Τον περασμένο Δεκέμβριο, η Διεθνής Επιτροπή για την Ενέργεια προειδοποίησε την Ε.Ε. ότι η εξάρτησή της από το φυσικό αέριο της Ρωσίας θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια της ενέργειάς της. Σήμερα, η Γερμανία προμηθεύεται το 47% περίπου του φυσικού της αερίου από τη Ρωσία ενώ το ποσοστό για ορισμένα νέα κράτη-μέλη, όπως η Σλοβακία, φθάνει έως και το 100%. Όσο σημαντική και εάν θεωρείται η συμμαχία με τη Ρωσία πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η Μόσχα αντιμετωπίζει το εμπόριο ενέργειας ως μέσο άσκησης πίεσης στα εξαρτώμενα κράτη. Με το ίδιο νόμισμα, η σημερινή πολιτική ευγένεια προς τη Ρωσία όσον αφορά το δημοκρατικό της έλλειμμα ή τη διαμάχη στην Τσετσενία ενισχύει την άποψη ότι «κρατάμε το στόμα μας κλειστό για το αέριο». Στα περισσότερα κράτη-μέλη της Ε.Ε., οι συνομιλίες αναφορικά με την πολιτική ενέργειας επικεντρώνεται στην οικονομική αποτελεσματικότητα και την περιβαλλοντική βιωσιμότητα. Σπανίως διερωτόμαστε πόσο ασφαλείς είναι οι στρατηγικές μας προμήθειες. Η εξάρτηση της Ε.Ε. για προμήθεια φυσικών καυσίμων θα αυξηθεί ραγδαία μέσα στα επόμενα 20 χρόνια καθώς εξαντλούνται τα αποθέματα στη Βόρεια θάλασσα και θα πρέπει να εισάγει το 90% της ενέργειας. Κατά συνέπεια, ενέργεια θα παραμείνει η κύρια εισαγωγή της Ε.Ε. καθώς, αντίθετα με τις προβλέψεις ορισμένων κρατών, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δεν θα επαρκούν για την κάλυψη της εγχώριας ζήτησης με αποδεκτό κόστος. Ενδεχομένως τα σημερινά αποθέματα φυσικής ενέργειας ανά τον κόσμο να μπορούν να εξασφαλίσουν ένα ποσοστό της προμήθειας για αρκετά χρόνια. Κάτι τέτοιο όμως απαιτεί σημαντικές επενδύσεις σε εργοστάσια εξαγωγής ενέργειας, διυλιστήρια και μεταφορά. Ζωτικής σημασίας επίσης είναι η προστασία της υπάρχουσας υποδομής και των μεταφορικών οδών από τρομοκρατικές επιθέσεις. Τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. πρέπει να αρχίσουν να σκέφτονται στρατηγικά όσον αφορά την ενέργεια, να διαφοροποιήσουν τις εισαγωγές τους και τις μεταφορικές οδούς και να οικοδομήσουν ανάλογες στρατηγικές συμμαχίες και με άλλες περιοχές του πλανήτη όπως την Κασπία και τη Δυτική Αφρική διασφαλίζοντας πρόσβαση στις αναδυόμενες αυτές αγορές πριν τις εκμεταλλευθούν άλλοι εισαγωγείς ενέργειας. Οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών πρέπει επίσης να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων στην ενεργειακή υποδομή. Η Ευρώπη πρέπει να ενδιαφερθεί περισσότερο για τη σταθεροποίηση της παραγωγής ενέργειας και τις περιοχές διέλευσης ιδιαίτερα στην «Ευρύτερη Ευρώπη» και οφείλει να εντάξει την ενέργεια στο πλαίσιο της εξωτερικής της πολιτικής και της πολιτικής της ασφάλειας. (Από τη Ναυτεμπορική, 7/4/05)