Το να σβήνεις την υπογραφή σου, να αθετείς τις δεσμεύσεις σου, να χρεώνεσαι με αφερεγγυότητα, δεν είναι ποτέ ένας εύκολος και ανέξοδος ελιγμός επίδειξης δύναμης, και η διαπίστωση αυτή ισχύει και για τη Γερμανία. Είναι κάτι παραπάνω από προφανές ότι όταν στη Σύνοδο Κορυφής του περασμένου Ιουνίου η Γερμανία προσυπέγραψε την Τραπεζική Ενωση και την απευθείας ανακεφαλαίωση των τραπεζικών συστημάτων της Ευρωζώνης από τον Μόνιμο Μηχανισμό είχε προσμετρήσει το κόστος αυτής της στροφής

Το να σβήνεις την υπογραφή σου, να αθετείς τις δεσμεύσεις σου, να χρεώνεσαι με αφερεγγυότητα, δεν είναι ποτέ ένας εύκολος και ανέξοδος ελιγμός επίδειξης δύναμης, και η διαπίστωση αυτή ισχύει και για τη Γερμανία.

Είναι κάτι παραπάνω από προφανές ότι όταν στη Σύνοδο Κορυφής του περασμένου Ιουνίου η Γερμανία προσυπέγραψε την Τραπεζική Ενωση και την απευθείας ανακεφαλαίωση των τραπεζικών συστημάτων της Ευρωζώνης από τον Μόνιμο Μηχανισμό είχε προσμετρήσει το κόστος αυτής της στροφής και το είχε βρει συμβατό με τα ζωτικά της εθνικά συμφέροντα στην Ευρωζώνη.

Είναι, επίσης, προφανές ότι ουδείς σκέφθηκε τότε να αμφισβητήσει την υπογραφή του Βερολίνου, στη βάση της οποίας ο επικεφαλής της ΕΚΤ Ντράγκι δεσμεύθηκε να κάνει ότι χρειασθεί -whatever it takes- για να σώσει την Ευρωζώνη.

Συνεπώς, το ζητούμενο δεν είναι η διαπίστωση της ύπαρξης ή όχι γερμανικής δολιότητας, καθώς προχθές ο Σόιμπλε κατέστησε σαφές ότι δεν δεσμεύεται από την απόφαση του Ιουνίου, αλλά των λόγων που οδήγησαν στην αλλαγή γραμμής πλεύσης.

Η έκταση της κρίσης στην Ευρωζώνη, το κόστος της διάσωσης της Ισπανίας και της Ιταλίας, προδιαγράφουν συνολική λύση, που οδηγεί το Βερολίνο στην εγκατάλειψη της μέχρι τώρα πολιτικής του: Μόνον κοινός δανεισμός, εγγύηση των καταθέσεων, ελεγχόμενος πληθωρισμός και ποσοτική επέκταση (τύπωμα χρήματος) θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε συνολική σταθεροποίηση.

Μια παρόμοια δυναμική εξελίξεων θα δέσμευε το Βερολίνο σε έναν δρόμο χωρίς επιστροφή, θα σήμαινε οριστική και αμετάκλητη εγκατάλειψη των σεναρίων εθνικής αναδίπλωσης και αναζήτησης εναλλακτικών σεναρίων.

Αν δηλαδή στο Μάαστριχτ, το 1991, η Γερμανία κατάφερε να θεσμοθετηθεί ένα κοινό νόμισμα στις προδιαγραφές του μάρκου, σήμερα αν ενδώσει εδώ και τώρα στις συντονισμένες πιέσεις για συνολική λύση, πρέπει να αρνηθεί, πρώτον, το δικό της μοντέλο δημοσιονομικής διαχείρισης και, δεύτερον, να χάσει όλα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που κατοχύρωσε στα 2,5 χρόνια της κρίσης στην Ευρωζώνη.

Ετσι, επιλέγει την παράταση του σημερινού status quo -που είναι αμφίβολο αν θα το αντέξουν μέσα στο 2013 η Ισπανία και η Ιταλία- με βασική υπόθεση εργασίας ότι όσο επιδεινώνεται η θέση των εταίρων της τόσο πιο εύκολη θα είναι μια καθαρή γερμανική λύση στις αρχές του 2014, μετά τις γερμανικές εκλογές και όταν θα μπορούν να τροποποιηθούν οι Συνθήκες της Ε.Ε.

Η ισορροπία προβάλλει ως οριακή: Και να μην δοθεί οριστική λύση, αλλά και να αποτραπεί η ασύντακτη κατάρρευση της Μαδρίτης και της Ρώμης για τους επόμενους μήνες.

Η εναντίωση στα γερμανικά σχέδια είναι από χλιαρή έως ανύπαρκτη: Η Γαλλία του Ολάντ είναι βυθισμένη σε μια πρωτοφανή εσωστρέφεια, ο Ραχόι είναι ευτυχής όσο δεν υπογράφει μια διάσωση τύπου Ελλάδας - Πορτογαλίας, ενώ από τη Λισαβόνα ο πρωθυπουργός Κοέλιο σπεύδει να συμμορφωθεί στις συστάσεις Σόιμπλε και δηλώνει ότι η χώρα του δεν θέλει μεταχείριση τύπου Ελλάδας.

Η μεγάλη πρόκληση εντοπίζεται στην Ιταλία, όπου η κυβέρνηση Μόντι έχει ως ημερομηνία λήξης την Ανοιξη, με ταυτόχρονο υψηλό κίνδυνο ακυβερνησίας και ταυτόχρονης προσφυγής σε ακριβό δανεισμό για να εκτονωθεί η λαϊκή δυσαρέσκεια.

Τέσσερα και πλέον χρόνια μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers και σχεδόν τρία χρόνια μετά την κρίση δανεισμού της Αθήνας, η Γερμανία διστάζει να δεσμευθεί χωρίς επιστροφή στην Ευρωζώνη, αν δεν επιβάλει τους δικούς της κανόνες.

(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ", 06/12/2012)