Μπορεί ο διαγωνισμός του ΤΑΙΠΕΔ για την αποκρατικοποίηση της ΔΕΠΑ να κηρύχθηκε άγονος μετά την μη υποβολή δεσμευτικών προσφορών από τους τρεις ενδιαφερόμενους (Gazprom, SINEZ, M&M), όμως το ενδιαφέρον για την είσοδο νέων μεγάλων παικτών στην Ελληνική αγορά φυσικού αερίου παραμένει έντονο σε Ευρωπαϊκό επίπεδο.

Μπορεί ο διαγωνισμός του ΤΑΙΠΕΔ για την αποκρατικοποίηση της ΔΕΠΑ να κηρύχθηκε άγονος μετά την μη υποβολή δεσμευτικών προσφορών από τους τρεις ενδιαφερόμενους (Gazprom, SINTEZ, M&M), όμως το ενδιαφέρον για την είσοδο νέων μεγάλων παικτών στην Ελληνική αγορά φυσικού αερίου παραμένει έντονο σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Η μεγάλη έκπληξη της μη συμμετοχής τελικά της Gazprom, δημιούργησε όπως ήτο φυσικό κλυδωνισμούς στο εγχώριο πολιτικό – οικονομικό κατεστημένο και ερμηνεύτηκε ως πλήγμα για την κυβέρνηση Σαμαρά, πλην όμως αξιολογήθηκε θετικά από τις αγορές οι οποίες θεωρούσαν παρακινδυνευμένη την είσοδο της Ρωσικής ενεργειακής στο ναρκοπέδιο που είναι η Ελληνική ενεργειακή αγορά.

Η τρικομματική κυβέρνηση αποδεσμεύθηκε αίφνης από το στενό πρεσάρισμα Ουάσινγκτον και Κρεμλίνου και μπορεί τώρα με μεγαλύτερη άνεση και νηφαλιότητα να προχωρήσει με ουσιαστικές αποκρατικοποιήσεις στο ενεργειακό τομέα που θα φέρουν γρήγορα ζεστό χρήμα στα ταμεία του κράτους. Η πώληση του 35% του κρατικού μεριδίου στα ΕΛ.ΠΕ έχει τώρα προτεραιότητα και εάν προχωρήσει άμεσα στις απαραίτητες κινήσεις η κυβέρνηση μπορεί πριν τα τέλη του έτους να εισπράξει ακόμα και ένα δισεκατομμύριο ευρώ. Βέβαια το θέμα της αποκρατικοποίησης της ΔΕΠΑ θα παραμείνει επίκαιρο όσο ποτέ άλλοτε γι’ αυτό και η κυβέρνηση θα πρέπει από τώρα να δρομολογήσει εκ νέου την πώληση της κρατικής συμμετοχής στην εταιρεία αφού πρώτα αποδεσμευθεί πλήρως από τα μερίδια της στα ΕΛ.ΠΕ.

Με την μη υποβολή των δεσμευτικών προσφορών στο ΤΑΙΠΕΔ κλείνει ένα προκαταρτικό κεφάλαιο στην διαδικασία εκποίησης ενεργητικού από το χρεωκοπημένο Ελληνικό δημόσιο, κατά απαίτηση των δανειστών της χώρας, και ταυτόχρονα ανοίγει ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο αυτό της αναδιάταξης της εσωτερικής αγοράς ενέργειας αφού προωθηθούν οι απαραίτητες ενέργειες για ΕΛ.ΠΕ και ΔΕΗ.

Αν και οι μέχρι σήμερα προσπάθειες ανοίγματος της εγχώριας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, κατ’ εφαρμογή των Ευρωπαϊκών Οδηγιών, οδήγησαν σ’ ένα κατ’ επίφαση ανταγωνισμό – αφού όλοι οι συμμετέχοντες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο έχουν περιφρουρήσει τις θέσεις τους μ’ ένα καλά μελετημένο προστατευτικό κλοιό, όμως η είσοδος ενός ξένου μεγάλου παίκτη στην αγορά που διαθέτει πρώτη ύλη και κεφάλαια (όπως ήτο η περίπτωση της Gazprom) είναι απολύτως βέβαιο ότι αργά ή γρήγορα θα δημιουργούσε σοβαρές αναταράξεις στην αγορά. Γι’ αυτό η είσοδος της Gazprom στην Ελληνική αγορά δεν θα είχε επιπτώσεις μόνο στην αγορά φυσικού αερίου η οποία θα αποκτούσε νέα δυναμική, αλλά αναμένετο ότι θα δρούσε και ως καταλύτης για βιβλικής μορφής ανακατατάξεις στην αγορά ηλεκτρισμού.

Βέβαια η είσοδος της Gazprom στην Ελληνική ενεργειακή αγορά δεν θα ήτο ένας απλός περίπατος όπως πολλοί αναλυτές είχαν σπεύσει να προεξοφλήσουν. Η βασική δυσκολία έγκειτο στην έγκριση της συμφωνίας αγοράς, μεταξύ ΤΑΙΠΕΔ και Gazprom, από την Επιτροπή Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις Βρυξέλλες. Δεδομένης της κατάστασης της αγοράς φυσικού αερίου στην Ευρώπη σήμερα η ανωτέρω έγκριση δεν αποτελεί μια τυπική διαδικασία αφού η Επιτροπή θα εξέταζε τις επιπτώσεις από την είσοδο της Gazprom στην Ελληνική αγορά όχι μόνο σε εθνικό αλλά και σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Πέρα από το γεγονός ότι η Gazprom, θ’ αναλάμβανε την ευθύνη για την λειτουργία της εγχώριας αγοράς φυσικού αερίου, μέχρι τώρα ήτο και είναι ο βασικός της προμηθευτής (αφού καλύπτει με τις εξαγωγές της το 65-70% των αναγκών της χώρας). Αυτός λοιπόν ο βασικός προμηθευτής θα καλείτο να συμβάλλει στη περαιτέρω ανάπτυξη του τομέα φυσικού αερίου στην Ελλάδα, το οποίο σήμαινε ότι θα έπρεπε να διασφαλίσει την είσοδο και δραστηριοποίηση και άλλων παικτών. Μια προοπτική με την οποία ομολογουμένως η διοίκηση της Ρωσικής ενεργειακής δεν αισθάνετο πολύ άνετα.

Αυτός είναι ο λόγος εξ’ άλλου που η Gazprom αντιμετωπίζει μια εκτεταμένη έρευνα εις βάρος της από την Επιτροπή Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία εξετάζει τις μονοπωλιακές πρακτικές της Gazprom στην Ευρωπαϊκή Αγορά. Μια έρευνα που ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο πέρυσι και δεν αναμένεται να ολοκληρωθεί σύντομα, και αποσκοπεί στο να ανακαλύψει σε πιο βαθμό η Ρωσική ενεργειακή έχει κάνει κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της στην Ευρωπαϊκή Αγορά υπαγορεύοντας τιμές και όρους πώλησης. Στο επίκεντρο τις έρευνας είναι τα γνωστά oil-indexed gas contracts βάσει των οποίων τόσο Gazprom όσο και άλλες μεγάλες εταιρείες (π.χ. Statoil, Sonatrach) πωλούν μεγάλες ποσότητες αερίου στο πλαίσιο μακροχρόνιων συμβολαίων.

Η διείσδυση που είχε αποφασίσει να επιχειρήσει η Gazprom στην Ελληνική αγορά μέσω εξαγοράς της ΔΕΠΑ, είναι αναπόφευκτο ότι θα συνδέετο με την υπό εξέλιξη έρευνα της Ε. Επιτροπής, παρατηρούν νομικοί κύκλοι του Λονδίνου που ασχολούνται με θέματα ανταγωνισμού στην ενεργειακή αγορά. Αυτό ακριβώς φοβάται η Gazprom και γι’ αυτό μέσω τακτικών επαφών του προέδρου της κ. Alexei Miller με τον Έλληνα πρωθυπουργό προσπάθησε να προλειάνει το έδαφος ώστε η σύμβαση πώλησης να μην αφήνει πολλά περιθώρια για παρερμηνείες από την Επιτροπή Ανταγωνισμού. Πάντως οι πολλές ελπίδες που είχαν επενδυθεί από την κυβέρνηση στην είσοδο της Gazprom στην Ελληνική ενεργειακή αγορά απεδείχθησαν φρούδες, αφού την τελευταία στιγμή η Ρωσική ενεργειακή έκανε πίσω. Σε κάθε περίπτωση οι εξελίξεις αναφορικά με την απόκτηση της ΔΕΠΑ από την Gazprom παρακολουθούνται στενά από πολλές Ευρωπαϊκές εταιρείες καθ’ ότι ο έλεγχος μιας πολλά υποσχόμενης αγοράς όπως η Ελληνική από τη Μόσχα αναμένεται ότι θα έχει ευρύτερες επιπτώσεις.

Από την άλλη πλευρά η Gazprom δεν είναι μια εταιρεία χωρίς προβλήματα. Πέρα από την σοβαρά μειωμένη αξία της η οποία το 2008 υπολογίζετο στα $250 δις ενώ σήμερα η κεφαλαιοποίησή της δεν υπερβαίνει τα $90 δις, η εταιρεία χάνει διαρκώς μερίδιο αγοράς τόσο εντός της Ρωσίας όσο και στην Ευρώπη ενώ η ανέλιξη των ΗΠΑ ως βασικού παραγωγού φυσικού αερίου τα τελευταία 5 χρόνια, χάρις στην εκμετάλλευση των σχιστολιθικών κοιτασμάτων, ακύρωσε τα εξαγωγικά σχέδια της Gazprom προς την Βόρειο Αμερική μέσω της αξιοποίησης του τεράστιου πεδίου Shtokman, στη θάλασσα Barents, η οποία και ανεβλήθη για το απώτερο μέλλον. Η δε ανέλπιστη αύξηση της παραγωγής φυσικού αερίου στις ΗΠΑ το τελευταίο διάστημα συνέβαλε στην δημιουργία μιας πλημμυρίδας φθηνών φορτίων LNG, τα οποία αρχικά προορίζονταν για την Αμερικανική αγορά, και βρέθηκαν να πωλούνται στην Ευρώπη υποχρεώνοντας την Gazprom να μειώσει τιμές στους μεγάλους πελάτες (π.χ. ΕDF, GDF, E.ON, Gazunie κ.λπ) κατά 10-20%. Μόνο πέρυσι η Gazprom υποχρεώθηκε μετά από προσφυγή Ευρωπαίων πελατών της σε διαιτησία να τους επιστρέψει $ 3.2 δις ενώ για το 2013 κύκλοι της αγοράς προεξοφλούν επιστροφές της τάξης των $1.5 δις.

Με την μείωση των πωλήσεων της Gazprom κατά 5.9% στη Ρωσία και 3.6% στην Ευρώπη το 2012 και 19.1% στις πρώην Σοβιετικές δημοκρατίες ακολούθησε και αντίστοιχη μείωση των κερδών της κατά 9.5%. κάτι που συνέβη για πρώτη φορά εδώ και δέκα χρόνια. Η διοίκηση της εταιρείας υποστηρίζει ότι αυτή είναι μια παροδική φάση και ότι απ’ εδώ και στο εξής οι πωλήσεις προς την Ευρωπαϊκή αγορά, μετά των διόρθωση στις τιμές θα επανακάμψουν αποβλέποντας σε αύξηση του μεριδίου από 26% που ήτο πέρυσι στο 30-32% το 2025.

Με συνολικές πωλήσεις που το 2012 έφθασαν τα 467 δισεκ. κυβικά μέτρα η Gazprom θεωρείται σήμερα η μεγαλύτερη εταιρεία φυσικού αερίου στο κόσμο τόσο από άποψη παραγωγής, πωλήσεων και εξαγωγών η πρωτοκαθεδρία της οποίας δεν φαίνεται ν’ απειλείται παρά την δυσφορία που προκαλεί πολλές φορές η αυτοκρατορική συμπεριφορά της απέναντι στους Ευρωπαίους εταίρους της. Οι απειλές στην κυριαρχία της Gazprom θα προέλθουν τόσο από την ανέλιξη της αγοράς των ΗΠΑ όσο και τις δεκάδες νέους παραγωγούς LNG που πρόκειται να κατακλύσουν την διεθνή αγορά με νέες ποσότητες μετά το 2019 – 2020 όταν θα ξεκινήσουν την λειτουργία τους πάνω από 10 νέα εξαγωγικά τέρμιναλ LNG στην Άπω Ανατολή, τον Ειρηνικό, την Ανατολική Αφρική και την Μεσόγειο. Μέχρι τότε η Gazprom, σύμφωνα με αναλυτές της διεθνούς αγοράς, αναμένεται ότι θα έχει ολοκληρώσει την επαναδιάταξη της παραγωγικής και εξαγωγικής της βάσης έτσι που να διασφαλίσει την κερδοφορία της και την αξιοποίηση των τεραστίων αλλά και ανεκμετάλλευτων ακόμα κοιτασμάτων που διαθέτει στη Σιβηρία.