρωσία αλλά να προβάλλει και ως εξαγώγιμο προϊόν και στρατηγικό πλεονέκτημα για τις σχέσεις με τις πρώην σοβιετικές Δημοκρατίες.

Τα παραπάνω μας θυμίζουν ότι -με εξαίρεση τις τρεις Βαλτικές Δημοκρατίες που είχαν γίνει ανεξάρτητα κράτη το 1918 και προσαρτήθηκαν ξανά στην ΕΣΣΔ το 1940- ότι η διάλυση της ΕΣΣΔ στις 8.12.91 που αποφάσισαν οι ηγέτες της Ρωσίας, της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας ήταν μια αυθαίρετη πραξικοπηματικού χαρακτήρα κίνηση που εξυπηρετούσε κατά κύριο λόγο την επιθυμία του Γέλτσιν να απαλλαγεί από την παρουσία του Γκορμπατσόφ στο Κρεμλίνο. Δεν ήταν ούτε καθυστερημένη αποαποικιοποίηση, ούτε φυσική συνέπεια της κατάρρευσης του κομμουνιστικού συστήματος. Χαρακτηριστικό της σύγχυσης που επικρατούσε είναι ότι ο Γέλτσιν αποφάσισε να ενημερώσει για τη διάλυση της ΕΣΣΔ πρώτο όχι τον πρόεδρο της χώρας Γκορμπατσόφ αλλά τον πρόεδρο των ΗΠΑ Μπους.

(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ", 16-10-2011)