Η Παραπληροφόρηση για τα Κοιτάσματα Πετρελαίου και Φυσικού Αερίου

Τις τελευταίες εβδομάδες έχουμε βαρεθεί κυριολεκτικά να ακούμε και να διαβάζουμε δηλώσεις και αναλύσεις ειδικών και μη για τα τεράστια κοιτάσματα πετρελαίου και φ. αερίου που διαθέτει η Ελλάδα τα οποία εάν τα εκμεταλλευτούμε θα μπορούσε ως δια μαγείας να λυθεί το οικονομικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα. Και μάλιστα επιρρίπτονται σοβαρές ευθύνες από αρκετούς σχολιαστές στη σημερινή κυβέρνηση για δήθεν κωλυσιεργία και αδράνεια στο να λάβει τις απαραίτητες αποφάσεις ώστε από αύριο κιόλας να ξεκινήσουν οι γεωτρήσεις που θα φέρουν στην επιφάνεια τις πολύτιμες πρώτες ύλες η διάθεση των οποίων θεωρείται ήδη εξασφαλισμένη
energia.gr
Δευ, 17 Δεκεμβρίου 2012 - 12:22

Τις τελευταίες εβδομάδες έχουμε βαρεθεί κυριολεκτικά να ακούμε και να διαβάζουμε δηλώσεις και αναλύσεις ειδικών και μη για τα τεράστια κοιτάσματα πετρελαίου και φ. αερίου που διαθέτει η Ελλάδα τα οποία εάν τα εκμεταλλευτούμε θα μπορούσε ως δια μαγείας να λυθεί το οικονομικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα. Και μάλιστα επιρρίπτονται σοβαρές ευθύνες από αρκετούς σχολιαστές στη σημερινή κυβέρνηση για δήθεν κωλυσιεργία και αδράνεια στο να λάβει τις απαραίτητες αποφάσεις ώστε από αύριο κιόλας να ξεκινήσουν οι γεωτρήσεις που θα φέρουν στην επιφάνεια τις πολύτιμες πρώτες ύλες η διάθεση των οποίων θεωρείται ήδη εξασφαλισμένη.

Μάλιστα τα νούμερα που ακούγονται για τα «κλειδωμένα» έσοδα του δημοσίου από μία στοχευμένη εκμετάλλευση ανάλογα με τον αρθρογράφο κυμαίνονται από 150 δις μέχρι 450 δις ευρώ σε βάθος εικοσαετίας ή και τριακονταετίας. Είναι δε τόση η εμμονή, η ψύχωση θα λέγαμε καλύτερα, ορισμένων πολιτικών και οικονομικών παραγόντων με το θέμα των υδρογονανθράκων, τα οποία κάπως όψιμα ανακάλυψαν ως την σωσίβιο λέμβο του Ελληνικού οικονομικού ναυαγίου, που δεν διστάζουν να προτείνουν ακόμα και τελείως ανεδαφικές λύσεις περί τιτλοποιήσεως μελλοντικών εσόδων, από τις προσδοκώμενες πωλήσεις ποσοτήτων πετρελαίου και φυσικού αερίου. Βέβαια μία τέτοια προσέγγιση προϋποθέτει άριστη γνώση των κοιτασμάτων, της τοποθεσίας τους, του μεγέθους τους, της προσδοκώμενης παραγωγής τους, καθώς και έναν τέλειο σχεδιασμό για την άντληση και μεταφορά των υποτιθέμενων ποσοτήτων.

Όμως, βάσει της σημερινής πληροφόρησης, εμπειρίας και κυρίως χαρτογράφησης του Ελληνικού υπεδάφους τίποτε που να πλησιάζει έστω οριακά τ’ ανωτέρω προαπαιτούμενα δεν υπάρχει. Όχι ότι δεν υπάρχει τίποτε, αλλά η γνώση που διαθέτουμε για τα λίγα γνωστά και βεβαιωμένα κοιτάσματα είναι και αυτή περιορισμένη. Για αυτό και ευρίσκονται σε εξέλιξη οι σεισμικές έρευνες σε Ιόνιο και Νότια Κρήτη (κάτι που έπρεπε να είχε γίνει δέκα με δέκα πέντε χρόνια πριν) ώστε ν’ αποκτήσουμε επιτέλους μία βασική γνώση για τις ενδείξεις που υπάρχουν. Για αυτό και ευρίσκεται επίσης σε εξέλιξη ο διαγωνισμός Open Door στη Δυτική Ελλάδα όπου εντός του 2013 θα υπάρξουν ανάδοχοι εταιρείες που θ’ αναλάβουν την περαιτέρω εξερεύνηση και ενδεχομένως παραγωγή από τρία συγκεκριμένα κοιτάσματα – Κατάκολο, Πατραϊκός Κόλπος, Ιωάννινα.

Υπάρχουν και ορισμένα άλλα γνωστά κοιτάσματα σε διάφορα άλλα μέρη της χώρας όπως στην Επανομή, στον Θερμαϊκό, στα ανατολικά και δυτικά του Πρίνου και στην Ανατολική Θράκη. Και υπάρχει ασφαλώς και ο Πρίνος, το μοναδικό εν ενεργεία κοίτασμα στον ελληνικό χώρο ο οποίος τριάντα χρόνια μετά εξακολουθεί να παράγει μικρές ποσότητες πετρελαίου με προοπτική, τώρα που διευθετήθηκε η νομική εκκρεμότητα με την αδειοδότηση βάσει του Ν.4001/2011, η ανάδοχη εταιρεία που είναι και ο operator, δηλ΄. η Energean Oil & Gas, να πραγματοποιήσει τις απαραίτητες επενδύσεις και να αυξηθεί έτσι η παραγωγή, από τα σημερινά 2.500 βαρέλια την ημέρα στα 8.000-10.000 βαρέλια, αξιοποιώντας το πεδίο Ε και το κοίτασμα του Βόρειου Πρίνου.

Σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες επιστημονικές ανακοινώσεις η Ελλάδα διαθέτει έντεκα βεβαιωμένα κοιτάσματα πετρελαίου και φ. αερίου κυρίως σε περιοχές όπως η Δυτική Ελλάδα και η Βόρεια Ελλάδα με πληροφορίες για το μέγεθός τους να έχουμε από γεωτρήσεις και σεισμικά. Υπάρχουν δε και ενδείξεις, κυρίως από γεωλογική και γεωφυσική έρευνα για υποθαλάσσια κοιτάσματα νοτίως της Κρήτης αλλά και στα Δωδεκάνησα. Επειδή οι πληροφορίες που έχουμε, αναλογικά με το μέγεθος της χώρας είναι περιορισμένες, διεσπαρμένες και επιστημονικά ανομοιογενείς είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπολογίσουμε, ή να εκτιμήσουμε με κάποια στοιχειώδη ακρίβεια, το εκτιμώμενο αξιοποιήσιμο υδρογονανθρακικό δυναμικό. Ορισμένες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για ποσότητες 3.0 – 3.5 δις βαρέλια ισοδύναμου πετρελαίου για όλη την Ελλάδα. Όμως οι εκτιμήσεις αυτές καλύπτουν συνολικά το δυναμικό αρκετών και μάλλον μικρών σε μέγεθος κοιτασμάτων.

Η κοινή διαπίστωση από την μέχρι σήμερα επιστημονική εμπειρία είναι ότι η χώρα διαθέτει μερικά βεβαιωμένα κοιτάσματα, περιορισμένου μεγέθους και σε διαφορετικές τοποθεσίες. Οι γεωλόγοι πετρελαίου που γνωρίζουν το θέμα και έχουν μελετήσει το ελληνικό υπέδαφος ομιλούν για λίγα, διάσπαρτα και δύσκολα κοιτάσματα. Υπάρχουν δε ενδείξεις μόνο, βάσει γεωλογικών και γεωφυσικών κυρίως στοιχείων, για μεγαλύτερους σχηματισμούς σε υποθαλάσσιες περιοχές δυτικά της Πελοποννήσου και νοτίως της Κρήτης. Αποτελεί δε χρυσό κανόνα της επιστήμης της γεωλογίας και ιδιαίτερα της μηχανικής πετρελαίου ότι δεν δυνάμεθα να προσδιορίσουμε το μέγεθος και τα χαρακτηριστικά ενός κοιτάσματος πετρελαίου ή αερίου εάν δεν πραγματοποιήσουμε γεωτρήσεις και μάλιστα σε τουλάχιστον δύο ή και τρεις τοποθεσίες εντός του ίδιου κοιτάσματος. Κάτι τέτοιο απ’ ό,τι γνωρίζει η στήλη δεν έχει πραγματοποιηθεί στη νότιο Κρήτη ή αλλού απ’ όπου προέρχονται οι ελπίδες, οι υποσχέσεις, τα όνειρα και οι φαντασιώσεις, θα συμπληρώναμε εμείς, για πακτωλό κοιτασμάτων.

Η αλήθεια για τα ελληνικά κοιτάσματα υδρογονανθράκων είναι ότι η χώρα παραμένει από τις πλέον ανεξερεύνητες στην Μεσόγειο και ότι η πληροφόρηση που έχουμε από αξιόπιστες γεωτρήσεις παραμένει και αυτή περιορισμένη. Βάσει της σημερινή γνώσης, και όχι υποθέσεων και ευφάνταστων σεναρίων σαν κι αυτά που χρησιμοποίησε η πρόσφατη έκθεση της Deutche Bank, το βεβαιωμένο πετρελαϊκό δυναμικό της Ελλάδας βασίζεται σε περιορισμένο αριθμό μικρών και μεσαίου μεγέθους κοιτασμάτων, η εκμετάλλευση των οποίων είναι απόλυτα εφικτή αλλά απαιτεί προσεκτικό σχεδιασμό και πολυδάπανες επενδύσεις που θα προέλθουν αποκλειστικά από τις ενδιαφερόμενες εταιρείες. Και αυτά δεν γίνονται από την μία μέρα στην άλλη.