Οταν δύο υποψήφιοι πρόεδροι συζητούν για την εξωτερική πολιτική, η τηλεθέαση πέφτει δραματικά και υποχρεώνει τους δύο αντιπάλους να επιστρέψουν στην καθημερινότητα του μέσου ψηφοφόρου. Αυτό ακριβώς έγινε στην τελευταία τηλεμαχία Ομπάμα - Ρόμνι προς μεγάλη απογοήτευση των εταίρων της Ουάσιγκτον στη διεθνή σκηνή, που θα ήθελαν να διαπιστώσουν αν οι διαφορές ή καλύτερα οι αποχρώσεις των δύο διεκδικητών του Λευκού Οίκου θα έχουν επίδραση στην εξωτερική πολιτική, έστω και παροδική-μεταβατική σε περίπτωση νίκης του ρεπουμπλικάνου υποψηφίου

Οταν δύο υποψήφιοι πρόεδροι συζητούν για την εξωτερική πολιτική, η τηλεθέαση πέφτει δραματικά και υποχρεώνει τους δύο αντιπάλους να επιστρέψουν στην καθημερινότητα του μέσου ψηφοφόρου. Αυτό ακριβώς έγινε στην τελευταία τηλεμαχία Ομπάμα - Ρόμνι προς μεγάλη απογοήτευση των εταίρων της Ουάσιγκτον στη διεθνή σκηνή, που θα ήθελαν να διαπιστώσουν αν οι διαφορές ή καλύτερα οι αποχρώσεις των δύο διεκδικητών του Λευκού Οίκου θα έχουν επίδραση στην εξωτερική πολιτική, έστω και παροδική-μεταβατική σε περίπτωση νίκης του ρεπουμπλικάνου υποψηφίου.

Ενα είναι βέβαιο, το όποιο ψαλίδισμα στις δημόσιες δαπάνες, η όποια συρρίκνωση ή κατάργηση της κοινωνικής πολιτικής Ομπάμα δεν θα σήμαινε ευθυγράμμιση με την μέχρι τώρα πολιτική του Βερολίνου, πολύ δε περισσότερο σε μια στιγμή που η Γερμανία διαπραγματεύεται το χρονοδιάγραμμα και τη μεθόδευση της προσαρμογής της σε μία γραμμή πλεύσης ως προς τη διαχείριση της κρίσης πολύ πιο κοντά στη σημερινή πολιτική Λευκού Οίκου - Fed.

Δυστυχώς, για τις ΗΠΑ το πρόβλημα δεν είναι ο βαθμός σύγκλισης της Γερμανίας στη δημοσιονομική της πολιτική, αλλά η μετωπική αμφισβήτηση του ρόλου της Ουάσιγκτον στην Ευρώπη, που προκύπτει από την ηγεμονική ενδυνάμωση του Βερολίνου.

Η Βρετανία, ο πιστότερος σύμμαχος των ΗΠΑ, εξωθείται εκτός Ε.Ε., με την Ευρωζώνη να εξελίσσεται σε υπερεθνική ολοκλήρωση, ενώ η Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη -εντός ή εκτός κοινού νομίσματος- έχει πάψει να είναι ατλαντικό προγεφύρωμα, καθώς κεντρικό σημείο αναφοράς στις στρατηγικές επιλογές των χωρών της περιοχής είναι η Γερμανία.

Το ΝΑΤΟ, που επιβεβαιώνει και μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου τον ηγετικό ρόλο των ΗΠΑ, είναι πλέον κέλυφος χωρίς περιεχόμενο, καθώς από τη Λιβύη μέχρι το Αφγανιστάν η ενότητα της συμμαχίας αποκαλύφθηκε να είναι μία διακήρυξη χωρίς αντίκρισμα.

Ακόμη και η αυτονόητη στο παρελθόν αυξημένη επιρροή των ΗΠΑ στη Νότια Ευρώπη, λόγω της γειτνίασης με τη Μέση Ανατολή και τη Νοτιοδυτική Ασία, δεν μπορεί να έχει αντίκρισμα καθώς οι χώρες της περιοχής κοιτούν προς Βορρά για την επίλυση της δημοσιονομικής κρίσης.

Ετσι, αργά αλλά σταθερά ακυρώνεται μια πολιτική που εφάρμοσε πρώτα η Βρετανία από τον 17ο αιώνα και μετά το 1947 οι ΗΠΑ, που συνίσταται στην αποτροπή με κάθε μέσο εγκαθίδρυσης από μια χώρα συνολικής ηγεμονίας στην Ηπειρωτική Ευρώπη.

Η Βρετανία ακύρωσε τις ηγεμονικές προθέσεις της Αυστρίας, της Ισπανίας, της Γαλλίας και στη συνέχεια της Γερμανίας, ενώ οι ΗΠΑ εξισορρόπησαν για μισό αιώνα την παρουσία των σοβιετικών στρατιωτικών δυνάμεων στην καρδιά της Γηραιάς Ηπείρου.

Αν προχωρήσει η Πολιτική Ενωση της Ευρωζώνης με αφετηρία τον επίτροπο που θα ελέγχει τους εθνικούς προϋπολογισμούς, αργά ή γρήγορα θα πατηθεί και η «κόκκινη γραμμή» της πλήρους αμυντικής χειραφέτησης, με τη Βρετανία εκτός και τις αντιστάσεις της Γαλλίας στην εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας ψαλιδισμένες από τη σκληρή δημοσιονομική προσαρμογή, την οποία έχει αρχίσει να υλοποιεί ο Ολάντ.

Το ΝΑΤΟ χρειάζεται για να κρατά τους Αμερικανούς μέσα, τους Ρώσους έξω και τους Γερμανούς κάτω, είχε πει ο πρώτος γενικός γραμματέας της Ατλαντικής Συμμαχίας Λόρδος Ισμέι. Με τη Ρωσία να μην συνιστά απειλή και τη Γερμανία χειραφετημένη από την ήττα του 1945, εύλογα τίθεται το ερώτημα πώς η Ουάσιγκτον θα παρατείνει τον όποιο παρεμβατικό-επιδιαιτητικό ρόλο της στη Γηραιά Ηπειρο.

(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ", 24/10/2012)