Ιστορικά «υψηλά επίπεδα» έπιασαν οι θερμοκρασίες στην Ευρώπη κατά την τελευταία δεκαετία σύμφωνα με νέα έρευνα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ), του συμβουλευτικού σώματος της ΕΕ για το κλίμα.

Ιστορικά «υψηλά επίπεδα» έπιασαν οι θερμοκρασίες στην Ευρώπη κατά την τελευταία δεκαετία σύμφωνα με νέα έρευνα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ), του συμβουλευτικού σώματος της ΕΕ για το κλίμα.

Φαίνεται ότι η θερμοκρασία κινήθηκε περίπου κατά 1,3 βαθμούς Κελσίου πάνω από την ιστορικά θερμότερη περίοδο (από το μέσο όρο τη προ - βιομηχανικής εποχής, οπότε και άρχισαν οι πρώτες επίσημες μετρήσεις). Η έκθεση κατέδειξε ότι από το 2002, οι βροχοπτώσεις έχουν μειωθεί στη νότια Ευρώπη, την ίδια στιγμή που έχουν αυξηθεί στο βόρειο τμήμα της και ότι υπάρχουν περισσότερα ακραία καιρικά φαινόμενα.

Εν τω μεταξύ, το στρώμα του πάγου της Γροιλανδίας, ο Αρκτικός θαλάσσιος πάγος, καθώς και πολλά Ευρωπαϊκά παγόβουνα λιώνουν με γρηγορότερους ρυθμούς.

«Η κλιματική αλλαγή συνιστά μια νέα παγκόσμια πραγματικότητα και η έκταση και η ταχύτητα αυτής της αλλαγής καθίστανται ολοένα και περισσότερο εμφανείς», ανέφερε η Jacqueline McGlade, εκτελεστική διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος.

Αυτό σημαίνει ότι κάθε τμήμα της οικονομίας, συμπεριλαμβανομένων και των νοικοκυριών, πρέπει να στοχεύσει στη μείωση των εκπομπών».

Η έκθεση του ΕΟΠ, «Κλιματική αλλαγή, επιπτώσεις και τρωτότητα στην Ευρώπη 2012», ισχυρίζεται ότι οι επιπτώσεις της επιτάχυνσης της κλιματικής αλλαγής θα διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή της Ευρώπης, με τη Μεσόγειο να πλήγεται από κύματα καύσωνα και την ίδια στιγμή ο Βορράς να υποφέρει από θαλάσσιες και ποτάμιες πλημμύρες.

Τα κύματα καύσωνα έχουν αυξηθεί σε συχνότητα και ένταση κατά την τελευταία δεκαετία, προκαλώντας δεκάδες χιλιάδες θανάτους, σύμφωνα με την έκθεση ενώ πολλές μείζονες ξηρασίες έχουν καταγραφεί κατά τις περασμένες δεκαετίες.

Την ίδια στιγμή, τα παγκόσμια επίπεδα της θάλασσας ανεβαίνουν κατά 3 χιλιοστόμετρα ανά έτος, στα τελευταία 20 χρόνια, πάνω από 1,7 χιλιοστόμετρα από το μέσο όρο του 20ουαιώνα, αύξηση που μεταμορφώνει της παραθαλάσσιες περιοχές της Ευρώπης.

«Περίπου το ένα τέταρτο της Ευρωπαϊκής ακτογραμμής, σύμφωνα με τα διαθέσιμα δεδομένα, διαβρώνεται κατά ένα βαθμό εξαιτίας της ανθρώπινης δραστηριότητας στην παραθαλάσσια ζώνη», αναφέρει η έρευνα.

Η άνοδος στις ωκεάνιες θερμοκρασίες ωθούν τα υποτροπικά είδη ψαριών να μεταναστεύσουν προς τα βόρεια, ενώ στο έδαφος, έχουν καταγραφεί 325 μείζονες ποτάμιες πλημμύρες από το 1980, 200 εκ των οποίων αναφέρθηκαν μετά το 2000.

Η μελέτη του ΕΠΟ δημοσιεύθηκε μια μέρα μετά τα ευρήματα του Παγκόσμιου Οργανισμού Μετεωρολογίας, ευρήματα που κατέδειξαν ότι οι ατμοσφαιρικές συγκεντρώσεις αερίων του θερμοκηπίου άγγιξαν ιστορικά ρεκόρ το 2011, 40% πάνω από τα επίπεδα της προβιομηχανικής εποχής.

Μεταβαλλόμενα εποχιακά πρότυπα

Ενδιαφέρον είναι το ότι η έκθεση του ΕΠΟ, η οποία περιλαμβάνει δεδομένα και αριθμούς, παρέχει στοιχεία που επιβεβαιώνουν αντιλήψεις για το ότι μεταβάλλονται τα εποχιακά πρότυπα.

Οι εποχές της επικονίασης διαρκούν περισσότερο -και αρχίζουν 10 μέρες κατά μέσο όρο νωρίτερα- από ότι 50 χρόνια πριν και το 78% των στοιχείων της ανθοφορίας δείχνουν αυξανόμενη τάση κατά τις πρόσφατες δεκαετίες.

Επίσης, αλλάζει και η συμπεριφορά των ζώων, με τις ωοτοκίες των βατράχων και την αποδημία των πουλιών να συμβαίνουν νωρίτερα. Η εποχή των εντόμων επιμηκύνεται και αυτή, ενώ οι πεταλούδες συνεχίζουν τη μετανάστευση τους προς τους πόλους, με αργούς πλην σταδιακά αυξανόμενους ρυθμούς.

Ωστόσο, πολλά είδη χλωρίδας και πανίδας δεν κινούνται αρκετά γρήγορα, ώστε να μπορέσουν να προσαρμοστούν στη με γοργούς ρυθμούς αυξανόμενη κλιματική αλλαγή.

«Από τα τέλη του 21ουαιώνα, τα ευρωπαϊκά είδη φυτών προβλέπεται να μετατοπιστούν εκατοντάδες χιλιόμετρα προς τα βόρεια, τα δάση είναι πιθανό να συρρικνωθούν στο Νότο και να επεκταθούν στο Βορρά και περίπου μισά από τα είδη ορεινών φυτών μπορεί να αντιμετωπίσουν την εξαφάνιση», αναφέρεται στην έκθεση.

Ο ρυθμός της κλιματικής αλλαγής αναμένεται να υπερβεί την ικανότητα πολλών από τα είδη φυτών να μεταναστεύσουν, ειδικότερα όσο η κατάτμηση του τοπίου είναι δυνατό να περιορίσει τη δυνατότητα μεταφύτευσης».