Του Κ.Ν. Σταμπολή
Παρά την «πρόσκαιρη», όπως την χαρακτηρίζουν ενεργειακοί αναλυτές, μείωση των διεθνών τιμών πετρελαίου την εβδομάδα που πέρασε, όπου η ευρωπαϊκή ποικιλία τύπου Brent έφθασε τα 53.3 δολ. το βαρέλι από το ρεκόρ 58.28 δολ./βαρέλι που είχε σημειωθεί πριν 10 ημέρες, το ανησυχητικό κλίμα στις διεθνείς αγορές δεν έχει μεταστραφεί. Ο προβληματισμός εκφράζεται τελευταία κυρίως από τις παραγωγούς χώρες, και ιδιαίτερα αυτές του ΟΠΕΚ, οι οποίες αδυνατούν κατά τα φαινόμενα να καλύψουν πλήρως πλήρως μία διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση. Σε τελευταία του ανακοίνωση την περασμένη Παρασκευή (15/4) το καρτέλ των πετρελαιοεξαγωγικών χωρών δεν συμμερίζεται την αισιοδοξία του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ) που στην μηνιαία έκθεση του Απριλίου για την αγορά πετρελαίου, διαπιστώνει σημάδια κάμψης στην παγκόσμια ζήτηση κατά 50.000 βαρέλια ημερησίως και μικρής σχετικά αύξησης, κατά 1.77 εκατ. βαρέλια/ημέρα - μέσος όρος, για όλο το 2005. Βάσει της διαπίστωσης αυτής ο ΙΕΑ εκτιμά ότι η διεθνής ζήτηση για το 2005 θα διαμορφωθεί στα 84.3 εκατ. βαρέλια /ημέρα κατά μέσο όρο, σε σύγκριση με τα 82.5 εκατ. βαρέλια /ημέρα για το 2004 και τα 79.8 εκατ. βαρέλια/ημέρα για το 2003. Σε αντίθεση ο ΟΠΕΚ πιστεύει ότι η ζήτηση από την Κίνα, αν και μειωμένη τους πρώτους 2 μήνες του έτους σε σύγκριση με πέρυσι, ήταν ιδιαίτερα υψηλή τον Μάρτιο και τις πρώτες ημέρες του Απριλίου. Οι εκτιμήσεις του ΟΠΕΚ αναφέρουν ότι η ζήτηση από την ΝΑ Ασία όχι μόνο δεν πρόκειται να μειωθεί αλλά αντίθετα θα βαίνει αυξανόμενη αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια εφεδρείας και οδηγώντας την αγορά σε στενότητα. Δεν είναι τυχαίο ότι η κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας έχει δώσει εντολή στην ARAMCO για επίσπευση των εργασιών στην διάνοιξη νέων παραγωγικών γεωτρήσεων στο πεδίο «Χαράντ», ώστε ν’ αρχίσει παραγωγή πριν τα τέλη του 2005 και όχι στα μέσα του 2006 όπως είχε αρχικά προβλεφθεί. Τον προβληματισμό του ΟΠΕΚ, αλλά από διαφορετική θέση, συμμερίζεται και ο πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου, και τρέχον πρόεδρος της Ε. Ένωσης, κ. Ζαν Κλοντ Ζουνκέρ, ο οποίος προειδοποίησε ότι οι υψηλές τιμές πετρελαίου έχουν αρχίσει να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στις προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης, ιδιαίτερα στην ευρωζώνη. Το θέμα των υψηλών τιμών πετρελαίου πρόκειται να απασχολήσει και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (IMF) και τη Διεθνή Τράπεζα στην συνάντησή τους στην Ουάσινγκτον αυτό το Σαββατοκύριακο. Το IMF έχει ήδη, μέσω ειδικής έκθεσης, προειδοποιήσει για τους σοβαρούς κινδύνους που υφίστανται για την παγκόσμια ανάπτυξη από την διατήρηση υψηλών τιμών αργού για παρατεταμένο χρονικό διάστημα. (Η ακόλουθη παράγραφος προτείνω να μπει σε box) Εμπειρογνώμονες του πετρελαϊκού χώρου παρατηρούν ότι δεν τίθεται θέμα επάρκειας από πλευράς παγκοσμίων αποθεμάτων υδρογονανθράκων τα οποία σήμερα ανέρχονται στα 1.147 δις. βαρέλια πετρελαίου και αναμένονται να μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες του πλανήτη, με σημερινούς ρυθμούς κατανάλωσης, μέχρι το έτος 2045 τουλάχιστον. Κάθε χρόνο ανακαλύπτονται νέα κοιτάσματα τα οποία αναπληρούν αυτά που έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί επιμηκύνοντας έτσι τον χρόνο επάρκειας. Ο λόγος που παρατηρείται σήμερα στενότητα στην παραγωγή είναι διότι τα τελευταία 10 χρόνια με τις τιμές του αργού σε χαμηλά επίπεδα δεν έγιναν οι απαραίτητες παραγωγικές γεωτρήσεις και έτσι δεν υπάρχουν τώρα περιθώρια για άμεση αύξηση της παραγωγής. Η Σαουδική Αραβία, η μεγαλύτερη παραγωγός χώρα του κόσμου, μόλις τον περασμένο Ιανουάριο ανακοίνωσε πρόγραμμα σειράς 70 νέων παραγωγικών γεωτρήσεων, εξέλιξη η οποία αναμένεται να αυξήσει την ημερήσια παραγωγή της στα 12–14 εκατ. βαρέλια την ημέρα, μέχρι το έτος 2007, από τα 10.00-11.00 εκατ. βαρέλια που φθάνει σήμερα. Όμως έως ότου αυξηθεί η παραγωγή της Σ. Αραβίας αλλά και των άλλων κρατών με δυνατότητες για αυξημένη παραγωγή, (π.χ. Κασπία, Δυτ. Αφρική) θα εξακολουθήσει η έλλειψη περιθωρίων και εφεδρείας στη διεθνή αγορά, με αποτέλεσμα οι τιμές να πιέζουν προς τα άνω. Στις αρχές Απριλίου ο ΙΕΑ σε εμπιστευτική του έκθεση που απέστειλε στις κυβερνήσεις όλων των κρατών μελών του, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, προειδοποίησε για την σοβαρότητα της κατάστασης σε παγκόσμιο επίπεδο όπου «δεν είναι βέβαιο ότι μέσα στους επόμενους μήνες οι παραγωγοί πετρελαίου θα μπορούν ανά πάσα στιγμή να ικανοποιούν όλη τη ζήτηση». Ο ΙΕΑ έχει ήδη καταρτίσει προτάσεις για την λήψη μέτρων έκτακτης ανάγκης όπου μεταξύ άλλων προβλέπονται τα εξής : (1) Χρήση Ι.Χ. αυτοκινήτων μόνο από ομάδες ατόμων (car pooling) (2) Υποχρεωτική κυκλοφορία μονών-ζυγών, σε εθνική βάση (3) Μείωση του ορίου ταχύτητας στις εθνικές οδούς στα 90 χλμ./ώρα (4) Εισαγωγή κινήτρων για μεγαλύτερη χρήση μέσων μαζικής μεταφοράς (5) Κίνητρα για επέκταση της τηλεεργασίας (6) Μείωση ημερών εργασιακής εβδομάδας Μέσα στις επόμενες εβδομάδες ο ΙΕΑ πρόκειται να δημοσιοποιήσει ολόκληρη την έκθεση με τις λεπτομερείς προτάσεις του για την εξοικονόμηση πετρελαϊκών πόρων (Saving Oil in a Hurry). O IEA πιστεύει ότι η Έκθεση θα στείλει ένα δυνατό μήνυμα στις αγορές. Σε κάθε περίπτωση όμως, πέρα από την λήψη άμεσων μέτρων όπως τα ανωτέρω, αυτό που έχει σημασία είναι να γίνουν επενδύσεις, από εταιρείες και κυβερνήσεις, σε μακροπρόθεσμη βάση σε μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας. Η μείωση, έστω και λίγες ποσοτικές μονάδες, στην κατανάλωση πετρελαίου κίνησης μπορεί ν’ αποδειχθεί σωτήρια, υποστηρίζει ο ΙΕΑ. Οι επιπτώσεις στην Ελληνική οικονομία από την διατήρηση για μακρό χρονικό διάστημα ακριβών διεθνών τιμών πετρελαίου θα είναι άκρως δυσμενείς. Ήδη, ο αντίκτυπος στον εγχώριο καταναλωτή είναι εμφανής με το λίτρο την αμόλυβδη να αγγίζει το ένα ευρώ και με προοπτική αυτό να αυξηθεί στα 1.5 ή και περισσότερο πριν το τέλος του έτους. Το 2004, η χώρα μας ξόδεψε περισσότερα από 6 δις. ευρώ για την εισαγωγή αργού και προϊόντων, το οποίο αντιστοιχεί στο 3,9% του ΑΕΠ και σχεδόν στο 20% του έτσι και αλλιώς ελλειμματικού μας εμπορικού ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών. Το ποσό αυτό θα ήτο σημαντικά υψηλότερο εάν η ισοτιμία ευρώ-δολαρίου δεν είχε λειτουργήσει όλο το 2004 υπέρ του ευρώ. Οι εκτιμήσεις για το 2005 είναι ότι εάν οι τιμές διαμορφωθούν τελικά στα 55-60 δολ/βαρέλι, και με τη σημερινή ισοτιμία ευρώ-δολαρίου αμετάβλητη, το συνολικό κόστος για εισαγωγή πετρελαίου θα ξεπεράσει τα 7.0 δις. ευρώ δυσχεραίνοντας περαιτέρω την οικονομική θέση της χώρας. Παρά τον προβληματισμό που εκφράζεται διεθνώς από την συνεχιζόμενη άνοδο του αργού, στην Ελλάδα επικρατεί μία ανεξήγητη νηφαλιότητα και εφησυχασμός αφού η κυβέρνηση δείχνει να πιστεύει πως οι διεθνείς τιμές ως δια μαγείας πρόκειται σύντομα να υποχωρήσουν δραματικά, και άρα εκτιμά ότι δεν υπάρχει ανάγκη για την λήψη κάποιων, έστω στοιχειωδών, μέτρων περιορισμού της ζήτησης. Δυστυχώς για μία ακόμη φορά φαίνεται ότι η χώρα μας θα οδηγηθεί από τις δυσμενείς εξελίξεις αντί να φροντίσει εγκαίρως να λάβει τα απαραίτητα εκείνα μέτρα για την μείωση της εξάρτησης της από το εισαγόμενο πετρέλαιο. Εάν αναγκαστεί αργότερα, και υπό την πίεση των διεθνών εξελίξεων, να λάβει μέτρα, όταν πλέον οι τιμές θα έχουν εκτιναχθεί πάνω από τα 70 δολ./βαρέλι, αυτά θα είναι μάλλον πρόχειρα, ανοργάνωτα, αποσπασματικά και προβληματικά στην εφαρμογή τους. Έτσι η κυβέρνηση έχει κάθε λόγο να μελετήσει τώρα μία πλήρη δέσμη μέτρων που θα αφορούν κυρίως την μείωση των ορίων ταχύτητας στις εθνικές οδούς, την απαγόρευση της κίνησης των Ι.Χ. στα κέντρα των πόλεων κατά τις ώρες αιχμής και την επιβολή συμπληρωματικής φορολογίας στις βενζίνες και το πετρέλαιο κίνησης (όχι όμως στο μαζούτ που χρησιμοποιεί η βιομηχανία). Σε πιο μακροπρόθεσμη βάση την κυβέρνηση πρέπει επιτέλους να απασχολήσει σοβαρά η μελέτη και θέσπιση ενός ευρύτατου προγράμματος εξοικονόμησης ενέργειας, προώθησης των ΑΠΕ με την εισαγωγή φοροαπαλλαγών, καθώς και η οργάνωση ενός εθνικού προγράμματος έρευνας και ανάπτυξης των εγχώριων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων τα οποία αποδεδειγμένα υπάρχουν σε χερσαίες και υποθαλάσσιες περιοχές.