Σε ένα σενάριο που προβλέπει άφθονο
φυσικό αέριο ως το 2020, με τις αμερικανικές εξαγωγές
LNG ως βασικό πυλώνα ανάπτυξης, μαζί με
νέους προμηθευτές και επενδυτικά σχέδια, η Ευρώπη ίσως δεν χρειάζεται πλέον το
αέριο της Κασπίας. Οι αμερικανικές εξαγωγές εμφανίζονται ως μια πιο ελκυστική
επιλογή για τους Ευρωπαίους καταναλωτές σε σύγκριση με το κασπιανό αέριο για
τρεις βασικούς λόγους:
Πρώτον, όσον αφορά τον συγχρονισμό, ο
Nabucco
West αναμένεται να τεθεί σε
λειτουργία το νωρίτερο το 2018, ενώ οι εξαγωγές των ΗΠΑ θα ξεκινήσουν από το
2016 και σταδιακά θα αυξηθούν ως το 2020. Το πρώτο εγκεκριμένο σχέδιο για μετατροπή
του σχιστολιθικού αερίου σε
LNG
είναι ο σταθμός της
Cheniere
Energy
στο Σαμπίν Πας, που βρίσκεται στον Κόλπο του Μεξικού και θα λειτουργήσει από το
2016-17 με δύο γραμμές παραγωγής, ενώ αναμένεται και η προσθήκη άλλων δύο γραμμών
το 2018-19, ώστε να φτάσουν οι εξαγωγές τους 16 εκατ. τόνους.
Αν
το αμερικανικό υπουργείο Ενέργειας εγκρίνει άλλα 2-3 αντίστοιχα σχέδια εξαγωγών
το 2013-14, τότε οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να προσθέσουν περίπου 45 εκατ. τόνους (62
δις. κ.μ.) στην παγκόσμια αγορά φυσικού αερίου ως το 2020.
Δεύτερον,
όσον αφορά τους όγκους, ο Νότιος Διάδρομος (
Tanap
και
Nabucco
West/
TAP) θα μεταφέρει μια σχετικά μικρή ποσότητα
10 δις. κ.μ. αζέρικου αερίου στην Ευρώπη (και 6 δις. κ.μ. στην Τουρκία), ενώ είναι
λογικό να αναμένουμε πως το ένα τέταρτο των αμερικανικών εξαγωγών
LNG (15 δις. κ.μ.) θα καταλήξουν
στην Ευρώπη, εφόσον λάβουν το πράσινο φως έστω 3-4 σχέδια
LNG
στις ΗΠΑ.
Τέλος,
και οι δύο τρόποι προμήθειας θα αντιμετωπίσουν επαρκώς το ζήτημα της ασφάλειας
ανεφοδιασμού. Τόσο οι αμερικανικές εξαγωγές
LNG, όσο και το αζέρικο αέριο θα ενισχύσουν σημαντικά την ασφάλεια
στην Ε.Ε. προσθέτοντας μια νέα πηγή και μια νέα τιμή στην αγορά, ενώ ταυτόχρονα
θα μειώσουν την εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό αέριο.
Στα
πλαίσια αυτά, γιατί επιμένει η Ε.Ε. να προωθεί πολιτικά το
Nabucco
West και το άνοιγμα του Νοτίου
Διαδρόμου;
Το
σκεπτικό πίσω από το Νότιο Διάδρομο έχει να κάνει με την «ασφάλεια προορισμού»,
την οποία δεν μπορεί να παρέχει το
LNG. Ακόμα και σε ένα σενάριο στο οποίο οι ΗΠΑ εξάγουν 45 εκατ. τόνους
LNG το 2020, δεν μπορεί
να είναι βέβαιο ότι το 25% θα εξαχθεί στην Ευρώπη, ποσότητα που το Αζερμπαϊτζάν
θα μεταφέρει στη Γηραιά Ήπειρο από το 2018-2020.
Υπάρχει ένας εγγενής κίνδυνος στις εισαγωγές
LNG: Η ευρωπαϊκή ζήτηση
για αέριο μπορεί να επισκιαστεί από την ζήτηση της Ασίας ή οποιασδήποτε άλλης αναδυόμενης
αγοράς. Οι εξαγωγείς
LNG
συχνά αναζητούν την αγορά που πληρώνει καλύτερα (σήμερα η Ασία), πράγμα που
σημαίνει ότι τα τερματικά επανυγροποίησης του αερίου αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο
να παραμείνουν σε χαμηλή λειτουργία εν μέσω ενός σφιχτού περιβάλλοντος. Το
γεγονός αυτό συνεπάγεται ρίσκο για την ασφάλεια των προμηθειών, δεδομένης της ευελιξίας
του
LNG. Ως αποτέλεσμα,
η Ε.Ε. συνεχίζει να επιδιώκει την υλοποίηση μεγάλων διασυνοριακών αγωγών, καθώς
παρέχουν αυτή την ασφάλεια δίχως τον κίνδυνο που συνιστούν οι στρατηγικές αύξησης
του κέρδους των παραγωγών.
Με άλλα λόγια, η Ε.Ε. είναι πρόθυμη να
διακινδυνεύσει την προσήλωση σε έναν αγωγό που συνδέει τον εξαγωγέα με τον
καταναλωτή για 40 χρόνια και εμπεριέχει τον κίνδυνο της ανατιμολόγησης και των
διαφωνιών ανάμεσα στις ενδιάμεσες χώρες διότι έχει ως αποτέλεσμα την ασφάλεια.
Αν και η χρηματοδότηση αποτελεί ένα ζήτημα εν μέσω της κρίσης, η Ε.Ε. μπορεί να
διαχειριστεί το κόστος των 20 δις. δολαρίων του Νοτίου Διαδρόμου, αν
διαμοιραστεί ανάμεσα στις διάφορες ΔΕΚΟ και τις πετρελαϊκές.
Με βάση τα παραπάνω, η Ε.Ε. ακολουθεί
μια πολυδιάστατη στρατηγική εξασφάλισης, στην οποία το
LNG και οι αγωγοί είναι βασικά στοιχεία
μαζί με τις διασυνδέσεις, την απελευθέρωση της αγοράς και το Τρίτο Ενεργειακό
Πακέτο.
Σε γεωπολιτικούς όρους, ο συνδυασμός
του αμερικανικού
LNG με
το αζέρικο αέριο αποτελεί ένα εφιαλτικό σενάριο για την
Gazprom, η οποία ακόμα δεν έχει αναπτύξει
μια συμπαγή και ανταγωνιστική επιχειρηματική στρατηγική για να υπεραμυνθεί της θέσης
της στην ευρωπαϊκή αγορά.