Του Κ. Ν. Σταμπολή
Η Ελλάδα δεν είναι μόνη ούτε αποτελεί την «φωτεινή» εξαίρεση στα “black-outs”, αφού η ξαφνική διακοπή ηλεκτρικού ρεύματος λόγω αδυναμίας του δικτύου ν’ ανταποκριθεί στην αυξανόμενη ζήτηση για ορισμένες ημέρες του χρόνου, είναι μία εμπειρία που βιώνουν τακτικά αρκετές χώρες, ακόμα και αναπτυγμένες, τα τελευταία χρόνια. Η κατάσταση από τ’ αυξανόμενα σε ρυθμό και αριθμό black-out σε πολλές χώρες είναι πλέον λίαν ανησυχητική σε παγκόσμιο επίπεδο, πράγμα που ώθησε τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (ΙΕΑ) που εδρεύει στο Παρίσι (και του οποίου η Ελλάδα είναι μέλος) να ασχοληθεί επισταμένως με το θέμα και ν’ ανακοινώσει πριν λίγες ημέρες την έκδοση μίας ειδικής μελέτης με τίτλο «Εξοικονομώντας Ηλεκτρισμό στα Γρήγορα» (Saving Electricity in a Hurry). Η 170 σελίδων μελέτη του ΙΕΑ είναι γεμάτη από παραδείγματα προσφάτων “black-outs” σε περισσότερες από είκοσι χώρες και πολιτείες συμπεριλαμβανομένων του Καναδά, Καλιφόρνια, Αριζόνα, Ν. Ζηλανδία, Νορβηγία, Ιαπωνία, Σουηδία και Γαλλία κ.α. Σύμφωνα με τις διαπιστώσεις του ΙΕΑ τα black-out οφείλονται σε δύο κυρίως κατηγορίες λόγων. Η πρώτη κατηγορία αφορά χρόνιες δυσλειτουργίες και ελλείψεις του εγκατεστημένου συστήματος παραγωγής-μεταφοράς-διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, όπως λ.χ. μικρή εγκατεστημένης ισχύς σε σχέση με τον εξυπηρετούμενο αριθμό πελατών, ελλιπές σύστημα διανομής, μεγάλη εξάρτηση από καιρικές συνθήκες όπως συμβαίνει λ.χ. με τα υδροηλεκτρικά κ.λπ. Η δεύτερη κατηγορία αφορά συγκυριακούς λόγους που ωθούν αίφνης το σύστημα στα όριά του για ορισμένες μόνο ώρες μέσα στο χρόνο. Αυτό συμβαίνει όταν επικρατούν ακραίες κλιματολογικές συνθήκες (ζέστη και ψύχος) όπου η ζήτηση κορυφώνεται για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και το σύστημα αδυνατεί ν’ αντεπεξέλθει και τίθεται εκτός λειτουργίας μέρος του ή και ολόκληρο. Μία κατάσταση γνώριμη στους Έλληνες καταναλωτές τα τελευταία καλοκαίρια. Στην έκθεσή του ο ΔΟΕ προτείνει συγκεκριμένα μέτρα και τακτικές τόσο για την αντιμετώπιση των black-outs όσο και για την αποφυγή τους. Υπάρχουν τρεις βασικές στρατηγικές σύμφωνα με τον ΔΟΕ: (α) Αύξηση των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος (β) Εισαγωγή πιο αποτελεσματικών και αποδοτικών ενεργειακών τεχνολογιών, και (γ) Ενθάρρυνση για αλλαγή της συμπεριφοράς των καταναλωτών Το μίγμα των στρατηγικών που οφείλει ν’ ακολουθηθεί για να προληφθεί ένα έλλειμμα μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας εξαρτάται από την αναμενόμενη χρονική διάρκεια του black out (π.χ. ώρες ή ημέρες) και από την δομή της ηλεκτρικής αγοράς, παρατηρεί ο ΙΕΑ. Έτσι σε μία πλήρως απελευθερωμένη αγορά ηλεκτρισμού, όπως λ.χ. αυτή της Βρετανίας ή της Καλιφόρνιας, ο μηχανισμός των τιμών μπορεί να παίξει κυρίαρχο λόγο αφού για τις ώρες αιχμής οι εταιρείες παροχής ηλεκτρικής ενέργειας έχουν την δυνατότητα να εισάγουν ιδιαίτερα υψηλά τιμολόγια για όλες τις κατηγορίες καταναλωτών και να οδηγήσουν την αγορά σε μία αυτο-ρύθμιση. Έτσι, σε μία τέτοια αγορά το πρόβλημα ενός ενδεχόμενου black-out θα μετατοπίζετο αυτόματα σ’ ένα πρόβλημα τιμολογιακής μορφής και σε μία μίνι οικονομική κρίση η οποία λόγω της παροδικότητός της θα μπορούσε ν’ αντιμετωπισθεί στα πλαίσια λειτουργίας μίας ανταγωνιστικής οικονομίας. Όμως, όπως παρατηρεί ο ΔΟΕ, σήμερα στις περισσότερες αγορές, οι οποίες λειτουργούν μονοπωλιακά (όπως στην Ελλάδα) ή στην καλύτερη περίπτωση υπό καθεστώς αυστηρής ρύθμισης, (π.χ. Ιταλία, Ισπανία, Γερμανία) δεν είναι εφικτή η κατά περίπτωση αύξηση των τιμολογίων. Άρα για τις περισσότερες χώρες σήμερα, σημειώνει η έκθεση του ΙΕΑ, οι προσπάθειες για την αντιμετώπιση των black-outs θα πρέπει αναπόφευκτα να εστιασθούν σε στρατηγικές που ν΄ αποβλέπουν στην εξοικονόμηση ενέργειας μέσω της αλλαγής στην συμπεριφορά και συνήθειες των καταναλωτών και παράλληλα στην εισαγωγή τεχνικών βελτιώσεων του συστήματος (π.χ. μείωση της αέργου ισχύος, δραστηριοποίηση εφεδρικών μονάδων, πρόσθετη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από διεσπαρμένες ιδιωτικές μονάδες συμπαραγωγής κα.). Σε ότι αφορά την συμμετοχή των καταναλωτών στην αντιμετώπιση του προβλήματος, η προσπάθεια θα πρέπει να επικεντρωθεί στο να πεισθούν οι χρήστες (οικιακοί, εμπορικοί και βιομηχανικοί πελάτες) να ελαχιστοποιήσουν ή και να διακόψουν την κατανάλωσή τους κατά τις ώρες αιχμής. Στην έκθεσή του ο ΔΟΕ απαριθμεί σειρά δοκιμασμένων τεχνικών, συμπεριλαμβανομένης και διαφημιστικής καμπάνιας για την ενημέρωση του καταναλωτικού κοινού και οικονομικών κινήτρων, κυρίως για τις εμπορικές επιχειρήσεις και βιομηχανίες που επιτυγχάνουν στόχους μείωσης της κατανάλωσής τους. Το ενδιαφέρον της όλης μελέτης έγκειται στη διαπίστωση ότι το πρόβλημα των black-outs, ιδιαίτερα αυτών που οφείλονται σε αιχμιακούς λόγους, δεν είναι μεμονωμένο και ότι υπάρχουν πλέον αποτελεσματικοί μέθοδοι αντιμετώπισής του οι οποίες βέβαια για να είναι επιτυχείς πρέπει να στηρίζονται σε σωστή, αρμονική και απόλυτα συντονισμένη συνεργασία μεταξύ κρατικών φορέων, επιχειρήσεων και καταναλωτών. Τα Black-Outs στην Ελλάδα Η διακοπή ηλεκτροδότησης στην Ελλάδα το τελευταίο διάστημα σε μικρές ή σε μεγάλες περιοχές της χώρας, από λίγα λεπτά μέχρι αρκετές ώρες αποτελεί γνωστό φαινόμενο, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια των θερμών καλοκαιρινών μηνών. Ένα φαινόμενο το οποίο έχει ενταθεί ιδιαίτερα, μετά το 1998, όταν η ζήτηση για ορισμένες ημέρες του θέρους, εμφανίζεται να ξεπερνά την δυναμικότητα του δικτύου. Πράγματι, η ζήτηση στο Ελληνικό δίκτυο παρουσιάζεται ιδιαίτερα αυξημένη ορισμένες περιόδους λόγω του ανισομερούς φορτίου και διαμορφώνεται κυρίως από τη μαζική χρήση ανεξάρτητων κλιματιστικών συσκευών, οι οποίες και έχουν κατακλείσει την αγορά τα τελευταία χρόνια, αφού λόγω του χαμηλού τους κόστους έχουν εγκατασταθεί κατά εκατομμύρια αδιακρίτως σε κατοικίες, γραφεία, καταστήματα, κλπ. είτε χρειάζονται για λόγους επιβίωσης (λ.χ. νοσοκομεία, οίκοι ευγηρίας, εργαστήρια) είτε απλά για λόγους κύρους και διακόσμησης. Έχει υπολογισθεί ότι το επιπλέον ετήσιο φορτίο που εισάγεται σταθερά στο δίκτυο τα τελευταία χρόνια και οφείλεται στα κλιματιστικά κυμαίνεται από 250-350 MW, δηλ. αντιστοιχεί σε έναν μεσαίου μεγέθους σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας!, Όμως οι επιπτώσεις στο δίκτυο είναι κατά πολύ μεγαλύτερες γιατί η λειτουργία των κλιματιστικών απαιτεί υψηλή άεργο ισχύ. (άεργος ισχύς είναι η μία συνιστώσα της ισχύος του εναλλασσόμενου ρεύματος και εκφράζεται σε KVara. Η άλλη συνιστώσα είναι η ενεργός ισχύος και εκφράζεται σε KWatt) η οποία δεν παρέχεται ισόποση από έναν νέο σταθμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν από δώδεκα χρόνια η μέγιστη ζήτηση παρατηρείτο τον χειμώνα και κυρίως τις παραμονές των εορτών. Σταδιακά, λόγω της αθρόας εγκατάστασης κλιματιστικών συσκευών, η αιχμή μετατοπίστηκε και τα τελευταία χρόνια εμφανίζεται την θερινή περίοδο και ειδικά τον Ιούλιο. Ενώ ο συντελεστής φορτίου εμειώνετο συνεχώς τα τελευταία χρόνια λόγω του υψηλότερου ρυθμού αύξησης της ζήτησης ισχύος υπήρξε αδιαφορία και αναποφασιστικότητα από διαδοχικές κυβερνήσεις στην λήψη ενδεδειγμένων μέτρων. Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν έναν συνδυασμό παρεμβάσεων τόσο σε επίπεδο ζήτησης όσο και στην προσφορά. Η μείωση της ζήτησης τις ώρες αιχμής, μπορεί να επιτευχθεί μέσω της παροχής τιμολογιακών κινήτρων στους μεγάλους καταναλωτές και μέσω ενημερωτικής καμπάνιας στους οικιακούς καταναλωτές. Παράλληλα πρέπει να βελτιωθεί η κατάσταση στο δίκτυο ώστε ν’ αντιμετωπισθεί το πρόβλημα της αέργου ισχύος, ιδίως στο νότιο σύστημα με την εγκατάσταση πυκνωτών και μονάδων παραγωγής αέργου ενέργειας ώστε να επιτευχθεί η ευστάθεια στην τάση του συστήματος. Επίσης, πρέπει ν’ αυξηθεί η εγκατεστημένη ισχύς για τις ώρες αιχμής μέσω της εισόδου στο σύστημα εφεδρικών και επικουρικών μονάδων αποκεντρωμένης παραγωγής, που συνήθως είναι εγκατεστημένες στους χώρους των χρηστών (π.χ. βιομηχανίες, νοσοκομεία, ξενοδοχεία, ΑΕΙ, αποθήκες κλ.π) σε διάφορα μέρη της χώρας. Ο απώτερος στόχος είναι να εξασφαλισθεί επάρκεια ισχύος για τις 50-60 κρίσιμες ώρες μέσα στον χρόνο που παρουσιάζει αιχμή το σύστημα. Μετά την περυσινή εμπειρία εμπειρία του black out της 12ης Ιουλίου και μετά από ενδελεχή μελέτη του όλου θέματος από το Υπουργείο Ανάπτυξης, φέτος έχει πράγματι ληφθεί μία σειρά μέτρων που αποβλέπουν στην αντιμετώπιση του αιχμιακού προβλήματος. Αναμφίβολα τα ληφθέντα μέτρα είναι προς την σωστή κατεύθυνση, αν και καθυστερημένα (π.χ. μέσα Ιουνίου και δεν έχει υπάρξει ακόμη ουδεμία ενημέρωση των καταναλωτών, ιδιαίτερα μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ) και αποβλέπουν στην αντιμετώπιση της αέργου ισχύος αλλά και στην παροχή επιπλέον ισχύος στο σύστημα. Κίνδυνος Νέων black-outs Πάντως η όλη κατάσταση κάθε άλλο παρά εφησυχαστική είναι αφού το σύστημα εδώ και εβδομάδες λειτουργεί στα όριά του. Σύμφωνα με πληροφορίες από τις 30 θερμοηλεκτρικές μονάδες και 13 υδροηλεκτρικούς σταθμούς που διαθέτει το σύστημα, ένας αριθμός 4 έως 7 μονάδες (θερμικές κυρίως) είναι συνεχώς εκτός συστήματος, άλλες με βλάβες και άλλες για συντήρηση. Έτσι το σύστημα είναι ελλειμματικό από 600 έως 1,800 MW ανά πάσα στιγμή εν μέσω θέρους!. Το σύστημα αυτήν την στιγμή διαθέτει συνολικά 6,940 MW θερμικά και 2,700 MW υδροηλεκτρικά ενώ υπάρχει δυνατότητα εισαγωγών (από Ιταλία και Βουλγαρία) επιπλέον 1,100 MW. Αυτό σημαίνει ότι το συνολικό δυναμικό του συστήματος (μαζί με τις επικουρικές μονάδες) διαμορφώνεται στα 10,740 MW (πέρυσι όταν ετέθηκε εκτός το σύστημα η μέγιστη ζήτηση είχε φθάσει τα 9,350 MW) ενώ οι εκτιμήσεις για την φετινή αιχμή αναφέρονται στα 9,800 MW. Όμως ένα ποσοστό εφεδρείας 5-10%, το οποίο και δεν είναι πάντα διαθέσιμο, θεωρείται εξαιρετικά χαμηλό και άκρως επικίνδυνο δεδομένου των μονίμων προβλημάτων που έχει το δίκτυο. Επιπλέον, η υψηλή άεργος ισχύς που παρουσιάζει το Ελληνικό σύστημα, κυρίως λόγω των κλιματιστικών, δημιουργεί προβλήματα άνισης κατανομής φορτίου όπως συμβαίνει στην Αττική όπου η μη ολοκλήρωση του ΚΥΤ Αργυρούπολης (με την αναβάθμισή του στα 1.000 MW από τα 250 MW που είναι σήμερα) απαγορεύει την σωστή κατανομή φορτίου στην Αττική, μέσω του γνωστού πετάλου (ΚΥΤ Κουμουνδούρου, Αχαρνών, Αγ. Στεφάνου, Παλλήνης, και Αργυρούπολης). Σύμφωνα με ειδικούς του χώρου είναι εξαιρετικά πιθανό να έχουμε και εφέτος black out αφού παρά τα μέτρα που έχουν ληφθεί η καμπύλη φορτίου παραμένει όχι μόνο ανελαστική αλλά με την ζήτηση να έχει αυξηθεί τουλάχιστον κατά 400 MW σε σύγκριση με πέρυσι. Είναι προφανές ότι το αιχμιακό πρόβλημα του ελληνικού ηλεκτρικού συστήματος μπορεί ν’ αντιμετωπισθεί μόνο σε βάθος χρόνου, παρατηρούν οι ανωτέρω ειδικοί, εάν εστιασθούν οι όποιες προσπάθειες στα εξής: (α) στην εκπαίδευση των καταναλωτών αλλά και των επαγγελματιών μηχανικών με στόχο την αλλαγή της ενεργειακής καταναλωτικής κουλτούρας (π.χ. είναι απαράδεκτος ο τρόπος σχεδίασης και κατασκευής των περισσοτέρων κτιρίων όπου δεν γίνεται ουδεμία προσπάθεια μείωσης του θερμικού και ψυκτικού τους φορτίου) και (β) στην βελτίωση του δικτύου π.χ. με την ολοκλήρωση του ΚΥΤ Αργυρούπολης, την παροχή άεργου ισχύος στο δίκτυο από ειδική ανεξάρτητη μονάδα και την παροχή επιπλέον ηλεκτρικής ενέργειας με την αύξηση ισχύος του συστήματος (νέες μονάδες).