Πολλούς χαμένους και έναν κερδισμένο είχε τελικά το φιάσκο με την πώληση της ΔΕΠΑ. Χαμένοι είναι η κυβέρνηση, το ΤΑΙΠΕΔ και κυρίως οι καταναλωτές που θα συνεχίσουν να πληρώνουν το φυσικό αέριο σε τιμή 30% ακριβότερη από ότι οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες.Κερδισμένη είναι η Gazprom και όσοι εμπλέκονται στην προμήθεια του ρωσικού αερίου που μέχρι το 2016 τουλάχιστον θα εισπράττουν το σχετικό «καπέλο».

Πολλούς χαμένους και έναν κερδισμένο είχε τελικά το φιάσκο με την πώληση της ΔΕΠΑ. Χαμένοι είναι η κυβέρνηση, το ΤΑΙΠΕΔ και κυρίως οι καταναλωτές που θα συνεχίσουν να πληρώνουν το φυσικό αέριο σε τιμή 30% ακριβότερη από ότι οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες.Κερδισμένη είναι η Gazprom και όσοι εμπλέκονται στην προμήθεια του ρωσικού αερίου που μέχρι το 2016 τουλάχιστον θα εισπράττουν το σχετικό «καπέλο».

Αυτή είναι η ανάγνωση της χθεσινής εξέλιξης του διαγωνισμού για την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ, ως προς το άμεσο πρακτικό σκέλος της,με μεγάλες ευθύνες της κυβέρνησης και του ΤΑΙΠΕΔ.

Το ΤΑΙΠΕΔ προχώρησε στο διαγωνισμό χωρίς να λάβει υπ' όψη του τη γεωπολιτική σημασία της ιδιωτικοποίησης και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που έπρεπε να έχουν οι προσφορές (επετράπη η συμμετοχή του βασικού προμηθευτή χωρίς να έχουν τεθεί σαφείς και ξεκάθαροι όροι σε ότι αφορά τον καθορισμό των τιμών προμήθειας), ενώ ξεκίνησε τη διαδικασία τη στιγμή που ο κίνδυνος του Grexit ήταν ακόμη ορατός.

Επέμεινε μέχρι τέλος στο τίμημα ως μοναδικό κριτήριο,ακόμα και όταν μοναδική ενδιαφερόμενη έμεινε η Gazprom. Από την πλευρά της, η κυβέρνηση προσπάθησε με μεγάλη καθυστέρηση και ανεπιτυχώς να διασφαλίσει όρους για μείωση της τιμής προμήθειας αερίου από τους Ρώσους. Ωστόσο οι τελευταίοι δεν είχαν κανένα λόγο να προσχωρήσουν σε αυτούς από τη στιγμή που έχουν «δεδομένη» τη συγκεκριμένη αγορά για τα επόμενα χρόνια.

Έτσι για την παραμονή τους στο διαγωνισμό απαίτησαν σχεδόν εκβιαστικά την διαμόρφωση των όρων του σχεδίου σύμβασης απολύτως στα συμφέροντά τους, κάτι που αποδέχτηκε ασμένως η ελληνική πλευρά στις επανειλημμένες συναντήσεις του Αλεξέι Μίλερ με τον Πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά μεσούσης της διαγωνιστικής διαδικασίας, εκθέτοντας εν τέλει αυτούς που πίστεψαν στις προθέσεις τους. Γιατί υπάρχει και η άποψη, ότι οι Ρώσοι από ένα σημείο και μετά έπαιζαν παιχνίδι, απλώς για να διατηρηθεί το σημερινό "στάτους" του μεγαλύτερου προμηθευτή της ΔΕΠΑ με τις καλύτερες για τους ίδιους τιμές.

Τα σενάρια της αποτυχίας

Οι δύο πλευρές διακινούσαν χθες δύο βασικά σενάρια για την αποχώρηση των Ρώσων από το διαγωνισμό. Η Ελληνική δια του υφυπουργού ΠΕΚΑ Μάκη Παπαγεωργίου ο οποίος μίλησε εκ μέρους της κυβέρνησης, πρόβαλε ότι η Gazprom έκανε πίσω όταν διαπίστωσε ότι η εξαγορά της ΔΕΠΑ, δεν θα περνούσε από την Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν. Σύμφωνα με τον ίδιο, την πληροφόρηση αυτή είχε η κυβέρνηση από πηγές του Κρεμλίνου.

Όσο όμως ο υφυπουργός ανάλυε τη διάσταση αυτή, ήρθε η επίσημη ανακοίνωση της Gazprom, η οποία εξηγούσε ότι δεν κατέθεσε προσφορά, επειδή δεν έλαβε τις εγγυήσεις που ζητούσε για τη βιωσιμότητα των χρεών που έχουν στη ΔΕΠΑ μεγάλοι πελάτες της, κυρίως βιομηχανικοί και ηλεκτροπαραγωγοί. Απάντηση στο θέμα αυτό έδωσε ο κ. Παπαγεωργίου, αλλά και το ΤΑΙΠΕΔ.

Σύμφωνα με το Ταμείο, δόθηκε στη Gazprom δέσμευση«ότι θα καλύψει χρέη μέχρι 180 εκατομμυρίων εκ μέρους ηλεκτροπαραγωγών που θα υπάρχουν προς την ΔΕΠΑ μέχρι τις 31.12.2015». Eπιπλέον το ΤΑΙΠΕΔ έδωσε απόλυτα επαρκείς και δεσμευτικές εξασφαλίσεις ακόμη και για την περίπτωση επιστροφής στο εθνικό νόμισμα μέχρι και την απόκτηση των μετοχών από τον αγοραστή. Σύμφωνα με το ΤΑΙΠΕΔ, οι αποφάσεις αυτές καλύπτουν πλήρως τους υποψήφιους αγοραστές, με δεδομένη την αναμενόμενη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας στο μέλλον.

Σε ό,τι αφορά στην εικαζόμενη εμπλοκή της ιδιωτικοποίησης στην Επιτροπή, αυτή είναι γνωστή υπόθεση, καθώς σε βάρος της Gazprom ήδη υπάρχει σε εξέλιξη έρευνα για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης σε χώρες-μέλη της ΕΕ που ανήκαν στο πρώην σοβιετικό μπλοκ. Επιπλέον υπήρχαν σαφέστατες αναφορές ότι ο έλεγχος από πλευράς ανταγωνισμού, της πώλησης της ΔΕΠΑ στη Gazprom, θα ενσωματώνονταν στην γενικότερη έρευνα που πραγματοποιεί η Επιτροπή για τη ρωσική εταιρεία, καθώς η ΔΕΠΑ μέσω των αδειών που έχει για νέο αγωγό με τη Βουλγαρία, επηρεάζει και την αγορά της γειτονικής χώρας.

Το θέμα είναι πώς ενώ όλα αυτά ήταν γνωστά από την πρώτη στιγμή, και ταυτόχρονα υπήρχαν και οχλήσεις σε πολιτικό επίπεδο από την ΕΕ (αλλά και τις ΗΠΑ),η κυβέρνηση δεν έλαβε τα μέτρα της. Επιπλέον αφέθηκε ο πρωθυπουργός να εκτίθεται σε άτυπες διαπραγματεύσεις με τον επικεφαλής της Gazprom Αλεξέι Μίλερ, ενώ καλλιεργήθηκε και ένα υπεραισιόδοξο κλίμα για την πώληση της ΔΕΠΑ με ικανοποιητικό τίμημα (γύρω στα 700 εκατομμύρια έλεγαν οι τελευταίες πληροφορίες) και μάλιστα με ταυτόχρονη δέσμευση για μείωση των σημερινών υψηλών τιμών με τις οποίες προμηθεύει το φυσικό αέριο στην Ελλάδα.

Αποκορύφωμα ήταν η μη κατάθεση προσφοράς από τη Gazprom, και μάλιστα χωρίς να προηγηθεί έστω ένα τυπικό τηλεφώνημα ενημέρωσης, κάτι που έκανε η άλλη ρωσική εταιρεία, η Sintez. To γεγονός αυτό έκανε πολλούς να μιλούν για πολιτικό μήνυμα της Μόσχας προς την Αθήνα. Κάτι τέτοιο δεν αποκλείει και το ΤΑΙΠΕΔ, στην ανακοίνωση του οποίου αναφέρεται ότι οι αιτιάσεις της Gazprom για τις αβεβαιότητες, σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογούν την αποχή της από το διαγωνισμό«και μάλιστα, όταν έχει προηγηθεί τόσο μεγάλο ενδιαφέρον και ενδελεχείς διαδικασίες μηνών. Aς αναζητηθούν, λοιπόν, αλλού τα αίτια για την μη συμμετοχή της Gazprom και όχι στην ελληνική πλευρά».

Οι τιμές και ο νέος διαγωνισμός

Για να «ελαφρύνουν» το κλίμα, πρωθυπουργός, υπουργός Οικονομικών και αρμόδιοι υπουργοί, μιλούσαν εχθές για άμεση επαναπροκήρυξη του διαγωνισμού. Μάλιστα ο κ. Παπαγεωργίου εχθές εκτιμούσε ότι ο νέος διαγωνισμός θα γίνει υπό πολύ καλύτερες συνθήκες, αφού η θέση της χώρας είναι βελτιωμένη, ενώ για την προετοιμασία του θα ληφθεί υπ΄ όψιν η εμπειρία του άγονου διαγωνισμού.

Ωστόσο καλοί γνώστες της αγοράς έχουν την εντελώς αντίθετη άποψη. Όπως επισημαίνουν, τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι καλύτερα στο δεύτερο διαγωνισμό,εφ' όσον στον πρώτο υπήρχε έστω και μία δεσμευτική προσφορά.Από τη στιγμή που μέχρι στιγμής δεν υπήρξε ενδιαφέρον επενδυτών για τη ΔΕΠΑ, αυτομάτως η αξία της εταιρείας μειώνεται.

Σε κάθε περίπτωση αυτό που τονίζουν οι περισσότερες πλευρές, είναι ότι το ζητούμενο με τη ΔΕΠΑ δεν θα πρέπει να είναι η ιδιωτικοποίησή της, αλλά η εξασφάλιση ανταγωνιστικών τιμών φυσικού αερίου, για τους Έλληνες καταναλωτές, οικιακούς, επαγγελματικούς και βιομηχανικούς.

Με δεδομένο δε ότι οι τιμές που αγοράζεται το αέριο στην Ελλάδα από τους Ρώσους είναι τουλάχιστον κατά 30% ακριβότερο από ότι στην υπόλοιπη Ευρώπη, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η ίδια η Gazprom, τότε κυβέρνηση και διοίκηση της ΔΕΠΑ θα πρέπει να προχωρήσουν σε αναδιαπραγμάτευση της σύμβασης.

Εφ΄ όσον δε κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό αυτό, μπορούν να προσφύγουν στη διεθνή διαιτησία, όπως έκαναν άλλες ευρωπαϊκές εταιρείες (π.χ. η γερμανική Ε.ΟΝ), οι οποίες πέτυχαν σημαντικές μειώσεις. Διαφορετικά, θα συνεχιστεί το σημερινό απαράδεκτο καθεστώς μια καταρρέουσα οικονομία και παραγωγή, να πληρώνουν καπέλο πάνω από 250 εκατομμύρια δολάρια το χρόνο σε Ρώσους και μεσάζοντες.

Αναφορικά πάντως με το ΔΕΣΦΑ, η υποβολή προσφοράς από την αζέρικη Socar,δημιουργεί αισιοδοξία ότι η πλευρά των Αζέρων βλέπει ζεστά το ενδεχόμενο να εντάξει το ελληνικό δίκτυο μεταφοράς στο ευρύτερο σύστημα μεταφοράς αερίου της χώρας προς την Ευρώπη, στο οποίο εντάσσεται και ο αγωγός ΤΑΡ. Εκτίμηση που φαίνεται να ασπάζεται και το ΥΠΕΚΑ.