Η Γαλλία στο όνομα της περιφρούρησης της θέσης της στους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς ακολουθεί εδώ και σχεδόν τρεις δεκαετίες περιοριστική δημοσιονομική πολιτική, συρρικνώνει αργά αλλά σταθερά κεκτημένα από την κοινωνική προστασία μέχρι το πλαίσιο των εργασιακών σχέσεων

Η Γαλλία στο όνομα της περιφρούρησης της θέσης της στους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς ακολουθεί εδώ και σχεδόν τρεις δεκαετίες περιοριστική δημοσιονομική πολιτική, συρρικνώνει αργά αλλά σταθερά κεκτημένα από την κοινωνική προστασία μέχρι το πλαίσιο των εργασιακών σχέσεων.

Ο Ολάντ λίγους μήνες μετά την εκλογική του νίκη βρίσκεται στην ίδια θέση που βρέθηκαν διαδοχικά οι Μιτεράν, Σιράκ - Ζιπέ, Ζοσπέν και Σαρκοζί: Πρέπει να συνεχίσει την πολιτική λιτότητας και περικοπών στο όνομα όχι μόνον της θέσης της Γαλλίας στην Ευρωζώνη αλλά και ως γραμμή άμυνας απέναντι στην πίεση των αγορών.

Προσπαθεί να εξισορροπήσει αυτή τη σκληρή πολιτική με μια πιο δίκαιη κατανομή των βαρών, με κεντρικό άξονα την υπερφορολόγηση των υψηλών εισοδημάτων και ταυτόχρονα με σκληρή μάχη υπέρ της ανάπτυξης στο ευρωπαϊκό πεδίο.

Ούτε η υπερφορολόγηση του ιδιοκτήτη της Luis Vuitton αλλά και των υπολοίπων μεγαλοεπιχειρηματιών του μεγέθους του, ούτε η ούτως ή άλλως μακρά, επίπονη και μεσοπρόθεσμης έως μακροπρόθεσμης απόδοσης μάχη για την υιοθέτηση στρατηγικής ανάπτυξης από την Ευρωζώνη και την Ε.Ε. δεν πρόκειται να διευκολύνουν τον Ολάντ, να απαλύνουν ουσιαστικά τη βεβαιότητα πρόωρης πολιτικής φθορά του.

Ας υποθέσουμε ότι οι δρακόντειες -για τα γαλλικά μέτρα περικοπές- απομακρύνουν την πίεση των αγορών από τη Γαλλία και εξισορροπούν κάπως το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας που έχει η χώρα σε σχέση με τη Γερμανία.

Ας υποθέσουμε, επίσης, ότι το μέτωπο που στήριξε τον Ντράγκι παγιώνεται, με το Παρίσι να έχει το προβάδισμα και τη Μαδρίτη και τη Ρώμη στο πλευρό του απέναντι στο Βερολίνο.

Ολα τα παραπάνω πλεονεκτήματα θα εξαερωθούν αν ξεσπάσει ένα κύμα κοινωνικής δυσαρέσκειας και αναταραχής, μια προοπτική κάτι παραπάνω από αναπότρεπτη όταν οι περικοπές αγγίξουν μισθούς και συντάξεις.

Δεν χρειάζεται κανείς να είναι μέσα στο Μέγαρο των Ηλυσίων για να ερμηνεύσει τη λογική Ολάντ: Ο πρόεδρος και η κυβέρνηση βρίσκονται στην αρχή της πενταετούς τους θητείας και είναι καλύτερα να εισπράξουν τώρα το όποιο πολιτικό κόστος, ελπίζοντας ότι το 2017 θα έχουν ανατείλει καλύτερες μέρες για τη Γαλλία και την Ευρωζώνη.

Πρόκειται για μια ανιστόρητη προσέγγιση, καθώς είναι γαλλική παράδοση η κοινωνική αποσταθεροποίηση να ανατρέπει την όποια χρονική διασφάλιση δίνουν οι θητείες της εκτελεστικής και της νομοθετικής εξουσίας.

Στις αρχές του 1967, η Ντεγκολική Δεξιά, με επικεφαλής τον τότε πρωθυπουργό Πομπιντού, κέρδισε τις βουλευτικές εκλογές και σε ένα χρόνο και τρεις μήνες η χώρα βρισκόταν στις φλόγες της εξέγερσης του Μάη του 1968.

Την Ανοιξη του 1995, ο Σιράκ εξελέγη πρόεδρος, με μια κοινωνική προεκλογική αριστερίζουσα ρητορική, και όταν το Φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς μαζί με τον πρωθυπουργό Ζιπέ επέβαλαν πρόγραμμα σκληρών δημοσιονομικών περικοπών στο όνομα του Μάαστριχ πυροδότησαν ένα τρίμηνο απεργιακό κύμα, που παρέλυσε τη χώρα και «κλείδωσε» την ήττα της Δεξιάς στις πρόωρες βουλευτικές εκλογές της Ανοιξης του 1997.

Οταν η κυβέρνηση Ζοσπέν επιχείρησε πίσω από το προπέτασμα καπνού της 35ωρης εβδομαδιαίας εργασίας να κρύψει την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και την προσεκτική συρρίκνωση των κοινωνικών παροχών, όχι μόνον δεν έπεισε αλλά τρόμαξε τους κεντρωμένους ψηφοφόρους, αποσυσπείρωσε τους αριστερούς, με αποτέλεσμα τον ταπεινωτικό αποκλεισμό του πρωθυπουργού και υποψήφιου προέδρου των Σοσιαλιστών από τον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2002, όπου ο Σιράκ είχε ως αντίπαλο τον ακροδεξιό Λεπέν.

Η Γαλλία θα είναι αδύναμος κρίκος στους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς είτε με σκληρή λιτότητα είτε με δημοσιονομική χαλάρωση.

(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ", 12/09/2012)