Αποτελεί θλιβερή διαπίστωση το γεγονός, ότι πολλοί εκ των συμπατριωτών μας, εξακολουθούν να αρνούνται να αντιληφθούν, τόσο τις αιτίες της κρίσεως που αντιμετωπίζουμε, όσο και το διεθνές περιβάλλον εντός του οποίου καλούμεθα να διαμορφώσουμε και να εφαρμόσουμε τις κατάλληλες λύσεις. Έτσι η Ελλάς έχει γίνει τα τελευταία χρόνια ο παράδεισος των θεωριών συνομωσίας, οι οποίες ούτως ή άλλως ήσαν ανέκαθεν ιδιαιτέρως προσφιλείς.

Αποτελεί θλιβερή διαπίστωση το γεγονός, ότι πολλοί εκ των συμπατριωτών μας, εξακολουθούν να αρνούνται να αντιληφθούν, τόσο τις αιτίες της κρίσεως που αντιμετωπίζουμε, όσο και το διεθνές περιβάλλον εντός του οποίου καλούμεθα να διαμορφώσουμε και να εφαρμόσουμε τις κατάλληλες λύσεις. Έτσι η Ελλάς έχει γίνει τα τελευταία χρόνια ο παράδεισος των θεωριών συνομωσίας, οι οποίες ούτως ή άλλως ήσαν ανέκαθεν ιδιαιτέρως προσφιλείς. Όσοι αρνούνται να παραδεχθούν τις ευθύνες που βαρύνουν εμάς τους ιδίους διότι επιτρέψαμε την εφαρμογή μιας πολιτικής κρατικής σπατάλης, προνομίων και καταστροφής της παραγωγικής βάσεως της χώρας, μοιραίως αναζητούν αποδιοπομπαίους τράγους.

Έτσι μαζί με την θεωρία ότι «μας επτώχευσαν» για να μας πάρουν τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους της χώρας, αρχίζουν να ανθούν και οι θεωρίες που υποστηρίζουν ότι κάποια «κέντρα» αποτρέπουν την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της Ελλάδος. Η κατάστασις αυτή γίνεται επικίνδυνη, όταν διατυπώνονται απόψεις όσον αφορά στον χειρισμό ιδιαιτέρως λεπτών ζητημάτων όπως αυτά της οριοθετήσεως υφαλοκρηπίδος και ζωνών αποκλειστικής οικονομικής εκμεταλλεύσεως (ΑΟΖ), ιδιαιτέρως από άτομα στερούμενα στοιχειώδους ενημερώσεως ως προς τα ζητήματα αυτά.

Κατ’ αρχήν, για να βάλουμε τα πράγματα στην θέση τους, είναι αλήθεια ότι οι έρευνες για τον πλούτο που ενδεχομένως ευρίσκεται στο υπέδαφος της Ελλάδος, είτε της ηπειρωτικής, είτε του νησιωτικού και θαλασσίου χώρου της, είναι ανεπαρκέστατες. Είναι γεγονός ότι οι ερευνητικές γεωτρήσεις που έχουν γίνει, είναι ελάχιστες και ως εκ τούτου ουδείς έχει πραγματική εικόνα του τι μπορεί ή δεν μπορεί να υπάρχη. Όσοι υποστηρίζουν ότι κάποια «κέντρα» έχουν εικόνα -από δορυφόρους ή άλλα μέσα παρατηρήσεως- του ελληνικού υπεδάφους και κάνουν σχέδια για τον έλεγχό του, απλώς έχουν άγνοια των πραγματικών δυνατοτήτων, της από Διαστήματος παρατηρήσεως.

Ακόμη όμως και αν προέκυπταν σοβαρές ενδείξεις που θα καθιστούσαν σκόπιμη την διενέργεια ερευνητικών γεωτρήσεων, ασφαλώς δεν πρόκειται να εξασφαλισθή εκμετάλλευσις κοιτασμάτων αν δεν περάσει τουλάχιστον μια δεκαετία. Η προσπάθεια της Κύπρου που πλέον οδηγείται σε αίσια κατάληξη, άρχισε πριν δέκα περίπου χρόνια. Με σοβαρότητα και διακριτικότητα, η Κυπριακή Δημοκρατία άρχισε την διενέργεια ερευνών και μόνο πριν λίγους μήνες κατόρθωσε να βεβαιωθή για την ύπαρξη σημαντικού κοιτάσματος φυσικού αερίου, το οποίο, αν όλα πάνε καλά, θα αρχίση να αποδίδη μετά τρία ή πέντε έτη.

Συνεπώς, ας μην περιμένη κανείς λύση στα οικονομικά μας προβλήματα από την εκμετάλλευση κοιτασμάτων. Η λύσις έγκειται στο να σοβαρευτούμε και να εργασθούμε. Αυτό δηλαδή που δεν επιθυμούν, όλοι όσοι ελεεινολογούν τους πάντες πλην του εαυτού τους για την σημερινή κατάσταση και, όσοι δυσανασχετούν διότι χάνουν τα προνόμια που απέκτησαν εις βάρος του συνόλου την τελευταία 35ετία.

Η πλέον σημαντική πτυχή του προβλήματος όμως, είναι αυτή που αφορά στην οριοθέτηση της ΑΟΖ. Αφήνοντας κατά μέρος το Αιγαίο, όπου η χώρα μας έχει τις δεσμεύσεις που απορρέουν από το Πρωτόκολλο της Βέρνης του 1976, θα επισημάνουμε ότι οιαδήποτε μονομερής οριοθέτησις ΑΟΖ, στερείται νομικών ερεισμάτων. Ορισμένοι που διατείνονται ότι πρέπει να γίνη οριοθέτησις ΑΟΖ για την θαλασσία περιοχή του Καστελορίζου, παραβλέπουν το γεγονός ότι στερείται παντελώς νομικής υποστάσεως η οριοθέτησις οικονομικής ζώνης από την Τουρκία στην εν λόγω περιοχή. Και τούτο, παρότι για την οριοθέτηση αυτή έχει συναφθή διμερής συμφωνία μεταξύ Αγκύρας και Καΐρου.

Αλλά το σημαντικότερο είναι, ότι η έναρξις τέτοιων πολιτικών ενεργειών, δεν μπορεί να γίνη αν το Κράτος δεν έχει τον σχεδιασμό και τα μέσα για να τις υποστηρίξη μέχρι τέλους. Διαφορετικά θα υποχρεωθή σε αναδίπλωση με αποτέλεσμα πολλαπλασίως καταστροφικά από αυτά της σημερινής αδρανείας. Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι σε οποιαδήποτε διακήρυξη που θα μπορούσε να δημιουργήση τετελεσμένα θα υπάρξη τουρκική αντίδρασις που ενδεχομένως δεν θα περιορισθή στο επίπεδο της πολιτικής και της διπλωματίας. Πόσο έτοιμοι και πόσο ικανοί είμαστε να αντιμετωπίσουμε ένα τέτοιο ενδεχόμενο;