Με τις διεθνείς τιμές του αργού να εξακολουθούν να κινούνται σταθερά πάνω από τα $100 το βαρέλι – προχθές 22/12 το μεσημέρι το Brent εκινήτο καθοδικά στο ICE του Λονδίνου στα $106,8 για παραδώσεις Ιανουαρίου - αψηφώντας κατ’ ουσία τον νόμο της βαρύτητας και το αρνητικό παγκόσμιο οικονομικό κλίμα, κάθε εκτίμηση για την μακροπρόθεσμη πορεία τους εντός του 2012 μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά επιπόλαιη

Με τις διεθνείς τιμές του αργού να εξακολουθούν να κινούνται σταθερά πάνω από τα $100 το βαρέλι – προχθές 22/12 το μεσημέρι το Brent εκινήτο καθοδικά στο ICE του Λονδίνου στα $106,8 για παραδώσεις Ιανουαρίου - αψηφώντας κατ’ ουσία τον νόμο της βαρύτητας και το αρνητικό παγκόσμιο οικονομικό κλίμα, κάθε εκτίμηση για την μακροπρόθεσμη πορεία τους εντός του 2012 μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά επιπόλαιη. Γεγονός αναμφισβήτητο είναι πάντως ότι η μέση τιμή του αργού, για το 2011, για την ποικιλία Brent και για το καλάθι αργού του OPEC – οι δύο βασικοί δείκτες τιμών που χαρακτηρίζουν την διεθνή αγορά – θα διαμορφωθεί σε πρωτόγνωρα επίπεδα, δηλαδή αρκετά επάνω από τα $100 το βαρέλι, τιμή ρεκόρ όλων των εποχών. 

Εύλογα γεννιέται το ερώτημα γιατί εν μέσω μιας πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης στην Ευρωζώνη, που εντείνει την αβεβαιότητα σε παγκόσμιο επίπεδο, μιας αναιμικής ανάπτυξης στις ΗΠΑ και μιας διαφαινόμενης κάμψης στην ανάπτυξη Κίνας-Ινδίας, οι τιμές του αργού εξακολουθούν να κρατούνται σε τόσο υψηλά επίπεδα, αν και τις τελευταίες ημέρες παρουσιάζουν μια ελαφριά καθοδική τάση. Πράγματι από το επίπεδο των $110-112 το βαρέλι στις αρχές Δεκεμβρίου οι τιμές του Brent έχουν υποχωρήσει αισθητά στα $105-107 ενώ το καλάθι αργού του OPEC στα $102-103,0 το βαρέλι. Αυτή η πρόσφατη πτώση οφείλεται κυρίως στην αλλαγή ισοτιμίας Ευρώ έναντι του Δολαρίου με την ισχυροποίηση του δολαρίου στα 1,30 δολάρια ανά 1 ευρώ από το 1,34 στις αρχές Δεκεμβρίου και 1,42 την τελευταία εβδομάδα του Οκτωβρίου. Με τους παραγωγούς του OPEC να πληρώνονται σε δολάρια και μεγάλο μέρος των εισαγωγών των χωρών του Κόλπου να τιμολογούνται σε ευρώ, η αυξημένη αγοραστική αξία του δολαρίου δρα ανασχετικά στην αύξηση των διεθνών τιμών. Όμως αυτό δεν αρκεί για να μειωθούν σημαντικά οι τιμές οι οποίες μακροπρόθεσμα διαμορφώνονται ακολουθώντας τον σιδηρό κανόνα της προσφοράς και ζήτησης.


Και εδώ τα πράγματα αρχίζουν να περιπλέκονται από πλευράς ερμηνειών αφού η τρέχουσα παγκόσμια ζήτηση σύμφωνα με τελευταία στοιχεία του IEA τρέχει στα 89,0 εκατ. βαρέλια την ημέρα, δηλαδή +0,7 εκατ. βαρέλια σε σύγκριση με πέρυσι, ενώ οι προβλέψεις για το 2012 κάνουν λόγο για ζήτηση στα 90,3 εκατ. βαρέλια την ημέρα, δηλαδή +1,3 εκατ. βαρέλια περισσότερα από εφέτος. Μία εκτίμηση με την οποία διαφωνεί το CGES του Λονδίνου, το think tank του Σεΐχη Ζακί Γιαμανί, το οποίο διευθύνει ο Dr. Leo Drollas, το οποίο προβλέπει μία σαφώς μικρότερη αύξηση στα 680,000 bpd για το 2012. Με τον OPEC, μετά την πρόσφατη τακτική σύνοδο του στην Βιέννη, να επανακαθορίζει τους στόχους παραγωγής στα 30,0 εκατ. βαρέλια την ημέρα, δηλαδή μείον 0,9 εκατ. βαρέλια από την σημερινή παραγωγή, βλέπουμε τα πρώτα δείγματα αντίδρασης της αγοράς. Ο OPEC περιορίζοντας οριακά την παραγωγή του, το οποίο στην ουσία σημαίνει μείωση της Σαουδαραβικής παραγωγής, έκανε τόπο για την επανεισαγωγή της Λιβύης η οποία αρκετά ποιο γρήγορα από ότι αρχικά εκτιμάτο επανακάμπτει στις διεθνείς αγορές με εντυπωσιακή αύξηση της παραγωγής της στα 600,000 bpd.

Έτσι πέρα από τις κινήσεις του OPEC οι οποίες αποβλέπουν στην σταθεροποίηση της τιμής στα επίπεδα των $100, συντρέχουν και άλλοι λόγοι που ευνοούν την διατήρηση της στα σημερινά επίπεδα. Ο πλέον σοβαρός λόγος είναι ότι η οικονομική ανάπτυξη στις χώρες των BRIC και της Μ. Ανατολής αν και δείχνει σημεία κόπωσης τρέχει σταθερά άνω του 5,0% κατά μέσο όρο πράγμα που συμβάλλει στην υψηλή ζήτηση καυσίμων. Ο περιορισμός στην παραγωγή που επιχειρεί ο OPEC όπως προέκυψε από την τελευταία του απόφαση για ένα νέο επίπεδο οροφής, έρχεται να προστεθεί και να εντείνει τις ανησυχίες της διεθνούς αγοράς. Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα από τις δηλώσεις των συμμετεχόντων στην τελευταία συνάντηση του OPEC στην Βιέννη, όπου παρατηρήθηκε μια εντυπωσιακή μεταστροφή του κλίματος εντός των κόλπων του οργανισμού, με μια επαναποκτηθείσα συνοχή και ένα πρωτοφανές πνεύμα συνεργασίας. Παρά τις έντονα διαφοροποιημένες απόψεις και τα αντικρουόμενα οικονομικά συμφέροντα, ο OPEC για μία ακόμη φορά κατάφερε να βρει τον παλαιό του βηματισμό και να βάλει το κοινό συμφέρον, που δεν είναι άλλο από την διατήρηση υψηλών και σταθερών τιμών, πάνω από τις εθνικές βλέψεις των κρατών μελών του. Χαρακτηριστική του κλίματος σύμπνοιας η πρόσφατη προσέγγιση Τεχεράνης – Ριάντ για συνεργασία των δύο χωρών στην περίπτωση Δυτικών κυρώσεων κατά των Ιρανικών εξαγωγών πετρελαίου σε Ευρώπη και ΝΑ Ασία.

Έτσι, μπορούμε να πούμε ότι η πειθαρχία έχει επιστρέψει στις τάξεις του OPEC πράγμα που σημαίνει ότι το καρτέλ έχει πλέον αυξημένα αντανακλαστικά και άρα θα μπορεί ν’ ανταποκριθεί με μεγαλύτερη αμεσότητα στις εξελίξεις της διεθνούς αγοράς όποιες και εάν είναι αυτές. Ακόμα ένας παράγοντας που δρα ανοδικά στην διαμόρφωση των διεθνών τιμών είναι η έκδηλη ανησυχία παραγωγών και traders μετά το προαναγγελθέν εμπάργκο από την ΕΕ (η οποία εναρμονίζεται πλήρως στα κελεύσματα των ΗΠΑ) κατά των Ιρανικών εξαγωγών αργού προς της Ευρωπαϊκές αγορές. Kάτι που αναμένεται να πλήξη ιδιαίτερα την Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία οι αγορές των οποίων τους τελευταίους 12 μήνες έχουν δει αυξημένες εισαγωγές Ιρανικού αργού –λόγω των πολύ ευνοϊκών εμπορικών όρων που προσφέρει η NIOC.

Ζωτικής σημασίας ερώτημα για την αποτελεσματικότητα του εμπάργκο είναι αν οι κυρώσεις αναγκάσουν την Τεχεράνη να μειώσει την πετρελαϊκή παραγωγή της ή απλώς θα τη στρέψουν σε άλλες αγορές – όπως, άλλωστε συμβαίνει με το εμπάργκο των ΗΠΑ κατά της χώρας, που ισχύει από το 1997 χωρίς αποτέλεσμα. Η επίδραση του εμπάργκο ενδεχομένως να είναι περιορισμένη αν η Τεχεράνη καταφέρει και διοχετεύσει σε ασιατικά διυλιστήρια πετρέλαιο που κανονικά προορίζει για την Ευρώπη. Αυτό σημαίνει πως η Τεχεράνη θα πρέπει να βρει προορισμό για 450.000 βαρέλια ημερησίως, και δη σε μειωμένες τιμές. Σε δημόσιες δηλώσεις τους Ιρανοί αξιωματούχοι ισχυρίζονται ότι το embargo δεν πρόκειται να τους πλήξει στο ελάχιστο, όμως στις επαφές τους με τις εταιρείες πελάτες τους στην Ευρώπη και αλλού εκφράζουν μία αγωνία για την επόμενη ημέρα. Αυτή η αγωνία εάν κορυφωθεί μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε αντίμετρα από πλευράς Ιράν κάτι που θα εκτινάξει τις τιμές πετρελαίου σε δυσθεώρητα ύψη.