Τα κράτη της Ευρωζώνης, το ένα μετά το άλλο, γκρεμίζονται από ύψη οικονομικής ευρωστίας και νομισματικής σταθερότητας στα Τάρταρα της ύφεσης και της δημοσιονομικής εξουθένωσης. Στην αρχή, πολλοί ήθελαν να ελπίζουν και να πιστεύουν ότι το φαινόμενο θα αφορούσε μόνο ένα κράτος μέλος, γνωστό για κάποιες ιδιαιτερότητες που θεωρήθηκε πως εξηγούσαν και δικαιολογούσαν τα σχετικά προβλήματα.

Τα κράτη της Ευρωζώνης, το ένα μετά το άλλο, γκρεμίζονται από ύψη οικονομικής ευρωστίας και νομισματικής σταθερότητας στα Τάρταρα της ύφεσης και της δημοσιονομικής εξουθένωσης. Στην αρχή, πολλοί ήθελαν να ελπίζουν και να πιστεύουν ότι το φαινόμενο θα αφορούσε μόνο ένα κράτος μέλος, γνωστό για κάποιες ιδιαιτερότητες που θεωρήθηκε πως εξηγούσαν και δικαιολογούσαν τα σχετικά προβλήματα. Είτε οι ιδιαιτερότητες αυτές αποτελούν γεγονός είτε όχι, του καταλογίστηκαν και καταδικάστηκε γι αυτές χωρίς υπερβολική αβρότητα, γαλατική ή άλλη. Θεωρήθηκε δε, ως εκ γενετής, εκ φύσεως και καθ΄υποτροπήν, λιγότερο ευρωπαϊκό από τα υπόλοιπα και ενδεχομένως ανεπίδεκτο περαιτέρω εξευρωπαϊσμού. Όμως, τα όσα άκουσε δεν αποτέλεσαν εξορκισμό αρκετά αποτελεσματικό για να προστατέψει τα άλλα μέλη.

Με έκπληξη, απορία, ανησυχία πρώτα, άγχος κατόπιν, διαπιστώθηκε ο πολλαπλασιασμός των προβληματικών χωρών. Τα πράγματα έφθασαν στο σημείο, καθημερινά, να τίθεται το ερώτημα ποια χώρα έχει σειρά και κάθε μία να κοιτάζει καχύποπτα την άλλη. Ακόμη χειρότερα, πιθανολογείται πως και αυτά τα υπεράνω υποψίας κράτη της Ευρωζώνης ξυπνούν κάθιδρα το πρωί και ατενίζοντας τον καθρέφτη, θέτουν στον εαυτό τους το υπαρξιακό ερώτημα : «Μήπως και εγώ;».

Η ιστορία αυτή θα μπορούσε να θυμίσει στους αναγνώστες αστυνομικών μυθιστορημάτων το βιβλία της Αγκάθας Κρίστι «Δέκα μικροί νέγροι». Ο τίτλος αναφέρεται σε κάποιο παιδικό τραγουδάκι, ίσως όχι πολύ κατάλληλο για παιδιά, όπου δέκα μικροί νέγροι ή κατ΄άλλη εκδοχή δέκα μικροί ινδιάνοι ή και στρατιώτες, μετά από ποικίλα ατυχή περιστατικά , περιορίζονται αριθμητικά, μέχρι που τελικά παύουν να υφίστανται. Η αλήθεια είναι πως σήμερα, οι ενδιαφερόμενοι έχουν περισσότερες ελπίδες να βρουν το βιβλίο, αν το αναζητήσουν , με τον μάλλον πολιτικώς ορθόν τίτλο «Και μετά δεν υπήρχε κανείς».

Σ’ ένα νησί (αλλά και η Ευρώπη μια χερσόνησος είναι), βρίσκονται απομονωμένα δέκα πρόσωπα που θα έχουν πολύ κακή τύχη. Στην αρχή είναι άδηλη, εξελίσσεται όμως μοιραία σε σκληρή και αδυσώπητη. Άσχετα από την προϊστορία τους και την κοινωνική τους θέση, τα πρόσωπα αυτά ισοπεδώνονται στους δέκα μικρούς νέγρους για τους οποίους ξεκινά μια αντίστροφη μέτρηση που τελικά θα τους μηδενίσει. Βεβαίως, εφόσον πρόκειται για αστυνομικό μυθιστόρημα, υπάρχει και δολοφόνος, ο οποίος μάλιστα έχει την ιδιαιτερότητα να συμπεριλάβει στους δέκα μικρούς νέγρους και τον εαυτό του και να συμμεριστεί την τύχη τους. Κίνητρο δε για τις πράξεις του αποτελεί η επιδίωξη μιας ιδιότυπης προσωπικής ικανοποίησης.

Ένα δίδαγμα της ιστορίας αυτής, που ισχύει και στο ευρωπαϊκό επίπεδο, είναι πως αποτελεί σφάλμα να θεωρείται ότι μικροί νέγροι είναι μόνον οι άλλοι. Μικροί ευρωνέγροι εν δυνάμει μπορεί να αποδειχθούν όλοι. Η θυσία κάποιων απ΄αυτούς δεν είναι καθόλου βέβαιο πως θα σώσει τους υπολοίπους. Αντίθετα, θα κάνει αποδεκτούς μηχανισμούς και διαδικασίες που, όταν τεθούν σε κίνηση, δεν είναι σίγουρο πως θα σταματήσουν εκεί που θα ήθελαν οι δημιουργοί τους, εναντίον των οποίων μάλιστα θα μπορούσαν να στραφούν κάποια στιγμή.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, πέρα από τις συνθήκες που την διέπουν και το θεσμικό της πλαίσιο, πρέπει να εμφορείται από δυναμική προς μία πληρέστερη ολοκλήρωση. Δεν είναι δυνατόν κάτι τέτοιο να πραγματοποιηθεί, αν αρχίσει να αυτοακρωτηριάζεται. Ένας από τους λόγους για τους οποίους δημιουργήθηκε ήταν η πίστη και η ελπίδα ότι η ύπαρξή της θα αντιμετωπίσει καλύτερα, αποτελεσματικότερα, τα προβλήματα των χωρών που έγιναν μέλη της. Αν τώρα, μπροστά σ΄αυτά, η αντίδρασή της είναι να εύχεται την εξαφάνιση του πιο προβληματικού από τους μικρούς της ευρωνέγρους, τότε αρνείται τον εαυτό της, υπονομεύει το μέλλον της και αποθαρρύνει τους υπολοίπους. Άλλωστε, η εξαφάνιση του πλέον προβληματικού απ΄αυτούς, μοιραία θ΄αφήσει την θέση του σε κάποιον άλλο για να επαναληφθεί η ίδια ιστορία.

Εν πάση περιπτώσει, ο πλέον εκτεθειμένος μικρός ευρωνέγρος φρόνιμο θα ήταν, κάποτε, να σοβαρευτεί κάπως, κυρίως για το δικό του καλό. Μετά από κάποια παλαιότερη πτώχευση, που είχε σημαντικές παράπλευρες απώλειες, γράφτηκε ( τον Απρίλιο του 1897, στην Εφημερίδα «Νέα Ημέρα» που έβγαινε στην Τεργέστη ) : «Ότι κράτος ΄χρεοκόπον΄ ετόλμα να ρίπτη το χειρόκτιον κατά της Ευρώπης όλης και ν΄απειλή την παγκόσμιον ειρήνην εξελήφθη ως το άκρον άωτον της θρασύτητος.» Αυτό θα μπορούσε να ισχύσει και σήμερα, με ανάλογες συνέπειες. Πάντως, δεν είναι πάντοτε παντελώς αναμάρτητοι όσοι τον λιθοβολούν. Κατηγορήθηκε και επικρίθηκε έντονα για κάποια απόπειρα δημοψηφίσματος που επιχείρησε πρόσφατα. Φαίνεται πως ξεχάστηκαν πολύ γρήγορα κάποια δημοψηφίσματα (στη Γαλλία στις 29 Μαΐου του 2005, στην Ολλανδία την 1 Ιουνίου του ίδιου χρόνου κλπ. ) που οδήγησαν στην απόρριψη της συνθήκης για τη θέσπιση συντάγματος της Ευρώπης ( στο οποίο, σημειωτέον, υπήρχαν διατάξεις χρήσιμες για τα σημερινά προβλήματα), πλήττοντας έτσι σοβαρά την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Χάθηκε ίσως τότε μια ευκαιρία νουθεσίας για τη διενέργεια ή μη δημοψηφισμάτων και την διατύπωση των σχετικών ερωτημάτων...

 

Επίσης, ο κινδυνεύων μικρός ευρωνέγρος σκόπιμο είναι να θυμηθεί πως οι αρχαίοι πρόγονοί του, σοφοί άνθρωποι, καλή τους ώρα και Θεός σχωρέσ’ τους, είχαν θεοποιήσει την Ανάγκη. Διέθετε μάλιστα και ιερό στον Ακροκόρινθο όπου συστεγαζόταν με τη Βία, « εσιέναι δε ες αυτό ου νομίζουσιν» ( Παυσανίας). Ο Αισχύλος, στον «Προμηθέα Δεσμώτη», γράφει «το της ανάγκης εστ’αδήριτον σθένος.» Ο δε Πιττακός, δια του Πλάτωνος και του Διογένους του Λαερτίου, μας πληροφορεί πως «ανάγκη δ΄ουδέ θεοί μάχονται». Αλλά και ο ίδιος ο Πλάτων, στην «Πολιτεία», δίνει μια τρομακτικά εντυπωσιακή, αν και λίγο ακαταλαβίστικη εικόνα της Ανάγκης. Πάντως, αφού ο υποψήφιος για εκπαραθύρωση ευρωνέγρος βγάλει τα απαραίτητα συμπεράσματα από τα παραπάνω αρχαιοπρεπή, τίποτε δεν τον εμποδίζει να υπομειδιά ενδομύχως, όταν ακούει τους συνοφρυωμένους και επιτιμητικούς Γερμανούς φίλους του να απαιτούν γραφολογικά δείγματα και καλλιγραφημένες βεβαιώσεις. Αρκεί να θυμηθεί τον καγκελλάριο της γερμανικής αυτοκρατορίας Θεοβάλδο φον Μπέτμαν – Χόλλβεγκ. Τον Αύγουστο του 1914, ο καλός αυτός κύριος, στον βρεταννό πρεσβευτή Σερ Εδουάρδο Γκόσεν, διαμαρτυρόμενο για την παραβίαση από το Βερολίνο της βελγικής ουδετερότητος την οποία αυτό είχε προσυπογράψει, απήντησε ότι το σχετικό έγγραφο ήταν «κουρελόχαρτο», εκφράζοντας έτσι κάπως ιδιόμορφο σεβασμό για την υπογραφή της χώρας του.

Πέρα όμως απ΄όλα αυτά, η Ευρωπαϊκή Ένωση, δημιούργημα εμπειριών ενός τραγικού παρελθόντος και ελπίδων για ένα καλλίτερο μέλλον, προσέφερε στους λαούς της πάρα πολλά, όπως θα έπρεπε να αναγνωρίζει κάθε αντικειμενικός παρατηρητής και όπως θα γίνει εκτυφλωτικά αντιληπτό αν πάψει να υφίσταται. Αλλοίμονο, λοιπόν, αν αρχίσει μια διαδικασία συρρίκνωσης και αποδυνάμωσής της, με το «Λυκόφως των Θεών» του Βάγκνερ ως μουσική υπόκρουση.

Η λύση στα προβλήματά της βρίσκεται προς την αντίθετη ακριβώς κατεύθυνση, προς την οποία θα έπρεπε να βαδίσει υπό τους ήχους μουσικών που εμπνέουν περισσότερη αισιοδοξία και έχουν περισσότερο φώς.

(από την εφημερίδα "Εστία")