Το ευρωπαϊκό δράμα κλιμακώνεται καθημερινά. Την προηγούμενη εβδομάδα, οι ηγέτες της Γαλλίας και της Γερμανίας κατέληξαν σε ένα σχέδιο ύψους 130 δισ. ευρώ, για τον πλέον προβληματικό εταίρο τους, την Ελλάδα. Οπως και στο παρελθόν, το μήνυμα που δόθηκε ήταν ότι η Ε. Ε. θα παραμείνει προσηλωμένη σε ένα συνδυασμό πακέτων διάσωσης, συνεχιζόμενης λιτότητας και εποπτείας της Ελλάδας, η οποία θα απομονωθεί ώστε να παραμείνει άθικτη η υπόλοιπη Ευρώπη

Το ευρωπαϊκό δράμα κλιμακώνεται καθημερινά. Την προηγούμενη εβδομάδα, οι ηγέτες της Γαλλίας και της Γερμανίας κατέληξαν σε ένα σχέδιο ύψους 130 δισ. ευρώ, για τον πλέον προβληματικό εταίρο τους, την Ελλάδα. Οπως και στο παρελθόν, το μήνυμα που δόθηκε ήταν ότι η Ε. Ε. θα παραμείνει προσηλωμένη σε ένα συνδυασμό πακέτων διάσωσης, συνεχιζόμενης λιτότητας και εποπτείας της Ελλάδας, η οποία θα απομονωθεί ώστε να παραμείνει άθικτη η υπόλοιπη Ευρώπη.

Το γεγονός ότι η Ε. Ε. αναγνώρισε επιτέλους την ανάγκη επίλυσης του προβλήματος φερεγγυότητας της Ελλάδας είναι θετική εξέλιξη, μολονότι η απόφαση της συνόδου κορυφής απλώς παρέχει στη χώρα λίγο χώρο για να αναπνεύσει. Τα τοκοχρεολύσια της Ελλάδας θα μειωθούν και το επιτόκιο που πληρώνει επίσης. Με αυτόν τον τρόπο, θα μπορούσε ενδεχομένως η Ελλάδα να θέσει το έλλειμμά της υπό έλεγχο το 2013. Το τίμημα, ωστόσο, θα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την πολύ υψηλή ανεργία. Επιπλέον, το κύριο πρόβλημα μιας οικονομίας η οποία δεν αναπτύσσεται, δεν αντιμετωπίστηκε.

Η Ελλάδα δεν διαθέτει αξιόλογη παραγωγική βάση, ούτε στη βιομηχανία ούτε στις νέες τεχνολογίες. Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορεί να γίνει αρκούντως παραγωγική ώστε να ανταγωνιστεί γείτονες όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Ολλανδία. Βρίσκεται σε βαθιά ύφεση και δεν διαθέτει τους πόρους για να βγει από αυτήν, ακόμη και αν ελαφρυνθεί σημαντικά το βάρος του χρέους, το οποίο παραμένει τεράστιο.

Οι εκκλήσεις για μεταρρυθμίσεις και τα περισσότερα μέτρα λιτότητας θα παραμείνουν αναποτελεσματικά. Η αύξηση των φόρων σε μια κοινωνία που διακρίνεται για τις επιδόσεις της στη φοροδιαφυγή απλώς ενίσχυσε την παραοικονομία. Οι περικοπές μισθών και συντάξεων μείωσαν περαιτέρω τις εισπράξεις φόρων. Ακόμη χειρότερο είναι το γεγονός ότι τα παραπάνω μέτρα μείωσαν τη ζήτηση και τις πωλήσεις στο λιανικό εμπόριο, προκαλώντας περαιτέρω αύξηση της ανεργίας και κοινωνική αναταραχή.

Εντούτοις, ακόμη και με αυτά τα μέτρα, δεν είναι δυνατόν να τεθεί η Ελλάδα σε καραντίνα. Οι τράπεζες και τα έθνη της Ευρώπης είναι πολύ στενά διασυνδεδεμένα. Ο πυρήνας του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος κατέχει δισεκατομμύρια ευρώ σε ομόλογα κρατών που δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα, όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Ιταλία και η Ισπανία. Το ίδιο ισχύει και για τα ασφαλιστικά ταμεία των κρατών της Ευρωζώνης, αλλά και για την ΕΚΤ. Με δεδομένη την κατάσταση, η Ελλάδα θα μπορούσε εύκολα να καταρρεύσει, προκαλώντας κύμα πανικού προς την έξοδο, κάτι που θα σήμαινε αλυσιδωτές καταρρεύσεις τραπεζών στην Ευρωζώνη. Η Αμερική και η Ιαπωνία δεν θα έμεναν ανεπηρέαστες σε μια τέτοια κατάσταση. Επιπροσθέτως, τα 2/3 του δανεισμού των αναδυόμενων αγορών προέρχονται από ευρωπαϊκές τράπεζες. Αν αυτές ζητήσουν πίσω τα χρήματά τους, τότε οι αγορές σε ολόκληρο τον κόσμο θα αποσταθεροποιηθούν.

Οι αποφάσεις της 27ης Οκτωβρίου ζητούν από τις ευρωπαϊκές τράπεζες να βρουν κεφάλαια, ώστε να αποτραπεί το εν λόγω σενάριο. Αρκεί όμως αυτό; Ή θα χρειαστούν τα πιστωτικά ιδρύματα και την υποστήριξη και των κυβερνήσεων, φορτώνοντας έτσι με νέα βάρη τους φορολογούμενους;

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι αγορές δεν άλλαξαν διάθεση μετά τη συμφωνία. Το «κούρεμα» 50% στα ελληνικά ομόλογα που κατέχουν ιδιώτες δεν έπεισε ότι τα προβλήματα της Ελλάδας δεν είναι μεταδοτικά. Οι τιμές των ισπανικών, ιταλικών ακόμη και των γαλλικών ομολόγων αντανακλούν την απαισιοδοξία που επικρατεί.

Οι πολιτικοί της Ευρώπης αντιλαμβάνονται αυτό που οι αγορές γνωρίζουν εδώ και καιρό: ότι οι εμβαλωματικές λύσεις είναι καταδικασμένες. Αλλά ο πειρασμός να περάσουν στον επόμενο την καυτή πατάτα χωρίς ουσιαστικές δομικές αλλαγές είναι μεγάλος. Αυτό που βλέπουμε να προκρίνεται λοιπόν είναι, αντί για μεταρρυθμίσεις, τα ίδια αποτυχημένα πακέτα δανειοδότησης, αυτήν τη φορά υπερενισχυμένα.

Τα βήματα αυτά δεν θέτουν τέλος στην ελληνική κρίση. Ενα πρόβλημα που αγγίζει το σύνολο της Ευρωζώνης απαιτεί λύση που να αφορά όλη την Ευρωζώνη. Χρειάζεται λοιπόν η ΕΚΤ να δημιουργήσει ένα μηχανισμό διάσωσης, αγοράζοντας κρατικά ομόλογα, προκειμένου να ηρεμήσουν οι αγορές, μέχρι να βρεθεί οριστική λύση στο πρόβλημα.

Η Ελλάδα και η υπόλοιπη Ευρώπη στο τέλος της ημέρας θα επιβίωναν από μια διάλυση της Ευρωζώνης και το τέλος του ευρώ. Αλλά το τέλος της Ενωμένης Ευρώπης θα άφηνε τον κόσμο μας πιο φτωχό.

*Ο κ. Δημήτρης B. Παπαδημητρίου είναι πρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών Levy, καθηγητής Οικονομικών και εκτελεστικός αντιπρόεδρος του κολεγίου Bard, στη Νέα Υόρκη.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 07/11/2011)