Ένας από τους μύθους της εποχής μας είναι πως η παγκοσμιοποίηση εκμηδένισε τη σημασία του κράτους-έθνους. Όπως λέγεται, η επανάσταση στις μετακινήσεις και τις τηλεπικοινωνίες, «γκρέμισε» τα σύνορα και «μίκρυνε» τον κόσμο. Νέοι τρόποι διακυβέρνησης -σαν τα διεθνικά ρυθμιστικά δίκτυα, τις παγκόσμιες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και τους διεθνείς οργανισμούς- υπερβαίνουν κι υποκαθιστούν τα εθνικά νομοθετικά σώματα. Απέναντι στις διεθνείς αγορές, μας τονίζουν, οι πολιτικοί των εθνών-κρατών είναι εν πολλοίς ανίσχυροι

Ένας από τους μύθους της εποχής μας είναι πως η παγκοσμιοποίηση εκμηδένισε τη σημασία του κράτους-έθνους. Όπως λέγεται, η επανάσταση στις μετακινήσεις και τις τηλεπικοινωνίες, «γκρέμισε» τα σύνορα και «μίκρυνε» τον κόσμο. Νέοι τρόποι διακυβέρνησης -σαν τα διεθνικά ρυθμιστικά δίκτυα, τις παγκόσμιες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και τους διεθνείς οργανισμούς- υπερβαίνουν κι υποκαθιστούν τα εθνικά νομοθετικά σώματα. Απέναντι στις διεθνείς αγορές, μας τονίζουν, οι πολιτικοί των εθνών-κρατών είναι εν πολλοίς ανίσχυροι.

Η παγκόσμια κρίση διέλυσε αυτό το μύθο: ποιος ενίσχυσε τις τράπεζες, άντλησε ρευστότητα, τόνωσε την οικονομία και τοποθέτησε «δίκτυα ασφαλείας» για τους ανέργους, με σκοπό να αντιμετωπίσει την κλιμακούμενη καταστροφή; Ποιος ξαναγράφει τους κανόνες ελέγχου και ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού συστήματος ώστε να αποφευχθούν τα ίδια; Και ποιος λαμβάνει τη μερίδα του λέοντος των ευθυνών για ό,τι πάει άσχημα; H απάντηση είναι πάντα η ίδια: οιεθνικέςκυβερνήσεις. Οι G20, το «διεθνές νομισματικό ταμείο» (ΔΝΤ) και η «επιτροπή τραπεζικής επόπτευσης της Βασιλείας» βρίσκονται εν πολλοίς στα παρασκήνια.

Ακόμα και στην Ευρώπη, όπου οι περιφερειακοί θεσμοί είναι σχετικά ισχυροί, στη χάραξη πολιτικής δέσποσαν το εθνικό συμφέρον και οι εγχώριοι πολιτικοί, στο πρόσωπο της Γερμανίδας καγκελαρίου 'Ανγκελα Μέρκελ (Angela Merkel): η κρίση της ευρωζώνης θα είχε εξελιχθεί πολύ διαφορετικά αν η Μέρκελ γοητευόταν λιγότερο από την ανάγκη λιτότητας στα υπερχρεωμένα κράτη-μέλη κι είχε κατορθώσει να πείσει το εκλογικό της ακροατήριο για την ανάγκη μιας διαφορετικής προσέγγισης.

Κι όμως, ενώ το κράτος-έθνος ζει, η φήμη του έχει κουρελιαστεί. Η ιδεολογική επίθεση εναντίον του κυκλοφορεί σε δύο εκδοχές:

Υπάρχει κατ' αρχήν η κριτική των οικονομολόγων που θεωρούν τις κρατικές κυβερνήσεις ως εμπόδιο στην ελεύθερη διακίνηση των αγαθών, των κεφαλαίων και των προσώπων στον κόσμο. Αν εξουδετερώνονταν οι εγχώριοι πολιτικοί -με τις ρυθμίσεις και τους φραγμούς τους- λένε, οι παγκόσμιες αγορές θα είχαν αυτορυθμιστεί προς όφελος μιας πιο ενοποιημένης και αποτελεσματικής παγκόσμιας οικονομίας.

Αλλά ποιος άλλος εκτός των κρατών-εθνών θα μπορούσε να θεσπίσει κανόνες και ρυθμίσεις για τις χρηματαγορές; Το «λεσέ φερ» θα ήταν η συνταγή για περισσότερες κρίσεις και όξυνση των πολιτικών διαμαχών. Επιπλέον, θα ανέθετε την οικονομική διαχείριση στους διεθνείς τεχνοκράτες, που κινούνται πάνω από τις δεσμεύσεις της πολιτικής, πράγμα που υπονομεύει σοβαρά τη δημοκρατία και την πολιτική λογοδοσία.

Κοντολογίς, το «λεσέ φερ» και η διεθνής τεχνοκρατία δεν προσφέρουν αξιόπιστη εναλλακτική λύση στο κράτος-έθνος. Η πραγματικότητα είναι ότι -καθώς στερούμαστε από βιώσιμους μηχανισμούς παγκόσμιας διακυβέρνησης- οι παγκόσμιες αγορές συγκαταλέγονται στα θύματα της αποδιάρθρωσης του κράτους-έθνους.

Δεύτερον, υπάρχουν οι κοσμοπολίτες, που καταγγέλλουν ως αυθαίρετα τα εθνικά σύνορα. Όπως το έθεσε ο φιλόσοφος Πίτερ Σίνγκερ (PeterSinger) η τηλεπικοινωνιακή επανάσταση δημιούργησε ένα «παγκόσμιο ακροατήριο», που δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την ανάδυση μιας «παγκόσμιας ηθικής». Αν αυτοπροσδιοριστούμε ως ένα ενιαίο έθνος, η ηθική μας θα παραμείνει «εθνική». Αν όμως συνδεόμαστε ολοένα και στενότερα με τον ευρύτερο κόσμο, η νομιμοφροσύνη μας θα έχει πολύ εκτενέστερες αναφορές. Σύμφωνα με τον νομπελίστα οικονομολόγο Αμάρτια Σεν (AmartyaSen) σήμερα εμφανίζονται «πολλαπλές ταυτότητες» (εθνικές, θρησκευτικές, τοπικές, επαγγελματικές και πολιτικές) πολλές εκ των οποίων υπερβαίνουν τα εθνικά σύνορα.

Είναι ασαφές ακόμα πόσα από τα παραπάνω οφείλονται στις επιθυμίες όσων τα υποστηρίζουν ή σε πραγματικές αλλαγές στις ταυτότητες και τις δεσμεύσεις των ανθρώπων. Πάντως τα στοιχεία δείχνουν πως τα αισθήματα νομιμοφροσύνης στο κράτος-έθνος παραμένουν εξαιρετικά ισχυρά: εδώ και μερικά χρόνια, η «επιθεώρηση παγκοσμίων αξιών» πραγματοποίησε έρευνα σε μεγάλο αριθμό κρατών για να μελετήσει τους δεσμούς των ανθρώπων με τις τοπικές τους κοινότητες, τις πατρίδες τους και τον κόσμο. Όπως ήταν αναμενόμενο, ο αριθμός όσων έβλεπαν εαυτόν πρωτίστως ως μέλη ενός έθνους ήταν συντριπτικά σημαντικότερος από εκείνους που αυτοπροσδιορίζονταν ως πολίτες του κόσμου. Αυτό όμως που δεν ήταν αναμενόμενο, είναι πως το αίσθημα της εθνικότητας υπερείχε της τοπικότητας στις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρώπη, την Ινδία, την Κίνα και τις περισσότερες από τις άλλες περιοχές που ερευνήθηκαν.

Η ίδια έρευνα έδειξε πως ο κοσμοπολιτισμός σχετίζεται με την υψηλότερη μόρφωση, τη νεότητα και το αίσθημα του ανήκειν στην ανώτερη κοινωνικοοικονομική τάξη. Μολοταύτα, δύσκολα βρίσκει κανείς κάποια δημογραφική κατηγορία στην οποία ο κοσμοπολιτισμός να υπερέχει της εθνικότητας.

Όσο σημαντική κι αν ήταν η μείωση του κόστους στις μεταφορές και τις τηλεπικοινωνίες, η γεωγραφία δεν έχει εξαλειφθεί. Η οικονομική, κοινωνική και πολιτική δράση συνεχίζει να καθορίζεται από ανάγκες, προτιμήσεις και ιστορικές διαδρομές που είναι πολύ διαφορετικές στα διάφορα σημεία του πλανήτη.

Η γεωγραφική απόσταση συνεχίζει να καθορίζει τις οικονομικές συναλλαγές όσο το έκανε εδώ και μισό αιώνα. Φαίνεται πως ακόμα και το διαδίκτυο δεν είναι τόσο παγκόσμιο όσο φαίνεται: μια έρευνα έδειξε πως οι Αμερικανοί επισκέπτονται σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό ιστοσελίδες όμορων κρατών, ανεξαρτήτως μάλιστα της γλώσσας τους, του εισοδήματός τους και πολλών ακόμα παραγόντων.

Το πρόβλημα είναι πως συνεχίζει να κυριαρχεί ο μύθος της παρακμής του κράτους-έθνους: έτσι οι πολιτικοί ηγέτες μπορούν να επικαλούνται την αδυναμία τους, οι διανοούμενοι να φαντασιώνονται ανέφικτα σχήματα παγκόσμιας διακυβέρνησης και οι χαμένοι της κοινωνικής εξέλιξης να κατηγορούν ολοένα και περισσότερο τους μετανάστες και τις εισαγωγές. Αναφερθείτε στην ανάγκη ενίσχυσης του κράτους-έθνους και θα δείτε αξιοσέβαστους ανθρώπους να τρέχουν να κρυφτούν λες και τους μιλάτε για την ανάγκη να επιστρέψει η πανούκλα.

Τούτων λεχθέντων, η γεωγραφία των ταυτοτήτων και του αισθήματος του ανήκειν ασφαλώς και δεν είναι παγιωμένη· φυσικά και άλλαξε διαμέσου της ιστορίας. Πράγμα που σημαίνει πως δεν πρέπει να αποκλείουμε την πιθανότητα να αναδειχθεί πράγματι στο μέλλον μια αυθεντική κοσμοπολιτική ταυτότητα ή διεθνικές πολιτικές κοινότητες.

Αλλά τα σημερινά προβλήματα δεν είναι δυνατό να λυθούν από θεσμούς που δεν υπάρχουν (ακόμα). Προς το παρόν, ο κόσμος οφείλει να απαιτήσει λύσεις από τις εθνικές του κυβερνήσεις, με το κράτος-έθνος να παραμένει το ευνοϊκότερο πεδίο για συλλογική δράση. Το κράτος-έθνος μπορεί να είναι μια αντίκα που μας κληροδότησε η γαλλική επανάσταση, αλλά είναι το μόνο που έχουμε.

Ο Dani Rodrik είναι καθηγητής διεθνούς πολιτικής οικονομίας στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ

(© Project Syndicate / μετάφραση: www.ppol.gr)