Οι χιλιετείς δεσμοί που συνδέουν την Κίνα με τον λιθάνθρακα αποτελούν παγίδα για τον εκσυγχρονισμό της χώρας στο ξεκίνημα του 21ου αιώνα. Η οικολογική καταστροφή την οποία εγκυμονεί η εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου και τα κοινωνικά δράματα που συνδέονται με την εξόρυξη του λιθάνθρακα προσανατολίζουν την κινεζική κυβέρνηση στον εκσυγχρονισμό και τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας
Οι χιλιετείς δεσμοί που συνδέουν την Κίνα με τον λιθάνθρακα αποτελούν παγίδα για τον εκσυγχρονισμό της χώρας στο ξεκίνημα του 21ου αιώνα. Η οικολογική καταστροφή την οποία εγκυμονεί η εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου και τα κοινωνικά δράματα που συνδέονται με την εξόρυξη του λιθάνθρακα προσανατολίζουν την κινεζική κυβέρνηση στον εκσυγχρονισμό και τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας που χρησιμοποιεί η χώρα.

Με αφετηρία το Πεκίνο, το κινεζικό τρένο υψηλής ταχύτητας (China Railways Highspeed, CRH) κινείται με περισσότερα από 300 χιλιόμετρα την ώρα για να φθάσει στο Ταϊγιουάν, την πρωτεύουσα της επαρχίας Σάνξι. Αυτή η επαρχία της βόρειας Κίνας, με τους μποτιλιαρισμένους δρόμους της και τη χαοτική κίνηση των υπέρβαρων φορτηγών που κατευθύνονται προς τις διάφορες μεγαλουπόλεις, κατείχε για πολύν καιρό τα πρωτεία στην εγχώρια παραγωγή λιθάνθρακα, πριν εκθρονιστεί από την Εσωτερική Μογγολία. Τα χωριά, γκρίζα και θλιμμένα, διαδέχονται το ένα το άλλο. Τα πάντα, ή σχεδόν τα πάντα, φέρουν το αποτύπωμα του λιθάνθρακα: τα τοπία, φυσικά, αλλά και οι οικισμοί, η φύση, οι άνθρωποι -των οποίων τα σώματα και τα πρόσωπα έχουν σκουρύνει από τη δουλειά στα ορυχεία- το χρώμα του νερού. Η πλύση του ορυκτού μετά την εξόρυξή του μολύνει κάθε μέρα και περισσότερο τα ποτάμια και τον υδροφόρο ορίζοντα, κάνοντας το νερό ακατάλληλο για άρδευση και κατανάλωση.

Παρά τον εκσυγχρονισμό που συντελείται, η εξωτερική όψη των ορυχείων πρακτικά δεν έχει αλλάξει εδώ και αιώνες. Μπροστά στην είσοδο μεγάλοι σωροί λιθάνθρακα περιμένουν τα φορτηγά. Στους τοίχους των κτιρίων που χρησιμοποιούνται ως διοικητικά γραφεία κρέμονται μαυροπίνακες με μηνύματα που μεταφέρουν στους υπεύθυνους των ομάδων εργασίας τα συνθήματα της ημέρας ή υπενθυμίζουν τις τελευταίες αποφάσεις της παντοδύναμης κρατικής διοίκησης για την ασφάλεια των ορυχείων. Τα ατυχήματα στις στοές άρχισαν να αυξάνονται και πάλι από το 2010, οπότε και καταγράφηκαν, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, 1.403 περιπτώσεις, με απολογισμό 2.433 νεκρούς (1).

Μολονότι η Κίνα σχεδιάζει να πολλαπλασιάσει την κατασκευή πυρηνικών σταθμών(2) και συνεχίζει τον προγραμματισμό της για την κατασκευή φραγμάτων, ο λιθάνθρακας παραμένει κυρίαρχος όσον αφορά την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας(3) και προτιμάται ακόμα από τις διοικήσεις των εταιρειών, ιδιαίτερα σε τοπικό επίπεδο. Ετσι, σύμφωνα με τη δημοτική επιτροπή Ανάπτυξης και Μεταρρύθμισης του Πεκίνου, μέχρι το 2015 οι κάτοικοι της πρωτεύουσας θα καταναλώνουν 20 εκατομμύρια τόνους λιθάνθρακα ετησίως, έναντι 11 εκατομμυρίων το 2010, όταν η κατανάλωση άρχισε να αυξάνεται ξανά. Τρεις λόγοι προβάλλονται για να δικαιολογηθεί η επιλογή αυτή. Η Κίνα είναι από τις πρώτες χώρες παγκοσμίως στην παραγωγή λιθάνθρακα, ο οποίος αφθονεί ιδιαίτερα στις βόρειες και τις βορειοανατολικές επαρχίες της. Εκεί η εξόρυξή του δεν παρουσιάζει ιδιαίτερες δυσκολίες. Τα αποθέματα υπολογίζονται σε 118 δισεκατομμύρια τόνους από την κρατική διεύθυνση Ασφάλειας Ορυχείων. Επειτα, η βιομηχανία του λιθάνθρακα απασχολεί σημαντικό αριθμό εργαζομένων και επιτρέπει την άνετη απορρόφηση της ζήτησης εργασίας, η οποία αυξάνεται σταθερά στην ύπαιθρο. Τέλος, η καύση λιθάνθρακα με χαμηλό κόστος εξόρυξης αποτελεί τον καλύτερο τρόπο παραγωγής φθηνής ενέργειας και ταυτόχρονης τόνωσης της ανάπτυξης.

ΑΓΟΡΑ ΟΡΥΧΕΙΩΝ

Την τελευταία δεκαετία, η διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη, χάρη στις ευκαιρίες που προσφέρουν οι νέες προνομιακές σχέσεις με τις αναδυόμενες χώρες, όπως η Νότια Αφρική ή η Κολομβία, στις οποίες ο λιθάνθρακας είναι άφθονος. Το ενδιαφέρον του Πεκίνου προκαλούν, επίσης, και τα υπαίθρια ορυχεία της Αυστραλίας. Για την ώρα, όμως, η εγχώρια παραγωγή λιθάνθρακα καλύπτει το 60% των αναγκών. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε το επίσημο πρακτορείο Ξινχούα, σήμερα στην Κίνα λειτουργούν περίπου 12.000 ορυχεία. Ωστόσο, οι ειδικοί εκτιμούν ότι, με δεδομένη την ύπαρξη παράνομων ορυχείων, ο συνολικός αριθμός τους μπορεί να είναι διπλάσιος.

Εξαιτίας της διασποράς των ορυχείων δημιουργούνται διάφορα προβλήματα, γι' αυτό κι έχουν δρομολογηθεί αρκετά φιλόδοξα σχέδια συγκέντρωσης και λειτουργίας μεγάλων μονάδων με στόχο την ενοποίηση της παραγωγής. Το 2006, η Επιτροπή Μεταρρύθμισης και Εθνικής Ανάπτυξης δημοσίευσε σχέδιο κατασκευής, μέχρι το 2015, πέντε ή έξι γιγάντιων εξορυκτικών συμπλεγμάτων, μέσω της συγχώνευσης ή του παροπλισμού των μικρών ορυχείων στις επαρχίες με τη σημαντικότερη παραγωγή λιθάνθρακα. Ετσι, δημιουργήθηκε ο όμιλος Heilongjiang Longmei Mining Holding Group, ένας γίγαντας με 88.000 εργαζομένους. Αλλο παράδειγμα, ο όμιλος Datong Coal Mine Group, εισηγμένος στο χρηματιστήριο της Σαγκάης. Το 2011, η Κίνα αριθμεί επίσημα 24 μεγάλους κρατικούς ομίλους παραγωγής λιθάνθρακα, που προήλθαν από τη συγχώνευση διαφόρων εταιρειών εξόρυξης και το κλείσιμο πολλών μικρότερων ορυχείων, κυρίως ιδιωτικών, στα οποία συνέβαιναν και τα περισσότερα ατυχήματα. Ετσι, ο αριθμός των ορυχείων πέρασε από τις 87.000 το 1995, στις 26.000 το 2005 και στις 12.000 το 2010.

Στο ίδιο πνεύμα, τον Φεβρουάριο του 2010, ανακοινώθηκαν τα σχέδια κατασκευής ενός τεράστιου ορυχείου λιθάνθρακα στην επαρχία Γκανσού, της οποίας τα εκμεταλλεύσιμα αποθέματα υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τα 7 δισεκατομμύρια τόνους. Με έκταση 1.100 τετραγωνικά χιλιόμετρα, το ορυχείο θα μπορούσε να παράγει 20 εκατομμύρια τόνους λιθάνθρακα ετησίως(4). Η μονάδα ονομάζεται Νινγκτσένγκ, από την ομώνυμη τοποθεσία, και θεωρείται ήδη το μεγαλύτερο ορυχείο λιθάνθρακα στον κόσμο.

Τα μεγαλεπήβολα σχέδια και το εγχείρημα συγκέντρωσης της παραγωγής συνοδεύονται πάντα από επιχειρήματα περί ασφάλειας, με στόχο τη δικαιολόγηση των επίσημων αποφάσεων και τον καθησυχασμό της κοινής γνώμης. «Η ασφάλεια είναι η υπέρτατη αρχή μας» και «Ας γιορτάσουμε τη μεταρρύθμιση που γίνεται στα ορυχεία» διακηρύσσουν με συνθήματα χαραγμένα στους ασοβάτιστους τοίχους των ορυχείων στο Σάνξι ή στο Χενάν. Πάντως, η δημιουργία μεγαλύτερων ομίλων δεν έχει αποδείξει την αποτελεσματικότητά της. Οπωσδήποτε, ο αριθμός ρεκόρ του 2009 (6.995 νεκροί) δεν έχει ξεπεραστεί, αλλά, μετά από μια περίοδο σταθερής μείωσης, τα ατυχήματα έχουν αρχίσει και πάλι να πληθαίνουν τα τελευταία δύο χρόνια, προκαλώντας την οργή των τοπικών κοινωνιών. Πρώτη φορά το 2007, μετά από έκρηξη (λόγω διαρροής μεθανίου) σε ορυχείο στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας, οι οικογένειες των ανθρακωρύχων που έχασαν τη ζωή τους αποζημιώθηκαν, λαμβάνοντας περίπου 25.000 ευρώ η καθεμία. Από τότε, χρηματικές αποζημιώσεις δίνονται πιο συχνά. Ετσι, όμως, εμφανίστηκε μια νέα απειλή για τους ανθρακωρύχους, αυτή τη φορά από τις τοπικές μαφίες.

Εγκληματίες έχουν ειδικευθεί στις δολοφονίες ανθρακωρύχων, οι οποίες παρουσιάζονται ως δυστυχήματα, για να εισπραχθούν οι -ολοένα και μεγαλύτερες- αποζημιώσεις που καταβάλλει το κράτος ή οι ιδιοκτήτες των ορυχείων. Διάφορα σκάνδαλα έχουν ξεσπάσει στις επαρχίες Χεμπέι, Γιουνάν και Σετσουάν, όπου οργανωμένες συμμορίες, συχνά σε συνεννόηση με τους εργοδότες, διαπράττουν ατιμώρητοι σειρά φόνων μέσα στα ίδια τα ορυχεία και στα προσωρινά παραπήγματα όπου στοιβάζονται οι εξαθλιωμένοι «mingong» (εσωτερικοί μετανάστες). Το 2003, ο σκηνοθέτης Λι Γιανγκ είχε διηγηθεί το δράμα τους στη μεγάλου μήκους ταινία του «Blind shaft», μια κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Λιου Κουίνγκ Μπανγκ, «Η στοά» (5).

Ο ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΟΑΣ

Η ταινία, η οποία έλαβε πολλά βραβεία στο εξωτερικό, υπήρξε η πρώτη που κατήγγειλε την αύξηση της εγκληματικότητας στις σκοτεινές στοές των κινέζικων ορυχείων, όπου βασιλεύει το δίκαιο του ισχυρότερου. Θα μπορούσε, επίσης, να γίνει αναφορά στο σκάνδαλο που αποκάλυψαν τα κινεζικά μέσα ενημέρωσης, στα τέλη του 2010: 62 άνθρωποι με νοητική υστέρηση, τους οποίους είχε «αγοράσει» ιδιωτικό κέντρο ειδικής φιλοξενίας και, στη συνέχεια, τους είχε «πουλήσει», εργάζονταν ως σκλάβοι στα ορυχεία του Σετσουάν. Η δίκη των υπευθύνων έλαβε μεγάλη δημοσιότητα.

Απέναντι στη διογκούμενη αγανάκτηση του κόσμου, το καθεστώς σκλήρυνε τη στάση του. Τον Σεπτέμβριο του 2010, μετά από δυστύχημα στην επαρχία Γκουανγκχσί, το οποίο κόστισε τη ζωή 35 ανθρώπων, ο πρωθυπουργός Γουέν Τζιαμπάο διέταξε τους ιδιοκτήτες να κατεβαίνουν στις στοές, αφού, όπως τους επεσήμανε, «έχετε καθήκον να μοιράζεστε τους κινδύνους με τους υπαλλήλους σας, ώστε να είστε βέβαιοι πως οι κανονισμοί ασφαλείας γίνονται σεβαστοί».

Με λιγότερο θεαματικό, αλλά, αναμφίβολα, πιο αποτελεσματικό τρόπο, η κυβέρνηση επιδιώκει να κάνει ασφαλέστερη την εξόρυξη λιθάνθρακα με τη μέθοδο της δέσμευσης του μεθανίου, του αερίου που ευθύνεται για τις περισσότερες θανατηφόρες εκρήξεις στα ορυχεία. Κατά τον Χουάνγκ Σενγκ Τσου, διευθυντή του Chinese Coal Information Institute, συμβουλευτικού οργανισμού που ελέγχεται από το κράτος, «η Κίνα έχει αποφασίσει να επενδύει κάθε χρόνο το ισοδύναμο των 200 εκατομμυρίων ευρώ για να επιδοτεί τον καθαρισμό των ορυχείων από αέρια πριν από την εξόρυξη του λιθάνθρακα». Το μεθάνιο που δεσμεύεται με τον τρόπο αυτό μεταφέρεται σε εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας όπου, αφού καθαριστεί, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμη ύλη. Ορισμένες εμπειρίες απέδειξαν του λόγου το αληθές, όπως η προσπάθεια του Τζιντσένγκ, στην επαρχία Σάνξι, όπου λειτουργεί από το 2008 σημαντική μονάδα πώλησης μεθανίου που προέρχεται από τοπικό ανθρακωρυχείο.

Η αναζήτηση τεχνολογικών λύσεων για την καταπολέμηση των επιπτώσεων από την εντατική χρήση λιθάνθρακα δεν είναι πρόσφατη υπόθεση. Εδώ και αρκετά χρόνια, τα θερμοηλεκτρικά εργοστάσια, που λειτουργούσαν με την εξαιρετικά ρυπαντική τεχνική της κονιορτοποίησης του λιθάνθρακα, μπήκαν στο στόχαστρο των υπερασπιστών του περιβάλλοντος. Η Κίνα, για να ανατρέψει την εικόνα της ως της χώρας με τις χιλιάδες καμινάδες που ξερνούν θειάφι, βρήκε στις τεχνολογίες του «καθαρού άνθρακα» μια λύση κατάλληλη για να περιορίσει την ατμοσφαιρική ρύπανση, τη στιγμή, όμως, που έχει περάσει στην πρώτη θέση παγκοσμίως σε εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2). Η Κίνα κατέχει την τεχνολογία της «υπερ-κρίσιμης» καύσης(6), με τον ατμό εξαιρετικά υψηλής πίεσης που παράγεται να προσφέρει την καλύτερη απόδοση και τη μικρότερη ποσότητα αερίων του θερμοκηπίου. Μάλιστα, κατασκευάζει ένα εργοστάσιο του συγκεκριμένου τύπου κάθε μήνα, με κόστος 30% μικρότερο από το αντίστοιχο ενός εργοστασίου συμβατικής τεχνολογίας στις Ηνωμένες Πολιτείες.

ΤΟ ΚΙΟΤΟ

Ωστόσο, μολονότι η χώρα έχει υπογράψει το πρωτόκολλο του Κιότο, θεωρεί ότι έχει δικαίωμα στα ίδια ιστορικά προνόμια που απολάμβαναν οι βιομηχανικές χώρες κατά την οικονομική τους ανάπτυξη. Και λίγο την ενδιαφέρει εάν κάτι τέτοιο σημαίνει την αύξηση των εκπομπών CO2. Σύμφωνα με την Greenpeace, «οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου θα μπορούσαν να διπλασιαστούν μέχρι το 2030 και να κυμαίνονται μεταξύ 3 και 4 δισεκατομμυρίων τόνων ετησίως (7)». Στο σημείο αυτό, πρέπει να προστεθεί και η μόλυνση του υδροφόρου ορίζοντα: «Για κάθε τόνο λιθάνθρακα που παράγεται», σημειώνει η οικολογική οργάνωση, «δυόμισι τόνοι νερού μολύνονται, με αποτέλεσμα τη σταδιακή εξάντληση των υδάτινων πόρων. Τα χρησιμοποιημένα ύδατα που απορρίπτονται μετά την πλύση του λιθάνθρακα αντιστοιχούν στο 25% των χρησιμοποιημένων υδάτων του συνόλου της χώρας και φέρουν τοξικά μέταλλα σε μεγάλες ποσότητες». Η ρύπανση αυτή έχει τραγικές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία: σύμφωνα με μελέτη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), 190 εκατομμύρια άνθρωποι στην Κίνα πάσχουν από ασθένειες που σχετίζονται με το μολυσμένο νερό, ενώ 30.000 παιδιά πεθαίνουν κάθε χρόνο από διάρροιες που οφείλονται στον ίδιο λόγο (8).

Εχοντας επίγνωση της ζημιάς, οι κινεζικές αρχές επιδιώκουν τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας που χρησιμοποιούν, δίνοντας έμφαση στην ηλιακή ενέργεια. Με την κατάρτιση του 12ου πενταετούς πλάνου (2012-2016), η κινεζική κυβέρνηση έθεσε ως στόχο τον περιορισμό της έντασης λιθάνθρακα (9) κατά 17% σε πέντε χρόνια. Η υπόθεση επείγει, γιατί ο κινεζικός λιθάνθρακας συμβάλλει στην ασφυξία του πλανήτη.

(1) «China Daily», Πεκίνο, 10 Μαΐου 2011.

(2) Το 2010, η πυρηνική ενέργεια αντιπροσώπευε το 1,1% της ενεργειακής παραγωγής στην Κίνα. Προβλέπεται να φθάσει στο 4% μέχρι το 2015 ή το 2020.

(3) Οι θερμοηλεκτρικοί σταθμοί λιγνίτη παράγουν το 83% της ηλεκτρικής ενέργειας στην Κίνα, έναντι 80% στην Αυστραλία, 70% στην Ινδία και λίγο πάνω από 50% στις Ηνωμένες Πολιτείες.

(4) Βλ. «China approves Gansu coal mining plan», «People's Daily», Πεκίνο, 8 Φεβρουαρίου 2010.

(5) Liu Qingbang, «Le Puits», Bleu de Chine, Παρίσι, 2003. Η ταινία προβλήθηκε στην Κίνα.

(6) Στμ: «Combustion supercritique», εξελιγμένη τεχνολογία καύσης που χρησιμοποιεί μείγμα νερού και καυσίμου σε πολύ υψηλή θερμοκρασία.

(7) Mao Yushi, Sheng Hong και Yang Fuqian (διευθ.), «The true cost of coal», Greenpeace, Σεπτέμβριος 2008.

(8) ΟΟΣΑ, «Examen environnemental de la Chine 2007-2008», Γενεύη, 2008.

(9) Σχέση μεταξύ των εκπομπών CO2 και της παραγωγής.

* Δημοσιογράφος, Πεκίνο.
(από την εφημερίδα "Ελευθεροτυπία")