Κρυμμένες Αλήθειες για τις Παγίδες και τις Ευκαιρίες της Κρίσης

Κρυμμένες Αλήθειες για τις Παγίδες και τις Ευκαιρίες της Κρίσης
Γράφει ο Τάσος Γιαννίτσης καθηγητής πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην υπουργός
Δευ, 21 Ιανουαρίου 2013 - 10:59
Η σημερινή κρίση δεν οφείλεται μόνο σε ενδογενή αίτια. Οι πολιτικές της Ευρωζώνης στην περίοδο κρίσης επιδείνωσαν αρκετά από τα προβλήματα και τις ανισορροπίες που βιώνουμε. Οι συνθήκες που βιώνουμε σημαίνουν ότι κι εμείς κάποια στιγμή καταλαβαίνουμε ότι: Τα προβλήματα είναι δομικά, συστημικά, και, συνεπώς, οι απαντήσεις πολιτικής πρέπει να έχουν μια αντιστοιχία με αυτήν την πραγματικότητα

Η σημερινή κρίση δεν οφείλεται μόνο σε ενδογενή αίτια. Οι πολιτικές της Ευρωζώνης στην περίοδο κρίσης επιδείνωσαν αρκετά από τα προβλήματα και τις ανισορροπίες που βιώνουμε.

Οι συνθήκες που βιώνουμε σημαίνουν ότι κι εμείς κάποια στιγμή καταλαβαίνουμε ότι:

  • Τα προβλήματα είναι δομικά, συστημικά, και, συνεπώς, οι απαντήσεις πολιτικής πρέπει να έχουν μια αντιστοιχία με αυτήν την πραγματικότητα.
  • Πρέπει να απορριφθεί η αδράνεια ως επιλογή και να ληφθούν αποφάσεις, παρά τις συνθήκες αβεβαιότητας. Το ορατό κόστος της ενέργειας είναι πολύ μικρότερο από το αφανές κοινωνικό κόστος της αδράνειας.
  • Χρειάζεται να διεισδύσουμε βαθύτερα στο τι συνέβη, να κινηθούμε σταθμίζοντας σύνθετες καταστάσεις και αβεβαιότητες, αλλά, στη βάση όλων αυτών, να έρθουμε σε σύγκρουση με τις πραγματικότητες που ήσαν οι κύριοι μοχλοί της κρίσης ή της κατάρρευσης σε κάθε χώρα.

Πέρα από τα ελλείμματα και τα χρέη, πρέπει να δούμε τρία κεντρικά σημεία: Τις ιδεολογικές ανατροπές, τις συστημικές ανατροπές και τα διακυβεύματα της σημερινής κρίσης. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο μπορεί να εντοπίσει κανείς τέσσερα κεντρικά διακυβεύματα, που βεβαίως δεν εξαντλούν το θέμα:

Δημοκρατία
Η μετάλλαξη και ο εκφυλισμός της Δημοκρατίας είναι ίσως το πιο κρίσιμο διακύβευμα της σημερινής κρίσης. Χώρες με ανθεκτικές πολιτικές και κοινωνικές δομές, κοινωνίες με αυτογνωσία, πολιτικοί φορείς με ιδεολογική συνοχή και υπευθυνότητα και πολιτικές αλληλέγγυας συμμετοχής στα βάρη της κρίσης διαθέτουν καθοριστικά στοιχεία για το είδος των πολιτικών επιπτώσεων της κρίσης. Χώρες με ευμετάβλητες κοινωνικές και πολιτικές αντιλήψεις, με προϊστορία στη βία, με λατρεία στον ατομικισμό και απαξίωση του συλλογικού, επιβαρύνονται με καθοριστικά στοιχεία για το είδος των πολιτικών επιπτώσεων της κρίσης, αλλά από διαφορετική άποψη. Μέσα από τις εμπειρίες διαπιστώνουμε πόσο η κρίση μπορεί να ανατρέψει την ίδια την αρχιτεκτονική ενός πολιτικού συστήματος. Όμως αυτό δεν είναι πραγματικό διακύβευμα για μια κοινωνία. Διακύβευμα γίνεται, όταν τέτοιες εξελίξεις συμβαδίζουν με την ηθική και πολιτική απαξίωση της πολιτικής, και, πάνω από όλα, με την εμφάνιση εκφυλιστικών τάσεων, και όταν η πολιτική αναμέτρηση γίνεται με τρόπους, που αντί να βοηθούν την ανάταξη μιας χώρας την οδηγούν σε ακόμα πιο σκληρή κρίση. Πολιτική απάντηση στο πρόβλημα δεν έχω. Γιατί, από την άλλη πλευρά, η ίδια η πολιτική απαξίωση που αναδείχθηκε με την κρίση επέτρεψε να αναδειχθούν στην πολιτική ζωή ευκαιριακές και τυχάρπαστες καταστάσεις, ο σκοταδιστικός λόγος, η βία, η βάναυση καταπάτηση θεσμών, ακόμα και ανθρώπινων δικαιωμάτων. Επιπλέον, ανεργία και ένδεια είναι απόρροια της κρίσης που επηρεάζει πολλαπλά τέτοια φαινόμενα, και δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει.

Οξυνση των ενδο-ευρωπαϊκών χασμάτων
Η κρίση οδήγησε στην αναστροφή της σύγκλισης που είχε επιτευχθεί στην Ε.Ε. τα προηγούμενα 15 - 20 χρόνια. Σε πολύ πρόσφατη μελέτη της για τις κοινωνικές εξελίξεις στην Ε.Ε. η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπιστώνει μια διευρυνόμενη απόκλιση του βιοτικού επιπέδου και της φτώχειας στο εσωτερικό της Ευρώπης. Η τάση για διόγκωση του χάσματος της φτώχειας και της κοινωνικής προστασίας στην Ευρώπη έχει, σε δεύτερη ανάγνωση, ακόμα σοβαρότερες συνέπειες, γιατί μια τέτοια διεύρυνση δεν γίνεται μόνη της. Συμβαδίζει με ένα διευρυνόμενο χάσμα στις παραγωγικές και στις αναπτυξιακές ικανότητες και τις προοπτικές των χωρών που είναι σε κρίση σε σχέση με τις «άλλες». Όμως, ένα τέτοιο χάσμα ήταν παράγοντας, που, μεταξύ άλλων, συνπροσδιόρισε τις περιοχές κρίσης και μη-κρίσης στην Ε.Ε.. Μια διεύρυνση, συνεπώς, του χάσματος αυτού έχει προεκτάσεις πολύ πιο σύνθετες από την απλή κοινωνική οπτική.

Αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις πολιτικές της Ευρωζώνης
Η σημερινή κρίση δεν οφείλεται μόνο σε ενδογενή αίτια. Οι πολιτικές της Ευρωζώνης στην περίοδο κρίσης επιδείνωσαν αρκετά από τα προβλήματα και τις ανισορροπίες που βιώνουμε. Η Ευρωζώνη επέλεξε να προχωρήσει με ένα νομισματικό σύστημα που λειτουργούσε θετικά σε κανονικές περιόδους, αλλά δημιούργησε πολλά προβλήματα σε συνθήκες κρίσης. Επιπλέον, έγιναν σοβαρά λάθη στα χρόνια πριν την κρίση και στη διάρκεια της κρίσης. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν οι αγορές να αμφισβητήσουν την ικανότητα της Ευρωζώνης να υπερασπίσει το ευρώ, το νόμισμα να κλονίζεται συνεχώς, και αυτό να επηρεάζει αυξητικά τα spreads των χωρών κρίσης.

Εθνική κυριαρχία
Η κρίση ανέδειξε έντονα το θέμα της εθνικής κυριαρχίας στην άσκηση της πολιτικής. Όμως η εθνική κυριαρχία δεν είναι μια νομική έννοια. Κερδίζεται με πολιτικές, που κάνουν μια χώρα, μια οικονομία, μια κοινωνία δυνατή και υπολογίσιμη δύναμη και με βαθμούς ελευθερίας στην άσκηση της πολιτικής. Κερδίζεται με πολιτικές που προσφεύγουν στο μικρότερο δυνατό βαθμό στα δάνεια και στα χρέη, που χρησιμοποιούν τα δάνεια για επενδύσεις και ανάπτυξη και όχι για κατανάλωση και εφήμερη ευημερία. Για χρόνια, όλοι χειροκροτούσαν με ενθουσιασμό τις περισσότερες δαπάνες, τα μεγαλύτερα ελλείμματα, τη μεγαλύτερη φοροδιαφυγή, τη μαύρη εργασία. Ακόμα και σήμερα, οι ίδιες φωνές που καταγγέλλουν την παγκοσμιοποίηση και το χρηματοοικονομικό κεφάλαιο, οι ίδιες ζητούν πολιτικές που για να υλοποιηθούν απαιτούν νέα δάνεια, νέα χρέη, νέα αδιέξοδα, δηλαδή νέες και βαθύτερες εξαρτήσεις και απομειώσεις της εθνικής κυριαρχίας μας. Όταν πλέον φτάνει κανείς να δει τις επιπτώσεις των εξελίξεων στην εθνική κυριαρχία, είναι αργά να πει «Don't cry for me Argentina». Όμως, τότε, είναι μια προνομιακή στιγμή για να δούμε τι κάνουμε για να αναστρέψουμε βαθμιαία την ανάποδη πραγματικότητα.

Συχνά, η συζήτηση μένει στον Κεϋνσιανισμό και το Νεοφιλελευθερισμό. Όμως υπάρχει και ο Σουμπέτερ και η θεωρία του για τις διαρθρωτικές αλλαγές. Νεοφιλελεύθεροι και Κεϋνσιανοί συζητούν για την κρίση ως εάν ο καπιταλισμός, η κρίση του και η οικονομική μεγέθυνση εξαρτώνται σχεδόν αποκλειστικά από τη ζήτηση. Υπάρχουν όμως συνθήκες όπου η αντικυκλική πολιτική ή η διαχείριση της συνολικής ζήτησης δεν αρκεί, γιατί το πρόβλημα δεν είναι βραχυπρόθεσμο ή κυκλικό, αλλά διαρθρωτικό. Τότε η απάντηση δεν είναι επεκτατική ή περιοριστική πολιτική, αλλά διαρθρωτικές αλλαγές, που θα επιτρέψουν τη μετεξέλιξη και απεμπλοκή από την κρίση. Αλλιώς, είτε επεκτατική, είτε περιοριστική πολιτική οδηγούν σε ακόμα μεγαλύτερη ύφεση. Αλλωστε, στις τελευταίες τρεις δεκαετίες τόσο η αποτυχία της Αγοράς να οδηγήσει σε ένα επιτυχημένο υπόδειγμα, όσο και η αποτυχία του Κράτους, να αποτρέψει θεμελιακές ανισορροπίες μέσα από κρατικές πολιτικές, έδειξαν ότι το πρόβλημα υπερβαίνει μια τέτοιου τύπου ιδεολογική διχοτόμηση.

Πότε θα βγει η Ευρώπη, η Ελλάδα και οι άλλες χώρες από την κρίση και ποιοι παράγοντες θα καθορίσουν το χρονικό διάστημα είναι σήμερα το κεντρικό ερώτημα. Προσωπικά, θεωρώ, ότι θα βγούμε από την κρίση, αν αφενός στην Ευρώπη διαμορφωθεί μια νέα στρατηγική εξόδου, και αν, αφετέρου, στην Ελλάδα πετύχουμε να διατυπώσουμε μια αποφασιστική στρατηγική, οι κεντρικοί άξονες της οποίας θα ήταν, πέρα από την δημοσιονομική προσαρμογή, η ανταγωνιστικότητα, ο παραγωγικός μετασχηματισμός και η ανάπτυξη, η καταπολέμηση της ανεργίας και της εκρηκτικής ανισότητας στη φορολογική μεταχείριση, εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση, στο θεσμικό πλαίσιο, στην καταπολέμηση της διαφθοράς.

Τίποτα από αυτά δεν μπορεί να γίνει εύκολα ή γρήγορα. Η διαδικασία αναστροφής από εκεί που είμαστε σήμερα μπορεί ίσως να ξεκινήσει σε ένα ορατό διάστημα, που θα εξαρτηθεί και από τις δικές μας πολιτικές. Όμως, δεν αρκεί να αρχίσουμε να βγαίνουμε από το τέλμα. Πρέπει η πορεία να είναι ανοδική και αυτό θα απαιτήσει χρόνο, δογματικές υποχωρήσεις και συστηματικές προσπάθειες.

Η μορφή της κρίσης σήμερα δείχνει, ότι το πρόβλημα δεν βρίσκεται απλώς στα δημοσιονομικά μεγέθη ή στο είδος της ασκούμενης πολιτικής. Στο ευρωπαϊκό επίπεδο, βρίσκεται, επιπλέον, ίσως και κυρίως, στην οργάνωση των θεσμών που αφορούν το Ενιαίο Νόμισμα. Για το λόγο αυτό, θεωρώ, ότι σήμερα στην Ευρώπη είναι ανάγκη να υπάρξει μια σύνθεση μεταξύ τριών μορφών οικονομικής πολιτικής, δηλαδή κεϋνσιανών, συγκρατημένα επεκτατικών πολιτικών όπου υπάρχουν ?και υπάρχουν- βαθμοί ελευθερίας και περιοριστικών πολιτικών, όπου η μακροοικονομική προσαρμογή είναι επιτακτική. Αναφέρομαι δηλαδή σε ένα μείγμα δημοσιονομικής σταθεροποίησης και επιλεκτικών επενδυτικών στρατηγικών, οι οποίες θα συνδέονται με διαρθρωτικές αλλαγές στο παραγωγικό σύστημα των χωρών σε κρίση.

Το κεντρικό συμπέρασμα είναι ότι έξοδος από την κρίση και ανάπτυξη προϋποθέτουν πολύ σοβαρές αλλαγές στις οικονομικές και πολιτικές λειτουργίες της κοινωνίας, οι οποίες όχι μόνο δεν είναι διόλου αυτονόητες, αλλά θα προϋπέθεταν νέες ισορροπίες μεταξύ εμπεδωμένων συμφερόντων, αντιλήψεων και πρακτικών. Θα προϋπέθεταν έναν βαθύτερο μετασχηματισμό των σχέσεων Κοινωνίας και Κράτους, Κράτους και Αγοράς, των θεσμών και των αρχών πολιτικής και κοινωνικής λειτουργίας. Το πολιτικό μας σύστημα και οι κοινωνίες μας είναι αντιμέτωπες με νέες πραγματικότητες. Στο παρελθόν, ο κανόνας ήταν η επιλογή μεταξύ μιας ευχάριστης και μιας οδυνηρής, αλλά αποτελεσματικής, πολιτικής, και, φυσικά, η επιλογή ήταν προκαθορισμένη. Ακριβώς γιατί για δεκαετίες ενεργούσαμε με τον τρόπο αυτό, σήμερα, σε βασικά ζητήματα πολιτικής οι επιλογές πλέον είναι αποκλειστικά μεταξύ δύο ή περισσότερων οδυνηρών λύσεων και το δίλημμα είναι αν θα επικρατήσει ένα παροδικό σήμερα ή η έγνοια για το δημόσιο συμφέρον και το συλλογικό μέλλον. Λάθος απάντηση σημαίνει ότι και οι συνέπειες θα είναι δυσμενείς και το πρόβλημα θα επιδεινώνεται. Το παράδειγμα του ασφαλιστικού, αλλά και του δημοσιονομικού, και του συστήματος υγείας είναι τυπικές περιπτώσεις, αλλά όχι οι μόνες. Λέγεται, ότι μια κρίση προσφέρει και ευκαιρίες. Ναι, αλλά μόνο για όσους ξέρουν πώς θα τις δημιουργήσουν ή θα τις αξιοποιήσουν. Γιατί οι ευκαιρίες δεν έρχονται με αυτόματους μηχανισμούς στο τραπέζι των επιλογών. Δημιουργούνται και αξιοποιούνται. Ελπίζω, στα χρόνια που έρχονται, αυτό που αποτύχαμε να κάνουμε στο παρελθόν, θα πετύχουμε να το κάνουμε για το μέλλον μας.

(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ", 19/01/2013)