Τις τελευταίες μέρες παρατηρείται μια νέα επικίνδυνη επιδείνωση της κρίσης στην ευρωζώνη. Εκτός από τις μικρές και αδύναμες οικονομίες της Ελλάδας, Πορτογαλίας και Ιρλανδίας, οι οποίες έχουν ζητήσει τη συνδρομή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού και του ΔΝΤ, μεγάλες και πολύ ισχυρότερες οικονομίες, όπως αυτές της Ιταλίας, Ισπανίας, Βελγίου, Αυστρίας και εν μέρει της Γαλλίας αντιμετωπίζουν μεγάλη αύξηση στο κόστος δανεισμού τους

Τις τελευταίες μέρες παρατηρείται μια νέα επικίνδυνη επιδείνωση της κρίσης στην ευρωζώνη. Εκτός από τις μικρές και αδύναμες οικονομίες της Ελλάδας, Πορτογαλίας και Ιρλανδίας, οι οποίες έχουν ζητήσει τη συνδρομή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού και του ΔΝΤ, μεγάλες και πολύ ισχυρότερες οικονομίες, όπως αυτές της Ιταλίας, Ισπανίας, Βελγίου, Αυστρίας και εν μέρει της Γαλλίας αντιμετωπίζουν μεγάλη αύξηση στο κόστος δανεισμού τους.

Ιδιαίτερα, η Ιταλία και η Ισπανία αντιμετωπίζουν επιτόκια πάνω από 6%, ποσοστό δηλαδή που αποτελεί το όριο για έξοδο από τις αγορές και προσφυγή στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό. Η άνοδος αυτή των επιτοκίων δανεισμού μπορεί να οδηγήσει στη διάλυση της ευρωζώνης όπως τη γνωρίζουμε σήμερα ή και σε αλλαγή οικονομικής πολιτικής, δεδομένου ότι δεν είναι δυνατόν τόσο μεγάλες οικονομίες, όπως αυτή της Ιταλίας και της Ισπανίας, να ενταχθούν για τη δανειοδότησή τους στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό. Οι οικονομίες αυτές αποτελούν περίπου το 1/3 του ΑΕΠ της ευρωζώνης (17% Ιταλία, 13% Ισπανία) και συνεπώς είναι αδύνατον να καλυφθούν με ευρωπαϊκά δανειακά κεφάλαια.

Τι συμβαίνει, όμως, και οι διεθνείς αγορές παρουσιάζουν «νευρικότητα» στην περίπτωση της Ιταλίας και της Ισπανίας αλλά και, σε μικρότερο βαθμό, άλλων ισχυρότερων χωρών με καλύτερες επιδόσεις, δεδομένου ότι δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθεί η οικονομική δυνατότητα να αποπληρώσουν τα χρέη τους, εφόσον διαθέτουν βιομηχανικό δυναμικό και σημαντικό εξαγωγικό εμπόριο;

Επιπλέον, τα δεδομένα σχετικά με το χρέος και το έλλειμμα του προϋπολογισμού τους δεν δικαιολογούν μια τόσο μεγάλη ανησυχία. Η Ιταλία και η Ισπανία έχουν χρέος 120% και 70% ΑΕΠ και έλλειμμα 4% και 6,5% ΑΕΠ αντιστοίχως, το 2011. Η οικονομική τους κατάσταση είναι πολύ καλύτερη από αυτήν που υπάρχει στις τρεις χώρες που βρίσκονται εκτός αγορών (Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιρλανδία). Και οι δυο προαναφερόμενες χώρες έχουν ήδη πάρει σοβαρά μέτρα λιτότητας, όπως επιτάσσουν οι δανειστές, προκειμένου να επιτύχουν σταδιακή δημοσιονομική προσαρμογή, ενώ οι προβλέψεις για τα επόμενα χρόνια δεν είναι δυσοίωνες.

Ενδεχομένως, η αύξηση του κόστους δανεισμού να παρατηρείται για συγκυριακούς ή/και προληπτικούς λόγους, μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία της συγκρότησης νέας κυβέρνησης στην Ιταλία και να πραγματοποιηθούν οι εκλογές στην Ισπανία. Μπορεί επίσης οι αγορές να ανησυχούν για τον προβλεπόμενο εξαιρετικά χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης στην ευρωζώνη (0,5% το 2012). Μπορεί, όμως, η αύξηση των επιτοκίων να είναι περισσότερο δομική, δηλαδή να προεξοφλείται από τις αγορές μια πιθανή αλλαγή στάσης της Γερμανίας έναντι της ευρωζώνης, έπειτα από διάφορα δημοσιεύματα για τη δημιουργία ενός «σκληρού» ευρώ για τις ισχυρές χώρες και ενός «περιφερειακού» λιγότερο σκληρού ευρώ για τις λιγότερο ισχυρές χώρες. Μπορεί, επίσης, οι αγορές να αντιδρούν στο «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων ή και στην πιθανότητα εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, που σήμερα δεν αποτελεί μόνο θεωρητική υπόθεση. Μπορεί, τέλος, να δοκιμάζουν τα όρια της εμμονής της Γερμανίας να μην επιτρέπει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να παρεμβαίνει αγοράζοντας κρατικά ομόλογα και παρέχοντας έτσι ρευστότητα σε όλες τις λιγότερο ισχυρές χώρες της ευρωζώνης, εφόσον δεν υπάρχει άλλος διαθέσιμος τρόπος διάσωσης των μεγαλύτερων από αυτές.

Οπως και να έχει το ζήτημα, είναι σημαντικό να μη βρίσκεται στο επίκεντρο μόνο η Ελλάδα, προκειμένου η σημερινή κυβέρνηση να αντιμετωπίσει τα ελληνικά προβλήματα με κύριους στόχους τη δημιουργία πρωτογενούς πλεονάσματος στον προϋπολογισμό του 2012 και την οριστικοποίηση των συμφωνιών της 26ης-27ης Οκτωβρίου 2011. Οι στόχοι αυτοί πρέπει να επιτευχθούν για το συμφέρον της χώρας μας ανεξάρτητα από τη μακροπρόθεσμη εξέλιξη της ευρωζώνης.

(από την εφημερίδα "ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ", 20/11/2011)