Του Τάσου Δασόπουλου
Το Σεπτέμβριο σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας ο πληθωρισμός από το 2,7% του Αυγούστου επανέρχεται στα επίπεδα του Ιουλίου δηλαδή στο 2,9% με προοπτική να βρεθεί ακόμη ψηλότερα τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο. Σε ό,τι αφορά τα στοιχεία του προηγούμενου μήνα η αρνητική επίδραση που έφερε και την επιτάχυνση του Γενικού Δείκτη ήταν κυρίως οι αυξήσεις στις τιμές των ιδιωτικών σχολείων και των φροντιστηρίων ξένων γλωσσών που φτάνουν μέχρι και 7% περιλαμβάνοντας και τις αυξήσεις των εξωδιδακτικών υπηρεσιών. Οι αυξήσεις στις τιμές της βενζίνης παρέμειναν συγκρατημένες λόγω της παράτασης της «ολυμπιακής εκεχειρίας» των τιμών του Αυγούστου και το Σεπτέμβριο ενώ το πετρέλαιο θέρμανσης βρισκόταν στο χαμηλό φορολογικό συντελεστή. Επίσης λόγω της καθυστέρησης της έγκρισης των αυξήσεων των τιμολογίων των ΔΕΚΟ από το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών οι μεταβολές που εμφανίζονται στον πληθωρισμό οφείλονται κυρίως στις αυξήσεις του 2003. Το πακέτο αναψυχής και διακοπών που αφορά τις τιμές εστιατορίων καφετεριών και ξενοδοχείων δεν είχε επίσης σημαντική διακύμανση λόγω της κακής καλοκαιρινής περιόδου. Ταυτόχρονα, τα νωπά λαχανικά και τα φρούτα συνεχίζουν να εμφανίζονται με τιμές μειωμένες από 5 έως και 15% σε σχέση με πέρσι λόγω των υψηλών τιμών που διατηρούσαν το 2003. Η εκκίνηση για την περαιτέρω αύξηση του πληθωρισμού θα δοθεί με την αλλαγή του καθεστώτος φορολογίας στο πετρέλαιο θέρμανσης μέσα στον Οκτώβριο. Το πετρέλαιο θέρμανσης Η αύξηση της τιμής του πετρελαίου θέρμανσης αναμένεται να κυμανθεί από 15 έως και 20% έχοντας αυτονόητες συνέπειες και στον πληθωρισμό Οκτωβρίου και Νοεμβρίου. Συγκεκριμένα σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΣΥΕ κάθε αύξηση της τιμής του πετρελαίου θέρμανσης κατά 10% θα έχει ως αποτέλεσμα και την αύξηση του γενικού δείκτη κατά 0,2%. Ως γνωστό εκτός από την άμεση επίδραση του πετρελαίου στον τιμάριθμο υπάρχει και η έμμεση που αφορά το κόστος παραγωγής των βιομηχανικών προϊόντων. Εκ των πραγμάτων λοιπόν η αύξηση του πετρελαίου θέρμανσης η οποία θα συμπαρασύρει και αυτή του πετρελαίου κίνησης θα έχει ως συνέπεια αλυσιδωτές και διαδοχικές αυξήσεις σε ένα μεγάλο αριθμό βασικών καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών. Αξίζει να σημειωθεί ότι το πρόβλημα για την Ελλάδα είναι μεγαλύτερο δεδομένου ότι η χώρα μας είναι η περισσότερο ενεργειακά εξαρτημένη από το πετρέλαιο χώρας τόσο της Ε.Ε. όσο και της Ευρωζώνης. Συγκεκριμένα το ποσοστό των ενεργειακών αναγκών της Ελλάδας που καλύπτεται από το πετρέλαιο φτάνει το 42% ενώ ο μέσος όρος στην Ε.Ε. των 15 φτάνει το 27%. Μείωση φορολογίας Στην κατεύθυνση της αποφυγής μιας τέτοιας κατάστασης, το υπουργείο Ανάπτυξης έχει θέσει και πάλι στα αρμόδια Κοινοτικά όργανα το θέμα της μείωσης της φορολογίας του πετρελαίου προκειμένου να υπάρξει συγκράτηση των τιμών. Βεβαίως, τα φορολογικά θέματα είναι αντικείμενο των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και άρα και το ελληνικό αίτημα γίνεται καθαρά για λόγους σκοπιμότητας. Με την προοπτική δηλαδή να υπάρξει ένα μπλοκ χωρών με υψηλό πληθωρισμό που θα συμφωνήσει με την Ελλάδα και θα θέσει εκ νέου το θέμα στο καθ' ύλην αρμόδιο συμβούλιο υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών. Πάντως ανάλογο αίτημα του καθ' ύλην αρμόδιου υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών κ. Γιώργου Αλογοσκούφη τον περασμένο Μάιο όταν η τιμή του πετρελαίου είχε βρεθεί ξανά πάνω από τα 40 δολάρια το βαρέλι είχε αποκλειστεί τόσο από την πλειοψηφία των μελών του ECOFIN όσο και από την αρμόδια επίτροπο για θέματα μεταφορών και ενέργειας κ. Loyola del Palacio. (Από την εφημερίδα Ναυτεμπορική)