Η συμφωνία στην οποία κατέληξαν οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ τις πρώτες ώρες της 27ης Ιουνίου αναφορικά με την διάσωση των προβληματικών τραπεζών, αποτελεί ένα ακόμα βήμα προς τη δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής τραπεζικής ένωσης και σκοπό έχει να μειώσει την πιθανότητα ανάγκης παρέμβασης από τις κυβερνήσεις.

Η συμφωνία στην οποία κατέληξαν οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ τις πρώτες ώρες της 27ης Ιουνίου αναφορικά με την διάσωση των προβληματικών τραπεζών, αποτελεί ένα ακόμα βήμα προς τη δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής τραπεζικής ένωσης και σκοπό έχει να μειώσει την πιθανότητα ανάγκης παρέμβασης από τις κυβερνήσεις.

Στο πλαίσιο της συμφωνίας, οι επενδυτές των τραπεζών και οι καταθέτες θα αναλάβουν μεγαλύτερες ευθύνες στην περίπτωση κατάρρευσης μιας τράπεζας, προτού παρέμβουν οι κυβερνήσεις με τα χρήματα των φορολογουμένων.

Αν και οι νέοι κανόνες μειώνουν το άμεσο βάρος για τις κυβερνήσεις, πιθανότατα κάνουν ελάχιστα για να διασφαλίσουν ότι μια πιθανή τραπεζική κρίση θα περιοριστεί εντός του χρηματοοικονομικού κλάδου. Η συμφωνία απειλεί να βάλει στο περιθώριο τους χρηματοοικονομικούς τομείς των προβληματικών χωρών, ιδιαίτερα αφού οι τράπεζες ήδη αγωνίζονται να εξασφαλίσουν κεφάλαια εν μέσω οικονομικής ύφεσης στην Ευρώπη. Υπό το φως του μεγαλύτερου ρίσκου που προκύπτει για τους τραπεζικούς επενδυτές και τους καταθέτες στο πλαίσιο των νέων κανόνων, οι προβληματικές τράπεζες, ιδιαίτερα σε χώρες της ευρωπεριφέρειας, θα αντιμετωπίσουν μεγαλύτερη φυγή κεφαλαίων.

Στο πλαίσιο της νέας συμφωνίας, η οποία πρέπει να εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, θα υπάρξει ιεραρχία για τον καθορισμό του ποιος θα πρέπει να πληρώσει πρώτος όταν μια τράπεζα αντιμετωπίζει πρόβλημα. Πρώτα, οι μέτοχοι και οι ομολογιούχοι θα κληθούν να επωμιστούν απώλειες. Αν απαιτηθούν περισσότερα χρήματα, οι καταθέτες με καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ θα κληθούν να συνεισφέρουν. Διασώσεις από το κράτος μπορεί να είναι δυνατές μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις, όπως όταν υπάρχει σοβαρή ανησυχία για μετάσταση και μόνο αφού οι επενδυτές στην τράπεζα και οι καταθέτες της έχουν επωμιστεί απώλειες τουλάχιστον 8% των συνολικών υποχρεώσεων της τράπεζας.

Για να βοηθηθούν περαιτέρω οι προβληματικές τράπεζες, σε άλλα μέρη της συμφωνίας προβλέπεται ότι η κάθε χώρα είναι υποχρεωμένη να δημιουργήσει ένα εθνικό ταμείο εκκαθάρισης ή έναν διαφορετικό μηχανισμό χρηματοδότησης που θα χρηματοδοτείται μέσω επιβολής εισφορών στις τράπεζες. Μέσα σε 10 χρόνια, αυτά τα ταμεία θα πρέπει να καλύπτουν το 0,8% των ασφαλισμένων καταθέσεων.

Με τη συμφωνία αυτή, τα μέλη της ΕΕ ελπίζουν να αντιμετωπίσουν τη λαϊκή οργή αναφορικά με τις κυβερνητικές διασώσεις του χρηματοοικονομικού τομέα και να μειώσουν την πιθανότητα οι προβληματικές τράπεζες να οδηγήσουν εν τέλει στην ανάγκη διάσωσης του κράτους, όπως έγινε στην περίπτωση της Ιρλανδίας. Θέλουν επίσης να στείλουν ένα μήνυμα ότι οι όροι της διάσωσης της Κύπρου, που στην αρχική τους μορφή θα έπλητταν και τους καταθέτες με καταθέσεις κάτω των 100.000 ευρώ,δεν θα αποτελέσει τον κανόνα για τις τραπεζικές διασώσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ωστόσο, είναι εξαιρετικά απίθανο οι κυβερνήσεις ή η πραγματική οικονομία να μην επηρεαστούν σοβαρά εάν υπάρξει άλλη τραπεζική κρίση. Στην Ευρώπη, περισσότερο απ' ότι στις ΗΠΑ, ο τραπεζικός δανεισμός αποτελεί την βασική πηγή χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις –σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Ομοσπονδία, περίπου το 75% της ευρωπαϊκής επιχειρηματικής χρηματοδότησης προέρχεται από τράπεζες, έναντι του 30% στις ΗΠΑ- και οι τράπεζες είναι σημαντικοί αγοραστές κρατικού χρέους. Ως εκ τούτου, αν μια τράπεζα αντιμετωπίσει πρόβλημα, το εμπορικό και κρατικό κόστος δανεισμού πιθανότατα θα αυξάνονταν σημαντικά, με αποτέλεσμα να εξαπλωθεί κάτι που ξεκίνησε ως τραπεζική κρίση, σε ολόκληρη την οικονομία.

Αν και οι Βρυξέλλες τηρούν την υπόσχεσή τους να προστατεύσουν τους καταθέτες με καταθέσεις κάτω των 100.000 ευρώ, η συμπερίληψη των καταθέσεων στις διασώσεις κινδυνεύει να αποσταθεροποιήσει τις τράπεζες σε χώρες οι χρηματοοικονομικοί κλάδοι των οποίων ήδη αντιμετωπίζουν πρόβλημα. Η Ισπανία, η οποία έλαβε τραπεζική διάσωση το 2012, ήταν ένας από τους μεγαλύτερους υπέρμαχους της προστασίας όλων των καταθέσεων.

Η ιδέα να προστατεύονται μόνο οι μικροκαταθέτες δεν ήταν αυτό που είχε στο μυαλό της η Μαδρίτη. Η φυγή κεφαλαίων, με τη νέα συμφωνία, πιθανότατα θα εκτιναχθεί στα ύψη με την παραμικρή ένδειξη αστάθειας, αφού οι μεγαλοκαταθέτες θα μπορούσαν να εξαναγκαστούν να συνεισφέρουν. Η κυπριακή διάσωση έθεσε προηγούμενο για την συμπερίληψη των καταθετών στην αναδιάρθρωση των τραπεζών. Ως συνέπεια αυτού του επονομαζόμενου bail in, η Κύπρος «βούτηξε» σε μια βαθιά ύφεση και αναγκάστηκε να εφαρμόσει ελέγχους στην διακίνηση κεφαλαίων. Άλλες χώρες πιθανώς θα χρειαστεί να λάβουν παρόμοια μέτρα αν υποστούν απώλειες οι καταθέτες τους.

Ερωτηματικό για την ισχύ της τραπεζικής ένωσης

Αν και η συμφωνία φέρνει την Ευρωπαϊκή Ένωση πιο κοντά στη δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής τραπεζικής ένωσης, είναι αμφίβολο εάν μια τέτοια ένωση θα έχει στην πραγματικότητα μια ουσιαστική σταθεροποιητική επίδραση στον ευρωπαϊκό τραπεζικό τομέα συνολικά, ιδιαίτερα εάν ληφθούν υπ' όψιν το πόσος καιρός χρειάζεται για να εφαρμοστεί κάθε βήμα, αλλά και το βάρος που πέφτει στον χρηματοοικονομικό τομέα σε μεμονωμένες χώρες.

Το πρώτο στοιχείο της τραπεζικής ένωσης, τουλάχιστον για την ευρωζώνη, θα «μπει στη θέση του» στα τέλη του 2014, όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα αναλάβει την εποπτεία των τραπεζών της ευρωζώνης. Την πρώτη εβδομάδα του Ιουλίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα παρουσιάσει σχέδια για τη δημιουργία ενός κεντρικού οργάνου εκκαθάρισης τραπεζών, κάτι που αποτελεί ένα ακόμα βήμα προς την τραπεζική ένωση. Δεδομένων των διαφορετικών εθνικών συμφερόντων, θα χρειαστεί καιρό για να καταλήξουν τα μέλη της ΕΕ σε συμφωνία αναφορικά με μια κεντρική Αρχή που θα έχει την εξουσία να αποφασίζει πότε θα πρέπει να αναδιαρθρώνεται μια τράπεζα.

Τον Ιούνιο του 2012, η Ευρωπαϊκή Ένωση υποσχέθηκε να «σπάσει τον δεσμό» μεταξύ των εθνικών κυβερνήσεων και των τραπεζικών διασώσεων. Την περασμένη εβδομάδα, οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρώπης συμφώνησαν ότι το Ευρωπαϊκό ταμείο διάσωσης θα μπορεί να διασώζει άμεσα τις τράπεζες, προκειμένου να περιοριστεί το βάρος για τις κυβερνήσεις. Από τα κεφάλαια ύψους 500 δισ. ευρώ του Ταμείου, τα 60 δισ. ευρώ θα είναι διαθέσιμα για τραπεζικές διασώσεις, όμως μόνο αφού έχουν συνεισφέρει σε μεγάλο βαθμό οι κυβερνήσεις και ο ιδιωτικός τομέας στην προσπάθεια. Εάν χρειαστούν επιπλέον χρήματα, αυτό θα το αναλάβουν οι κεντρικές κυβερνήσεις.

Οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ ελπίζουν να διευθετήσουν τις τεχνικές πτυχές αυτής της συμφωνίας μέχρι το τέλος του έτους,όμως οι κανόνες δεν αναμένεται να εφαρμοστούν πριν το 2018.

Στο μεταξύ, υπάρχει αξιοσημείωτη αβεβαιότητα ως προς το πώς θα αντιμετωπιστούν οι τραπεζικές κρίσεις. Δεδομένου του προηγούμενου που έθεσε η Κύπρος, ένας συνδυασμός κρατικών διασώσεων με συμμετοχή των καταθετών είναι πιθανός, ιδιαίτερα σε χώρες όπου οι κυβερνήσεις ήδη αντιμετωπίζουν οικονομικό πρόβλημα.