Σε επιστολή του προς την εφημερίδα "Καθημερινή" στις 6/4/05, ο αναγνώστης κ. Κωνσταντίνος Καλογρής επισημαίνει: "Στην «Καθημερινή» της 2.3.05 ο γνωστός οικονομικός αναλυτής κ. Ν. Νικολάου, τον οποίο καλωσορίζω, εκθέτει μια κατάσταση «καθημερινής τρέλας», όπως την ονομάζει, και πράγματι είναι, κατά την οποία για μια οικοδομική άδεια για την κατασκευή στο κεντρικό κτίριο της Τραπέζης της Ελλάδος 4 εσωτερικών κλιμακίων ασφαλείας του προσωπικού σε ώρα ανάγκης εχρειάσθηκαν 4 και περισσότερα χρόνια και τελειώνει με το πικρό –σαρκαστικό: «και μετά διαπορούμε γιατί δεν γίνονται επενδύσεις και δη ξένες». Αυτή είναι χωρίς αμφιβολία μια κατάσταση πραγματικής τρέλας. Υπάρχουν, δυστυχώς, όμως στον τόπο και καταστάσεις τρέλας κατά τις οποίες το σύστημα τρώγει τις επενδύσεις και όσους είχαν την όρεξη ή την αφέλεια να κάνουν επενδύσεις. Μια τέτοια τρέλα την υπέστην προσωπικά και την υπέστησαν και πολλοί άλλοι και παρακαλώ να μου επιτραπεί να την ιστορήσω όσο γίνεται σύντομα, γιατί αποτελεί μεγάλη απειλή για τις επενδύσεις και την ανάπτυξη του τόπου. Το 1985 αποφασίσαμε να κάνουμε στην ΒΙΠΕ Πάτρας μια επένδυση, ιδρύοντας μια βιομηχανία παραγωγής λεπτών συρματόσχοινων και συναφών προϊόντων για μικρά οχήματα και σε δεύτερη φάση και για αυτοκίνητα και άλλες χρήσεις, αξιοποιώντας μια τεχνολογική καινοτομία επινόησης του μεγαλύτερου γιου μας πατενταρισμένη στην Ιταλία όπου σπούδαζε. Η βιομηχανία θα ήταν κατά 80% εξαγωγική και κατά το 20% θα εκάλυπτε ανάγκες τις εσωτερικής αγοράς, υποκαθιστώντας εισαγωγές. Τα προϊόντα της λόγω της καινοτομίας (υψηλή αυτοματοποίηση και άλλα) θα είχαν συγκριτικά πλεονεκτήματα και ανταγωνιστικότητα τόσο έναντι των ομοειδών προϊόντων των χωρών της Δυτικής Ευρώπης όσο και έναντι εκείνων της Ταϊβάν, τα οποία είχαν χαμηλό εργατικό κόστος και υψηλή εξαγωγική επιδότηση. Στη φάση του κτισίματος του εργοστασίου παρουσιάστηκε ένα μικρό τεχνικό πρόβλημα, η λύση του οποίου απαιτούσε ελάχιστο χρόνο. Οι τεχνικές υπηρεσίες, όμως, του υπουργείου έκαμαν για να το λύσουν ένα χρόνο και τρεις μήνες, διάστημα κατά το οποίο διεκόπησαν οι εργασίες και αυξήθηκαν όλα τα στοιχεία του κόστους της επένδυσης, ιδίως του μηχανολογικού εξοπλισμού (είχε παραγγελθεί σε ιταλικό εργοστάσιο) με συνέπεια το τελικό κόστος της να ανέλθει από 270 σε 450 εκατομμύρια δραχμές, εκ των οπίων οι εποπτικές υπηρεσίες αναγνώρισαν τα 328. Για να μην πέσει η επένδυση στο κενό και χαθούν κεφάλαια του κράτους, των τραπεζών και δικά μας, δανειστήκαμε από κάθε πηγή και με μεγάλη προσπάθεια κατορθώσαμε να αποπερατώσουμε και καλά, όπως επιβεβαιώθηκε από τις αρμόδιες υπηρεσίες, την επένδυση. Τα προϊόντα της βιομηχανίας μπήκαν στις αγορές με υψηλή ανταγωνιστικότητα και ημέρα με την ημέρα διεύρυναν το μερίδιο τους σ’αυτές. Την άνοιξη του 1990 και αφού είχε πιστοποιηθεί η αποπεράτωση της επένδυσης, επήγαμε στην Πάτρα να πάρουμε την τρίτη δόση της οφειλόμενης επιχορήγησης, η οποία με κάτι υπόλοιπα της δεύτερης ανερχόταν στα περίπου 50 εκατομμύρια δραχμές. Οι οικονομικές υπηρεσίες μας είπαν όμως ότι, αν και ήταν έτοιμες δεν μπορούσαν να τη δώσουν, διότι ο νέος αναπτυξιακός νόμος 1892/90 δεν επιτρέπει την καταβολή επιχορήγησης όταν το συνολικό κόστος της επένδυσης υπερβαίνει το 40% του αρχικού κόστους της χωρίς να εξετάζεται σε υπαιτιότητα τίνος οφείλεται η υπέρβαση και μας συνέστησαν να ιδούμε για το ζήτημα τον υπουργό. Είδαμε για το θέμα δυο υπουργούς (τα ονόματα δεν έχουν σημασία) και επήγαμε να δούμε και έναν της διάδοχης κυβέρνησης, ο οποίος δεν ευαρεστήθηκε να μας δεχθεί. Ο πρώτος υπουργός που είδαμε κατανοώντας την αδικία και τις επιπτώσεις του κενού του νόμου 1892 για τις επενδύσεις, έδωσε αμέσως εντολή να ετοιμαστεί τροπολογία , ή οποία να ορίζει ότι όταν η υπέρβαση δεν οφείλεται στον επενδυτή η επιχορήγηση θα δίδεται και για υπέρβαση μέχρι και το 80% του αρχικού κόστους της επένδυσης. Δεν πρόλαβε όμως. Το καλοκαίρι αντικαταστάθηκε για λόγους υγείας. Ο νέος υπουργός στον οποίο επήγαμε και του θέσαμε το ζήτημα, μας είπε με κάθε σοβαρότητα: Ελάτε ντε για 50 εκατομμύρια κάνετε έτσι, για να πάρει την απάντηση: Εμείς κ. Υπουργέ κάνουμε έτσι για 50 εκατομμύρια γιατί τα δανειστήκαμε για να μην πέσει η επένδυση στο κενό, τα χρωστάμε και πρέπει να τα δώσουμε. Εσείς, κράτος, για 50 εκατομμύρια κάνετε έτσι; Ακούστε κ. υπουργέ: Αν με αυτή τη νοοτροπία βρείτε και άλλους τρελούς να κάνουν επενδύσεις, να μας γράψετε! Συγκλονίστηκε και είπε: Αφήστε θα το ιδώ. Δεν το είδε. Κάναμε και άλλες ενέργειες στην συνέχεια σε αρμόδιους, αλλά την επιχορήγηση δεν την πήραμε και εγίναμε υπερήμεροι στις τράπεζες. Οι τράπεζες με συνοπτικές και γρήγορες διαδικασίες εκπλειστηρίασαν το ένα μετά το άλλο όλα τα περιουσιακά μας στοιχεία αξίας 5 δις. για περίπου 500 εκατομμύρια έναντι των 300 που οφείλαμε. Η ΕΤΒΑ έναντι συνολικά 173 εκατομμυρίων που μας είχε δανείσει επήρε το διπλάσιο σχεδόν του κεφαλαίου της και μας φέρνει οφειλέτες για 4 δισ. για τόκους, πανωτόκια και υπερέξοδα. Δεν είναι όλο αυτό τρέλα; Μια θεσμική «δομική» τρέλα του συστήματος. Μπορούν να γίνουν επενδύσεις έτσι;"