Η Grexit, η ενδεχόμενη έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη και η αναγκαστική επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, είναι ένα σενάριο με τεράστιο επικοινωνιακό και πολιτικό ενδιαφέρον. Ανάλογα με την ευρωπαϊκή συγκυρία και την πορεία των χρόνιων προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας, αυξομειώνεται η πιθανότητα εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη

Η Grexit, η ενδεχόμενη έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη και η αναγκαστική επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, είναι ένα σενάριο με τεράστιο επικοινωνιακό και πολιτικό ενδιαφέρον. Ανάλογα με την ευρωπαϊκή συγκυρία και την πορεία των χρόνιων προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας, αυξομειώνεται η πιθανότητα εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Ανεξάρτητα, όμως, από το τι συζητείται σε επίπεδο κυβερνήσεων και Βρυξελλών, η Grexit αποτελεί πραγματικότητα για τους οικονομικά ισχυρούς αλλά και τους αδύναμους στην πατρίδα μας. Οι οικονομικά ισχυροί τοποθετούν τα κεφάλαιά τους στο εξωτερικό για να περιορίσουν την έκθεσή τους στον ελληνικό κίνδυνο, ενώ οι συμπολίτες μας με μεγάλα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα διαπιστώνουν ότι το ευρώ δεν έχει πλέον καμία πρακτική σημασία γι’ αυτούς, λόγω της βίαιης περιθωριοποίησής τους εξαιτίας της πολιτικής των μνημονίων.

 

Πέφτουν τα ποσοστά

 

Το τελευταίο διάστημα υποχωρούν θεαματικά οι πιθανότητες πραγματοποίησης του σεναρίου της Grexit. Οι περισσότεροι αναλυτές αποδίδουν την εξέλιξη στην αλλαγή στάσης της γερμανικής ηγεσίας. Κατά το παρελθόν, η κ. Μέρκελ και ο κ. Σόιμπλε είχαν έρθει σε μετωπική αντιπαράθεση με τον κ. Σαμαρά, που διαφωνούσε με την εφαρμογή του μνημονίου, και με τον κ. Τσίπρα, ο οποίος ζητούσε την ψήφο του ελληνικού λαού για να προχωρήσει στην κατάργησή του. Η κακή πολιτική διάθεση της γερμανικής ηγεσίας τροφοδοτούσε τα σενάρια της Grexit για πολιτικούς και οικονομικούς λόγους.

Σε αυτή τη φάση το Βερολίνο στηρίζει την κυβέρνηση Σαμαρά −χαρακτηριστική η πρόσφατη επίσκεψη της καγκελαρίου κ. Μέρκελ στην Αθήνα−, θεωρώντας ότι ο πρωθυπουργός είναι ο τελευταίος Έλληνας πολιτικός που θα μπορούσε να εφαρμόσει μέρος τουλάχιστον του μνημονίου και πως μια έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, με την Ισπανία οικονομικά και πολιτικά αποσταθεροποιημένη, θα μπορούσε να προκαλέσει ένα ευρωπαϊκό ντόμινο, που θα ήταν καταστροφικό και για τα γερμανικά συμφέροντα. Εάν κρίνουμε από τις δηλώσεις της καγκελαρίου και του υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας, δεν τίθεται θέμα εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη και η χώρα μας θα υποστηριχθεί από τους ισχυρούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αρκεί να συνεχιστεί η εφαρμογή της εξαιρετικά επώδυνης και αμφίβολης αποτελεσματικότητας πολιτικής του μνημονίου.

Το κλίμα σχετικής εμπιστοσύνης που τείνει να διαμορφωθεί καθρεφτίζεται και στην απόδοση των δεκαετών ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου, η οποία πλέον κινείται στα χαμηλότερα επίπεδα από τον Αύγουστο του 2011. Η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου του ελληνικού Δημοσίου είχε ξεπεράσει και το 30% στις αρχές του Ιουνίου, όταν οι αναλυτές εκτιμούσαν ότι ήταν αρκετά πιθανή μία εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ. Σήμερα υποχωρεί προς το 17%. Με τα spreads του δεκαετούς ομολόγου να ξεπερνούν τις 1.550 μονάδες βάσης έναντι του δεκαετούς γερμανικού ομολόγου, είναι φανερό ότι η Ελλάδα έχει να καλύψει τεράστια οικονομική και πολιτική απόσταση για να μπορέσει να βγει στις αγορές και να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες του Δημοσίου. Η βελτίωση πάντως είναι εντυπωσιακή και οφείλεται, μεταξύ των άλλων, στον περιορισμό της πιθανότητας πραγματοποίησης της Grexit.

Μέχρι και η Citigroup, η οποία κρίνει εξαιρετικά αυστηρά τις ελληνικές εξελίξεις, έχει περιορίσει τις πιθανότητες πραγματοποίησης της Grexit κατά τη διάρκεια του επόμενου 18μηνου από 90% σε 60%. Το ποσοστό, βέβαια, παραμένει εξαιρετικά υψηλό και είναι αποθαρρυντικό για τους επενδυτές που δεν θέλουν να αναλάβουν μεγάλο συναλλαγματικό κίνδυνο. Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Citigroup W. Buiter προειδοποιεί από την πλευρά του ότι η Ελλάδα θα υποχρεωθεί να εξέλθει από την Ευρωζώνη εάν δεν επιτύχει τη διαγραφή σημαντικού μέρους του «επίσημου» χρέους του ελληνικού Δημοσίου.

 

Ψηφίζουν με τα κεφάλαιά τους

 

Ανεξάρτητα από το εάν τελικά θα παραμείνει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη, η Grexit είναι γεγονός γι’ αυτούς που θέλουν και μπορούν να περιορίσουν την έκθεσή τους στον ελληνικό κίνδυνο.

Οι καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες μειώθηκαν από 230 δισ. ευρώ στο ξεκίνημα της κρίσης που οδήγησε στο μνημόνιο σε κάτι περισσότερο από 150 δισ. ευρώ σήμερα. Τουλάχιστον το 1/3 από τη διαφορά των 80 δισ. ευρώ βρήκε το δρόμο του στο διεθνές τραπεζικό σύστημα για περισσότερη οικονομική ασφάλεια, περιορίζοντας έτσι τις δυνατότητες χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας.

Με το πέρασμα του χρόνου ο παραγωγικός ιδιωτικός τομέας άρχισε να στερείται στην πράξη τα πλεονεκτήματα της συμμετοχής στην Ευρωζώνη. Λείπει η αναγκαία ρευστότητα από το τραπεζικό σύστημα για την επαρκή χρηματοδότηση των επιχειρήσεων σε μια περίοδο εξαιρετικά δύσκολης προσαρμογής για τις περισσότερες από αυτές. Ακόμα κι αν εξασφαλιστεί η τραπεζική χρηματοδότηση, το κόστος για τη μέση ελληνική επιχείρηση είναι 2,5 έως 3 φορές το κόστος για τη μέση γερμανική επιχείρηση. Επομένως, η συμμετοχή μας στην Ευρωζώνη δεν εξασφαλίζει οικονομικά συμφέρουσα χρηματοδότηση και είναι, σε αυτή τη φάση, περισσότερο τυπική παρά ουσιαστική υπόθεση. Ακόμη και οι εισαγωγές εμπορευμάτων έχουν γίνει μία εξαιρετικά σύνθετη και δαπανηρή υπόθεση, εφόσον οι περισσότεροι ξένοι προμηθευτές ζητούν προκαταβολική εξόφληση, σε μια προσπάθεια να περιορίσουν το συναλλαγματικό κίνδυνο που αναλαμβάνουν.

Το τελευταίο διάστημα προστέθηκε στην de facto Grexit και η μετεγκατάσταση ισχυρών ελληνικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό, προκειμένου να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση με καλύτερους όρους, να διαχειριστούν αποτελεσματικότερα τις φορολογικές τους υποθέσεις και να περιορίσουν την έκθεσή τους στον λεγόμενο ελληνικό κίνδυνο.

Με τις αποταμιεύσεις να κατευθύνονται στο εξωτερικό, τον παραγωγικό ιδιωτικό τομέα να χάνει, στην πράξη, τα πλεονεκτήματα που εξασφαλίζει η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη και ισχυρές ελληνικές επιχειρήσεις να προχωρούν στην μετεγκατάστασή τους στο Λουξεμβούργο και στην Ελβετία, η Grexit βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Απ’ ό,τι φαίνεται θα έχει εντυπωσιακή συνέχεια, εφόσον το παράδειγμα της Coca-Cola 3Ε και της ΦΑΓΕ είναι πιθανό να ακολουθήσουν επιχειρήσεις με τα χαρακτηριστικά του ομίλου Μυτιληναίος, της Intralot και της S&B του ομίλου Κυριακόπουλου.

 

Κοινωνική περιθωριοποίηση

 

Η Grexit δεν πραγματοποιείται μόνο στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας αλλά αφορά σε ολοένα μεγαλύτερο βαθμό και την ελληνική κοινωνία. Εκατομμύρια συμπολίτες μας οδηγούνται με εντυπωσιακή ταχύτητα στο κοινωνικό περιθώριο και η συμμετοχή της χώρας στο ευρώ χάνει γι’ αυτούς την πρακτική σημασία της.

Με το ποσοστό ανεργίας να κινείται γύρω στο 25% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, με προοπτική να ανέβει προς το 30%, πολλές εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα να έχουν πλέον αποδοχές που δεν καλύπτουν τις βασικές ανάγκες τους ή να είναι απλήρωτοι εξαιτίας της οικονομικής αδυναμίας των επιχειρήσεων και τους χαμηλοσυνταξιούχους να αποκτούν χαρακτηριστικά νεόπτωχων, το ευρώ είναι περισσότερο θεωρία και λιγότερο πράξη για το 35%-40% των συμπολιτών μας.

Εάν κρίνουμε από την πολιτική του νέου μνημονίου, τα πράγματα θα γίνουν πολύ χειρότερα στο άμεσο μέλλον. Αναφέρουμε ενδεικτικά ότι από τους περίπου 1.200.000 άνεργους μόλις 185.870 λαμβάνουν επίδομα ανεργίας, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΑΕΔ για τον περασμένο Σεπτέμβριο. Η μεγάλη πλειονότητα των ανέργων δεν έχει καμία οικονομική υποστήριξη, γιατί μπορεί να έχει περάσει το δωδεκάμηνο στη διάρκεια του οποίου καταβάλλεται το επίδομα ανεργίας ή έχουν απογοητευτεί και έχουν εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια να διεκδικήσουν μια θέση εργασίας.

Η ουσιαστική Grexit της ελληνικής κοινωνίας πραγματοποιείται με εντυπωσιακό ρυθμό. Έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα, θα περάσουμε στη διάρκεια της επόμενης διετίας από την κοινωνία των 2/3 στην κοινωνία του 1/3 ή και του 1/4. Κατά την περίοδο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας 2 στους 3 συμπολίτες μας έπαιρναν μέρος στο ελληνικό όνειρο, με 1 στους 3 να αντιμετωπίζει εξαιρετικά σοβαρά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Η υπερχρέωση, η χρεοκοπία και η σχετική πολιτική των μνημονίων θα περιορίσουν αυτούς που έχουν «ευρωπαϊκό» επίπεδο διαβίωσης στο 1/3 ή και στο 1/4 του συνολικού πληθυσμού, με την πλειονότητα να επιστρέφει αναγκαστικά σε ένα δύσκολο ελληνικό και βαλκανικό παρελθόν.

(από την εφημερίδα "City Press", 17/10/2012)