Τα δύο σενάρια του 2013. Το 2013 είναι η χρονιά που θα καθορίσει αν αντέξουμε την αυξανόμενη ανεργία, το κλείσιμο επιχειρήσεων, τις μειώσεις μισθών και συντάξεων και τους νέους φόρους, αν έχουμε τις δυνάμεις να αναδιοργανώσουμε το κράτος, να βάλουμε διαφανείς κανόνες στη λειτουργία της οικονομίας, να μειώσουμε τη γραφειοκρατία και να διορθώσουμε τα κακώς κείμενα. Αν τα καταφέρουμε, τότε υπάρχει ένα αισιόδοξο μέλλον για τη χώρα μας και μια προοπτική για τα παιδιά μας

Τα δύο σενάρια του 2013. Το 2013 είναι η χρονιά που θα καθορίσει αν αντέξουμε την αυξανόμενη ανεργία, το κλείσιμο επιχειρήσεων, τις μειώσεις μισθών και συντάξεων και τους νέους φόρους, αν έχουμε τις δυνάμεις να αναδιοργανώσουμε το κράτος, να βάλουμε διαφανείς κανόνες στη λειτουργία της οικονομίας, να μειώσουμε τη γραφειοκρατία και να διορθώσουμε τα κακώς κείμενα. Αν τα καταφέρουμε, τότε υπάρχει ένα αισιόδοξο μέλλον για τη χώρα μας και μια προοπτική για τα παιδιά μας. Αντίθετα, αν δεν έρθει νέα σημαντική ρευστότητα στην οικονομία και για πολλούς πολίτες τελειώσει ο κουμπαράς των ιδιωτικών αποταμιεύσεων, αν δεν σταθούν στα πόδια τους οι υγιείς επιχειρήσεις και δεν βάλουμε όλοι πλάτη στην κοινή προσπάθεια ανάκτησης της αξιοπιστίας της χώρας, τότε θα συνεχιστεί ο φαύλος κύκλος μειωμένων δημοσιονομικών εσόδων και περαιτέρω αυτόματων περικοπών των δαπανών, με περισσότερες χρεοκοπίες και μεγαλύτερη ανεργία, που θα οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερη πτώση εισοδημάτων, με αύξηση της εγκληματικότητας και με την αντίστροφη ροή της μετανάστευσης, αυτή τη φορά των εκπαιδευμένων παιδιών μας προς το εξωτερικό, όπως περίπου συνέβαινε στην εποχή των παππούδων μας και νωρίτερα, αλλά με ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό. Ετσι, το 2013 θα είναι η χρονιά στο μεταίχμιο ανάμεσα στην κρίση και (i) είτε στη σταθεροποίηση, την ελπίδα και τη μετέπειτα ανάκαμψη, (ii) είτε στην ακόμα μεγαλύτερη πτώση προς το σχετικό με τους εταίρους βιοτικό επίπεδο των δεκαετιών του ’50 και ’60.

H έκρηξη της φούσκας. Η κρίση που βιώνουμε είναι το αποτέλεσμα δύο βαθέων και χρόνιων ανισορροπιών στην Ελλάδα: Πρώτον, της μακροχρόνιας έλλειψης ανταγωνιστικότητας και, δεύτερον, του πολυετούς δημοσιονομικού εκτροχιασμού, ο οποίος εντάθηκε την περίοδο 2007-2009. Οι ανισορροπίες σωρεύτηκαν και δημιούργησαν φούσκα βιοτικού επιπέδου, που εξερράγη στο τέλος του 2009, όταν η οικονομία, επηρεασμένη από την τότε διεθνή ύφεση, σταμάτησε να αναπτύσσεται και οι δανειστές μας θορυβήθηκαν από τα τεράστια ελλείμματα και το σωρευμένο δημόσιο χρέος. Εκτοτε οι εξελίξεις είναι γνωστές, αφού από το σύνολο των ξένων αγοραστών των ομολόγων μας, μόνον οι Ευρωπαίοι εταίροι -τα επίσημα κράτη- προθυμοποιήθηκαν να μας δανείζουν.

Οι εταίροι επέβαλαν τα Mνημόνια, που με τη σειρά τους επιδείνωσαν την αρχική ύφεση σε κρίση. Το μεγαλύτερο, όμως, μέρος της ευθύνης για την επιδείνωση το φέρουμε εμείς οι ίδιοι. Μπορεί τα Μνημόνια να ακολούθησαν μια πολύ γρήγορη, έστω και «βάρβαρη», δημοσιονομική συρρίκνωση, αλλά η επιθετικότητα αυτή ήταν κυρίως αποτέλεσμα της απώλειας αξιοπιστίας εκ μέρους μας, αφού για μεγάλο χρονικό διάστημα αρνηθήκαμε να προχωρήσουμε σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, που δεν είχαν δημοσιονομικό, παρά μόνο πολιτικό κόστος. Η σύγκριση της πορείας της Ελλάδας και της Ιρλανδίας στη διάρκεια της κρίσης το καταδεικνύει με σαφήνεια.

Νέα αρχή με την κυβέρνηση Παπαδήμου. Η κυβέρνηση Παπαδήμου, που ξεκίνησε στα μέσα Νοεμβρίου του 2011, σταμάτησε την προηγούμενη επιταχυνόμενη διολίσθηση. Με πολύ σκληρή δουλειά απέφυγε την έξωση της Ελλάδας από το ευρώ και κληροδότησε στη μετέπειτα κυβέρνηση ένα μικρότερο δημόσιο χρέος μέσω του PSI, ένα τεράστιο πακέτο νέων ευρωπαϊκών πόρων ύψους 130 δισ. ευρώ και ένα νέο πιο ευέλικτο οικονομικό πρόγραμμα, στο οποίο η δημοσιονομική προσαρμογή θα ήταν συνάρτηση του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας. Η διετής επιμήκυνση στη δημοσιονομική προσαρμογή που συμφωνήθηκε πρόσφατα, ήταν αποτέλεσμα αυτής της ευελιξίας που νωρίτερα κληροδοτήθηκε. Η κυβέρνηση Παπαδήμου έφερε τη μεγάλη ανατροπή στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες είχαν βαλτώσει για τουλάχιστον ένα χρόνο νωρίτερα, ενώ απέδειξε χωρίς τυμπανοκρουσίες και λαϊκισμούς ότι ορισμένοι πολιτικοί κάνουν ακριβώς αυτά που υπόσχονται, ότι η Ελλάδα των νοικοκυραίων και των σκληρά εργαζομένων μπορεί να τα καταφέρει. Στη συνέχεια, με τη διπλή εκλογική αναμέτρηση και τον αναγκαίο χρόνο προσαρμογής της νέας κυβέρνησης, χάθηκαν αρκετοί μήνες από τη δουλειά που απαιτείται, προτού η νέα κυβέρνηση βρει τον ρυθμό της.

Τι απαιτείται σήμερα και οι πιθανότητες επιτυχίας. Σήμερα απαιτείται μια μεγάλη στροφή προς περισσότερη εγχώρια παραγωγή και λιγότερη εγχώρια κατανάλωση. Η στροφή, όμως, αυτή δεν πρέπει να γίνει γρήγορα. Η απότομη πτώση στην κατανάλωση χωρίς την ταυτόχρονη αντίστοιχη άνοδο στις επενδύσεις και τις εξαγωγές θα παρατείνει την ύφεση. Αυτή είναι μια δύσκολη ισορροπία ανάμεσα σε πολιτικές διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που οδηγούν στην ανακατανομή της προσφοράς αγαθών και υπηρεσιών και σε πολιτικές που τονώνουν τη συνολική ζήτηση.

Οι πιθανότητες επιτυχίας θα είναι μεγάλες αν η κυβέρνηση κρατήσει ψηλά τους ρυθμούς δουλειάς και, κυρίως, αν όλοι οι πολίτες γίνουν κοινωνοί του προβλήματος και συμμετέχουν στην κοινή προσπάθεια. Για τους συντηρητικούς νοικοκυραίους, πρέπει να γίνει σαφές ότι η Ελλάδα σήμερα έχει την ευκαιρία να αναγεννηθεί με σωστούς κανόνες λειτουργίας, όπου οι εργατικοί θα αμείβονται ανάλογα με τον κόπο τους. Για τους ριζοσπάστες πολίτες, πρέπει επίσης να γίνει κατανοητό ότι η «επανάσταση» είναι πλέον εδώ, μέσα στη χώρα μας, και το αποτέλεσμά της θα το κρίνουμε με τη στάση μας εμείς οι ίδιοι, αν τελικά φέρουμε περισσότερη δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη ή αντίθετα περισσότερο αυταρχισμό. Για τους νέους, που σήμερα δεν βρίσκουν δουλειά, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι εργαζόμαστε να φτιάξουμε μια οικονομία, που θα έχει τη δυνατότητα να παράγει αγαθά και υπηρεσίες ώστε να προσφέρει μια ικανοποιητική εργασία και ένα μισθό που θα μπορεί όχι μόνο να αποπληρώσει τα δανεικά, αλλά και να ξεπεράσει το βιοτικό επίπεδο των γονέων τους. Ελπίζουμε στο καλό σενάριο και στην ωριμότητα του Ελληνα.

* Ο κ. Γκίκας Α. Χαρδούβελης (www. hardouvelis. gr) είναι καθηγητής στο Τμήμα Χρηματοοικονομικής και Τραπεζικής Διοικητικής του Πανεπιστημίου Πειραιώς.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 30/12/2012)