Η Gunvor International είναι μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες εμπορίας πετρελαίου παγκοσμίως, με έδρα την Ολλανδία. Πρόσφατα, η εταιρεία εξασφάλισε άδεια εμπορίας ηλεκτρισμού στη χώρα μας από την ΡΑΕ και πριν λίγες ημέρες υπέβαλε ανάλογο αίτημα και στη ρυθμιστική αρχή ενέργειας της Βουλγαρίας. Ιδρυτές της είναι ο Σουηδός Τόμπιορν Τόρνκβιστ και ο Ρώσος Γκενάδι Τιμτσένκο, οι οποίοι εξακολουθούν να διατηρούν την πλειοψηφία των μετοχών.

Η Gunvor International είναι μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες εμπορίας πετρελαίου παγκοσμίως, με έδρα την Ολλανδία. Πρόσφατα, η εταιρεία εξασφάλισε άδεια εμπορίας ηλεκτρισμού στη χώρα μας από την ΡΑΕ και πριν λίγες ημέρες υπέβαλε ανάλογο αίτημα και στη ρυθμιστική αρχή ενέργειας της Βουλγαρίας. Ιδρυτές της είναι ο Σουηδός Τόμπιορν Τόρνκβιστ και ο Ρώσος Γκενάδι Τιμτσένκο, οι οποίοι εξακολουθούν να διατηρούν την πλειοψηφία των μετοχών.

Ο Τιμτσένκο είναι γνωστός στους επιχειρηματικούς κύκλους της Ρωσίας, αλλά και στο εξωτερικό πρώτα απ’όλα λόγω των οικονομικών του μεγεθών: Το 2008 το περιοδικό Forbes τον συμπεριέλαβε για πρώτη φορά στον κατάλογο των πλουσιότερων ανθρώπων, ενώ το 2012 κατείχε την 99η θέση. Η προσωπική του περιουσία εκτιμάται σε 9 έως 20 δις. δολάρια.

Από μια πρόχειρη έρευνα στο διαδίκτυο προκύπτει ότι η επαγγελματική σταδιοδρομία του Τσιμτσένκο χωρίζεται σε δύο τμήματα: Υπάρχει το επισήμως αναγνωρισμένο κομμάτι και υπάρχει και μια σειρά από πιο «σκιώδεις» υποθέσεις και φήμες που τον θέλουν να ήταν παλαιότερα στέλεχος της KGB και να παραμένει ακόμα στενός φίλος του Βλαντιμίρ Πούτιν, πράγμα που ο ίδιος αρνείται.

Σε οποιαδήποτε περίπτωση, είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ο Τιμτσένκο αποφεύγει τα φώτα της δημοσιότητας. Στο παρελθόν έχει υποβάλει μήνυση κατά του Economist για άρθρο που αφορούσε το παρελθόν του και ανάγκασε το περιοδικό να το αποσύρει. Έχει δώσει ελάχιστες συνεντεύξεις στον Τύπο, ανάμεσά τους μια στην Wall Street Journal το 2008, όπου αναφέρεται ότι οι ανταγωνιστές του κ. Τιμτσένκο που κλήθηκαν να τον σχολιάσουν, επέμειναν να παραμείνουν ανώνυμοι και να διεξαχθεί η συνομιλία με τον δημοσιογράφο έξω από τα γραφεία τους μήπως και έχει τοποθετήσει κοριούς και παρακολουθεί. Όπως είναι φυσικό, ο Τιμτσένκο χαρακτήρισε τις ανησυχίες αυτές ως ανυπόστατες.

Όσον αφορά τα βιογραφικά του στοιχεία, ο Τιμτσένκο μεγάλωσε στην Ανατολική Γερμανία και στην Ουκρανία και στη συνέχεια έλαβε πτυχίο ηλεκτρολόγου-μηχανικού από το πολυτεχνείο του Λένινγκραντ. Αργότερα, στη δεκαετία του 1980, συνεργάστηκε με ένα από τα μεγαλύτερα σοβιετικά διϋλιστήρια με αντικείμενο τις εξαγωγές και στη συνέχεια συμμετείχε ως διοικητικό στέλεχος σε ρωσικές κοινοπραξίες πετρελαίου, με έμφαση στις αγορές της Σκανδιναβίας και της Εσθονίας. Μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1990, ο Τιμτσένκο αποφάσισε να εγκατασταθεί στην Φινλανδία και να συντονίσει από εκεί τις επιχειρηματικές του δράσεις.

Η συνεργασία του με τον Σουηδό Τόρνκβιστ ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και σύντομα ιδρύθηκε η Gunvor, η οποία διατήρησε στενές σχέσεις με τους ρωσικούς κρατικούς ενεργειακούς ομίλους και επί προεδρίας Πούτιν. Παράλληλα, η Gunvor και ο ίδιος ο Τιμτσένκο προχώρησαν στην απόκτηση μεριδίων σε επιχειρήσεις και τράπεζες της Ρωσίας, όπως η Novatek, ενισχύοντας έτσι την παρουσία τους στην συγκεκριμένη αγορά. Φρόντισαν όμως να επεκτείνουν τις δραστηριότητες και στο εξωτερικό, αναβαθμίζοντας έτσι την Gunvor στον επιχειρηματικό χάρτη της Ευρώπης. Έτσι, η εταιρεία έχει φτάσει πλέον σε σημείο να έχει έσοδα αρκετών δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων σε ετήσια βάση. Το πετρέλαιο που εμπορεύεται προέρχεται κατά 50% από τη Ρωσία και το υπόλοιπο παράγεται σε χώρες όπως η Αλγερία, η Ινδονησία και η Ταϊλάνδη.