Η τελευταία έκθεση της Κομισιόν δεν είναι ιδιαίτερα παρηγορητική. Αναφέρεται σε μέτρα για το 2013 και το 2014, αναγνωρίζει ότι η ύφεση θα συνεχιστεί και τον επόμενο χρόνο και γενικά μεταθέτει τον χρόνο της αφετηρίας για τη σταδιακή και οπωσδήποτε αργή ανάκαμψη. Από την άλλη πλευρά, είναι φανερό ότι στη μεν Ευρώπη έχουν αρχίσει να ενεργοποιούνται αξιωματούχοι που αντιλαμβάνονται ότι η σημερινή κατάσταση της ύφεσης που συνεχώς βαθαίνει γίνεται επικίνδυνη και επομένως δεν μπορεί να συνεχιστεί, στη δε Ελλάδα είναι έκδηλη η προσπάθεια της κυβέρνησης και άλλων παραγόντων για να επιταχυνθούν οι διαδικασίες που θα δώσουν ανάσες στην πραγματική οικονομία

Η τελευταία έκθεση της Κομισιόν δεν είναι ιδιαίτερα παρηγορητική. Αναφέρεται σε μέτρα για το 2013 και το 2014, αναγνωρίζει ότι η ύφεση θα συνεχιστεί και τον επόμενο χρόνο και γενικά μεταθέτει τον χρόνο της αφετηρίας για τη σταδιακή και οπωσδήποτε αργή ανάκαμψη. Από την άλλη πλευρά, είναι φανερό ότι στη μεν Ευρώπη έχουν αρχίσει να ενεργοποιούνται αξιωματούχοι που αντιλαμβάνονται ότι η σημερινή κατάσταση της ύφεσης που συνεχώς βαθαίνει γίνεται επικίνδυνη και επομένως δεν μπορεί να συνεχιστεί, στη δε Ελλάδα είναι έκδηλη η προσπάθεια της κυβέρνησης και άλλων παραγόντων για να επιταχυνθούν οι διαδικασίες που θα δώσουν ανάσες στην πραγματική οικονομία.

Μετά το Μνημόνιο, η «ανάπτυξη» είναι ίσως ο πιο πολυχρησιμοποιημένος όρος στη σημερινή συγκυρία. Οι πάντες μιλούν για «ανάπτυξη», αν και είναι πολύ αμφίβολο κατά πόσο ξέρουν τι εννοούν. Ιδιαίτερα στα μίντια, η «ανάπτυξη» έχει πάρει τη μορφή καραμέλας που την πιπιλάνε όσοι εμφανίζονται και μιλούν, χωρίς όμως τις περισσότερες φορές να διευκρινίζουν τι και πώς την εννοούν. Ο φόβος είναι ότι εννοούν επιστροφή στο μοντέλο… ανάπτυξης που μας έφερε στην καταστροφή. Δηλαδή σε ένα κράτος που θα δανείζεται και θα μοιράζει αφειδώς λεφτά, αρκετοί που θα το λυμαίνονται, εκατοντάδες χιλιάδες με μικρομάγαζα που θα εμπορεύονται και ακόμη περισσότεροι που θα ξοδεύουν για να αγοράζουν καταναλωτικά αγαθά εισαγωγής και να κτίζουν τοίχους.

Δυστυχώς για τη σημερινή ενεργή γενιά, αυτό το μοντέλο έχει τελειώσει, είτε παραμείνει η χώρα στην Ευρωζώνη είτε όχι. Για τον απλούστατο λόγο ότι δεν μπορεί να συντηρηθεί κάτω από οποιοδήποτε πολιτικο-κοινωνικό σύστημα. Χώρα δίχως παραγωγική βάση, που το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της είναι συνεχώς θεαματικά αρνητικό, με ανίκανη διοικητική μηχανή και στην οποία ενδημεί η συστηματική λεηλασία του κράτους, δεν έχει στον ήλιο μοίρα. Οι Ελληνες πολίτες το νιώθουν αυτό στο πετσί τους πλέον, αλλά ένα πολύ μεγάλο μέρος τους αδυνατεί ή δεν θέλει να καταλάβει τον λόγο. Αντίθετα είναι πρόθυμο να συνταχθεί με εκείνους που ευαγγελίζονται την άρνηση σε όλα και αφήνουν να εννοηθεί ότι έχουν τη συνταγή για να τους οδηγήσουν σε φανταστικούς τόπους χλοερούς.

Η μεγάλη δυσκολία είναι ότι ενώ η κοινωνία χρειάζεται και απαιτεί αναπτυξιακές πολιτικές άμεσα, κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό. Είναι φανερό ότι η τρόικα και οι εταίροι-δανειστές δεν συζητούν επιστροφή στη κατανάλωση με δανεικά. Θέλουν μικρότερο κράτος, που σημαίνει και λιγότερους υπαλλήλους και ταυτόχρονα δεν θέλουν να διατηρηθεί το μοντέλο του υπερβολικά μεγάλου αριθμού αυτοαπασχολουμένων που χαρακτηρίζει την Ελλάδα, περισσότερο ίσως από κάθε άλλη χώρα της Ευρωζώνης, γεγονός που ευνοεί και τη φοροδιαφυγή. Αντικειμενικά πρόκειται για σωστή άποψη, αλλά σημαίνει επίσης ότι ένα μεγάλο ποσοστό μικρεμπόρων, μαγαζατόρων, υπαλλήλων, αγροτών και επαγγελματιών πρέπει να θυσιαστεί σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Πίσω όμως από τους αριθμούς και τα ποσοστά υπάρχουν άνθρωποι και ζωές…

Το πρόβλημα λοιπόν είναι πώς και σε πόσο χρόνο θα κινηθεί η ελληνική οικονομία με στόχο να διευρυνθεί η παραγωγική βάση και να αυξηθεί η απασχόληση, ιδιαίτερα των νέων. Λέμε ότι κάτι μπορεί να γίνει με τα κονδύλια του ΕΣΠΑ, ώστε να ξεκινήσουν κάποια μεγάλα έργα. Τα μεγάλα έργα ωστόσο, θα βελτιώσουν τις υποδομές, δεν θα εξασφαλίσουν αέναη απασχόληση γιατί κάποτε θα ολοκληρωθούν. Λέμε ακόμη ότι οι τράπεζες θα αποκτήσουν τη δυνατότητα για να βοηθήσουν τη ρευστότητα στην αγορά, όμως και αυτό μόνο του δεν σημαίνει διεύρυνση της παραγωγικής βάσης. Ούτε η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου εξασφαλίζει κάτι τέτοιο, ούτε και η ενίσχυση μικρομεσαίων επιχειρήσεων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.

Είναι σαφές λοιπόν ότι η ανάπτυξη προς την κατεύθυνση της Διεύρυνσης της παραγωγικής βάσης και της βελτίωσης του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών χρειάζεται επενδύσεις, αλλά και σχέδιο που θα τις κατευθύνει σε τομείς αποδοτικούς που θα μπορούν να ευδοκιμήσουν στην Ελλάδα. Απαιτεί επίσης αλλαγές στη συλλογική νοοτροπία των Ελλήνων και φυσικά καλύτερο κράτος. Δεν είναι εύκολα πράγματα αυτά, ενώ από την άλλη πλευρά η αγορά στεγνώνει και η ανεργία πιέζει αφόρητα την κοινωνία. Ζητούνται λύσεις.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 17/03/2012)