Της Mάχης Τρατσα
H πετρελαιοκίνηση φέρει το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για την επιβάρυνση της ατμόσφαιρας στην Αθήνα από καπνό και μικροσωματίδια - τους πιο επικίνδυνους για τη δημόσια υγεία ατμοσφαιρικούς ρύπους. Για πρώτη φορά στην Ελλάδα, ερευνητές του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ) μέτρησαν τις τιμές των ρύπων τις ημέρες που τα ταξί ή τα λεωφορεία ΔΧ - τα οποία κινούνται με πετρέλαιο - απουσίαζαν από τους δρόμους της πρωτεύουσας, λόγω απεργιών. Τα αποκαλυπτικά στοιχεία της πρόσφατης μελέτης τους, που θα δημοσιευθούν σε έγκριτο επιστημονικό έντυπο τον Μάρτιο του 2005 και τα οποία φέρνει σήμερα στο φως της δημοσιότητας «Το Βήμα», δεν αφήνουν περιθώριο εφησυχασμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά την απουσία των πετρελαιοκίνητων μέσων μαζικής μεταφοράς και των ταξί διαπιστώθηκε μείωση των μετρούμενων συγκεντρώσεων καπνού, η οποία υπερβαίνει το 40%! Σημαντική ήταν επίσης η μείωση στις συγκεντρώσεις σωματιδίων ΡΜ10 (σωματίδια με διάμετρο ως 10 μικρά), αλλά και εκείνων με μικρότερη διάμετρο, τα ΡΜ2.5, τα οποία ενέχουν και τους μεγαλύτερους κινδύνους για την υγεία μας εξαιτίας της αυξημένης διεισδυτικότητας στο αναπνευστικό σύστημα. Οι συγκεντρώσεις ΡΜ10 εμφανίστηκαν μειωμένες κατά 12% και των ΡΜ2.5 κατά 13%. Την ίδια ώρα που εντείνεται ο προβληματισμός για την απελευθέρωση της κυκλοφορίας πετρελαιοκίνητων επιβατικών αυτοκινήτων στην περιοχή της πρωτεύουσας, τα αποτελέσματα της νέας μελέτης της Σχολής Χημικών - Μηχανικών του ΕΜΠ εγείρουν σοβαρές ανησυχίες. «Στην περιοχή της Αθήνας κυρίαρχη πηγή καπνού στην ατμόσφαιρα είναι τα πετρελαιοκίνητα οχήματα» εκτιμά η επίκουρη καθηγήτρια του ΕΜΠ κυρία Αρχοντούλα Χαλουλάκου. Οπως διαπίστωσαν οι ερευνητές του ΕΜΠ, τα πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα είναι η κύρια πηγή καπνού στην ατμόσφαιρα της Αθήνας και υπεύθυνα σε σημαντικό βαθμό για τις συγκεντρώσεις των ΡΜ10 και ιδίως των ΡΜ2.5 που καταγράφονται. Υπάρχουν βεβαίως και τα ακόμη μικρότερου μεγέθους σωματίδια ΡΜ1 - ιδιαίτερα επικίνδυνα για την υγεία - για τα οποία δεν έχουν ακόμη ξεκινήσει μετρήσεις στη χώρα μας (η ερευνητική ομάδα του ΕΜΠ πρόκειται να ξεκινήσει άμεσα μετρήσεις σωματιδίων ΡΜ1). Εκτιμάται ότι μεγάλο ποσοστό των σωματιδίων που προέρχονται από τα πετρελαιοκίνητα οχήματα είναι ΡΜ1! H ερευνητική ομάδα της Σχολής Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ παρακολουθεί συστηματικά τα επίπεδα συγκεντρώσεων σωματιδίων ΡΜ10 αλλά και ΡΜ2.5 στο κέντρο της Αθήνας ήδη από το 1999. H τελευταία μελέτη - θα δημοσιευθεί στην επιστημονική επιθεώρηση «Environment International» τον ερχόμενο Μάρτιο (2005) - της ερευνητικής ομάδας (A. Χαλουλάκου, Π. Κασσωμένος, Γ. Γρίβας και N. Σπυρέλλης) εξετάζει τα επίπεδα των αιωρούμενων σωματιδίων ΡΜ10 και ΡΜ2.5 στην ατμόσφαιρα της Αθήνας και τη συσχέτισή τους με τις μετρούμενες συγκεντρώσεις καπνού. H μελέτη αυτή καταγράφει σοβαρές υπερβάσεις των ορίων ποιότητας της ατμόσφαιρας που έχει θεσπίσει η EE για τα ΡΜ10. Επίσης οι ερευνητές ανίχνευσαν υψηλές συγκεντρώσεις των λεπτόκοκκων σωματιδίων ΡΜ2.5, τα οποία κρίνονται επικίνδυνα για τον ανθρώπινο οργανισμό λόγω της αυξημένης διεισδυτικότητας στο αναπνευστικό σύστημα. Οι μέσες τιμές αιωρούμενων σωματιδίων (από το 1999 που ξεκίνησαν οι μετρήσεις) ήταν για τα ΡΜ10 75 μg/m³ (με οριακή μέση ετήσια τιμή EE: 40 μg/m³) και για τα ΡΜ2.5 39,7 μg/m³. Πρέπει να σημειωθεί ότι για τα ΡΜ2.5 δεν έχει θεσπιστεί αντίστοιχο πρότυπο στην EE, ενώ ως πρόσφατα οι συγκεντρώσεις τους δεν παρακολουθούνταν από το ΥΠΕΧΩΔΕ. Οσον αφορά τις συγκεντρώσεις καπνού στην ατμόσφαιρα αστικών περιοχών, αυτές καθορίζονται κατ' αποκλειστικότητα από τις εκπομπές σωματιδίων ειδικής χημικής σύστασης (σωματίδια στοιχειακού άνθρακα), τα οποία προέρχονται από την κατανάλωση ορυκτών καυσίμων. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικό είναι ότι οι μετρήσεις των επιστημόνων του ΕΜΠ τα τελευταία χρόνια, τις ημέρες που τα ταξί ή τα λεωφορεία ΔΧ απουσίαζαν από την κυκλοφορία λόγω απεργιών, έδειξαν μείωση των μετρούμενων συγκεντρώσεων καπνού πάνω από 40%! Σημαντική ήταν και η μείωση στις συγκεντρώσεις σωματιδίων ΡΜ10 και ΡΜ2.5 κατά 12% και 13% αντίστοιχα. «Με δεδομένη την ιδιαίτερα βεβαρημένη κατάσταση του Λεκανοπεδίου από άποψη σωματιδιακής ρύπανσης, κρίνεται απαραίτητη μια πιο συστηματική και λεπτομερής μελέτη της συνεισφοράς των πετρελαιοκίνητων οχημάτων στη συγκεκριμένη κατηγορία ρύπων» λέει η κυρία Χαλουλάκου. Παρ' όλα αυτά υπάρχει διατυπωμένη πρόθεση της EE να διακοπεί η μέτρηση του καπνού από 1.1.2005 ως παραμέτρου ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Ωστόσο, εφόσον αναγνωρίζεται από την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (ΠΟΥ) η σημαντική επίδραση των συγκεντρώσεων καπνού στην ανθρώπινη υγεία, η ομάδα ειδικών της EE (Clean Air for Europe Programme - CAFEP) κρίνει σκόπιμη τη συνέχιση της παρακολούθησης των συγκεντρώσεών τους στην ατμόσφαιρα. H ερευνητική ομάδα του ΕΜΠ ήδη από το 2003 διεξάγει μετρήσεις σωματιδίων στοιχειακού άνθρακα στην Αθήνα. Τα αποτελέσματα αυτών των μετρήσεων, που παρουσιάστηκαν στο πρόσφατο (Σεπτέμβριος 2004) διεθνές συνέδριο European Aerosol Conference στη Βουδαπέστη, δείχνουν τη μεγάλη επιβάρυνση της ατμόσφαιρας στην περιοχή της πρωτεύουσας από σωματίδια προερχόμενα από πετρελαιοκίνητα οχήματα. ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ H θνησιμότητα αυξάνεται ανάλογα με τους ρύπους Οσο μικρότερα είναι τα σωματίδια (ΡΜ2.5 και ΡΜ1) τόσο πιο εύκολα και πιο βαθιά εισχωρούν στους πνεύμονες. Γύρω στο 1990 άρχισε να γίνεται φανερό στους επιστήμονες (από διεθνείς επιδημιολογικές μελέτες) ότι και τα σχετικώς χαμηλότερα επίπεδα ρύπανσης, κυρίως από αιωρούμενα σωματίδια, είχαν δυσμενείς, άμεσες αλλά και μακροχρόνιες επιδράσεις στην υγεία: πονοκέφαλοι, ναυτίες, αναπνευστικά και καρδιαγγειακά προβλήματα, ακόμη και καρκίνος. Μάλιστα, σύμφωνα με την αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Εργαστήριο Υγιεινής και Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών κυρία Κλέα Κατσουγιάννη, σε αυτές συμπεριλαμβάνεται και η αύξηση της θνησιμότητας. Εχει παρατηρηθεί αύξηση των απουσιών υπαλλήλων όταν η μέση ετήσια τιμή 24ώρου των αιωρούμενων σωματιδίων είναι 53 μg/m3. Στην τεχνική έκθεση του ΠΕΡΠΑ το 1989 εκτιμάται ότι τα πετρελαιοκίνητα οχήματα (φορτηγά και ταξί) εκπέμπουν το 64% του καπνού (το υπόλοιπο εκπέμπεται από τη θέρμανση και τη βιομηχανία). Στις επόμενες εκθέσεις της υπηρεσίας δεν αναφέρονται οι πηγές των σωματιδίων. Οπως μάλιστα υπογραμμίζει η κυρία Κατσουγιάννη, παρατηρείται 0,6% αύξηση στην ημερήσια ολική θνησιμότητα όταν τα ΡΜ10 είναι αυξημένα κατά 10 mg/m3. Αν λάβουμε υπόψη τις επιδράσεις 40 ημερών, τότε η αύξηση της θνησιμότητας είναι 1,6% για την ίδια αύξηση στα ΡΜ10. Στην Αθήνα, σύμφωνα με τον δρα Αναστάσιο Αδαμόπουλο από τη Διεύθυνση Ελέγχου Ατμοσφαιρικής Ρύπανσης της Γενικής Διεύθυνσης Περιβάλλοντος του ΥΠΕΧΩΔΕ, τα ΡΜ10 παρουσιάζουν υπερβάσεις των ορίων στην πλειονότητα των σταθμών μέτρησης. Οι επιδράσεις είναι παρόμοιες αν ως δείκτη των σωματιδίων χρησιμοποιήσουμε τον καπνό. Τα συμπεράσματα αυτά προέκυψαν από το μακροχρόνιο ευρωπαϊκό ερευνητικό πρόγραμμα ΑΡΗΕΑ (Air Pollution and Health a European Approach), το οποίο συντονίζει το Εργαστήριο Υγιεινής και Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. H Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (ΠΟΥ) δεν δέχεται ότι υπάρχει επιτρεπτό όριο μικροσωματιδίων, καθώς παρατηρούνται επιδράσεις από πολύ χαμηλές συγκεντρώσεις! (Από το Βήμα, 23/01/05)