Mε τις τιμές του πετρελαίου να έχουν ξεπεράσει τα 50 δολάρια το βαρέλι, ανώτατα στελέχη από τον πετρελαϊκό τομέα που συναντήθηκαν στη Βιέννη κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου τόνισαν ότι η βιομηχανία δεν θα καταφέρει να διοχετεύσει επαρκείς επιπλέον ποσότητες πετρελαίου στην αγορά εγκαίρως ώστε να καταφέρει να συγκρατήσει τις υψηλές τιμές, επειδή η άντληση πετρελαίου από νέα κοιτάσματα προϋποθέτει πολύ χρόνο. Ορισμένοι μάλιστα υποστηρίζουν ότι δεν πρόκειται να υπάρξει σημαντική μείωση στις τιμές, εφόσον οι αυξήσεις του ενεργειακού κόστους είναι αρκετές για να αναγκάζουν τους καταναλωτές να ξοδεύουν λιγότερο. Οι ανησυχίες για τις αυξήσεις των τιμών του πετρελαίου εντείνονται, επειδή το ακριβότερο πετρέλαιο μπορεί να πλήξει την οικονομία, λειτουργώντας ως «φόρος» για τους καταναλωτές, οι οποίοι πρέπει να δαπανούν περισσότερα για προϊόντα, όπως βενζίνη και πετρέλαιο θέρμανσης, και πλήττοντας τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων που καταναλώνουν καύσιμα. Ωστόσο, η αύξηση των τιμών δεν έχει παρουσιάσει μέχρι στιγμής σημάδια ότι μπορεί να οδηγήσει σε ύφεση υποκινούμενη από μια πετρελαϊκή κρίση. Πράγματι, η κινητήρια δύναμη πίσω από την άνοδο των τιμών πετρελαίου -η εντυπωσιακή αύξηση της ζήτησης- αποτελεί προϊόν της ισχυρότερης παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης σε περίπου 60 χρόνια. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο IMF or "International Monetary Fund" or "Διεθν* Νομισματικο* Ταμείο*"&orderby=2'>ΔΝΤ προέβλεψε την προηγούμενη εβδομάδα ότι το ΑΕΠ παγκοσμίως θα αναπτυχθεί με 5% το 2004, με τον ισχυρότερο ρυθμό της τελευταίας 30ετίας. Επίσης, ενώ βρίσκεται σε επίπεδα-ρεκόρ σε ονομαστικούς όρους, η τιμή του πετρελαίου εξακολουθεί να είναι κατώτερη του ρεκόρ των 73 δολαρίων το βαρέλι που είχε αγγίξει στις αρχές της δεκαετίας του 1980, προσαρμοζόμενη στον πληθωρισμό. Τα στελέχη των πετρελαϊκών ομίλων της Δύσης στη συνάντηση της Βενετίας κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι δεν μπορούν να κάνουν πολλά για να αυξήσουν την παραγωγή σε βραχυπρόθεσμα πλαίσια, καθώς τυπικά παράγουν στο μέγιστο βαθμό της παραγωγικής δυναμικότητας όλων των εποχών. Ακόμη και για μεσοπρόθεσμα πλαίσια, οι εταιρείες χρειάζονται πρόσβαση στα αποθέματα που εντοπίστηκαν πρόσφατα προκειμένου να βοηθήσουν στην κάλυψη των αναγκών. Τα πετρελαϊκά προγράμματα χρειάζονται αρκετά χρόνια για να ολοκληρωθούν, το γρηγορότερο, ενώ μερικά μπορεί να διαρκέσουν μία δεκαετία ή και περισσότερο.