SOS Από τη Βιομηχανία για Άμεση Μείωση του Ενεργειακού Κόστους Προκειμένου να Αποφευχθεί η Περαιτέρω Συρρίκνωση της

SOS Από τη Βιομηχανία για Άμεση Μείωση του Ενεργειακού Κόστους Προκειμένου να Αποφευχθεί η Περαιτέρω Συρρίκνωση της
του Κ.Ν.Σταμπολή
Τετ, 15 Ιανουαρίου 2014 - 09:58
Ένα χρόνο μετά τη δέσμευση της κυβέρνησης να λάβει μέτρα για τη μείωση του κόστους της ενέργειας στη βιομηχανία , οι επιχειρηματίες βλέπουν έντρομοι τις χρεώσεις να αυξάνονται(ΕΤΜΕΑΡ, ΥΚΩ) ενώ συγχρόνως διατηρούνται ανέπαφοι οι υπερβολικά υψηλοί ειδικοί φόροι κατανάλωσης στην ενέργεια, και ειδικά στο φυσικό αέριο το οποίο αποτελεί πλέον το καύσιμο επιλογής για τη βιομηχανία

Ένα χρόνο μετά τη δέσμευση της κυβέρνησης να λάβει μέτρα για τη μείωση του κόστους της ενέργειας στη βιομηχανία , οι επιχειρηματίες βλέπουν έντρομοι τις χρεώσεις να αυξάνονται(ΕΤΜΕΑΡ, ΥΚΩ) ενώ συγχρόνως διατηρούνται ανέπαφοι οι υπερβολικά υψηλοί ειδικοί φόροι κατανάλωσης στην ενέργεια, και ειδικά στο φυσικό αέριο το οποίο αποτελεί πλέον το καύσιμο επιλογής για τη βιομηχανία. Αποτέλεσμα του απαράδεκτου υψηλού ενεργειακού κόστους με το οποίο επιβαρύνονται οι βιομηχανίες σε σύγκριση με αυτά που επικρατούν σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και σε χώρες της περιφέρειας, είναι ότι αρκετές Ελληνικές Βιομηχανίες επιλέγουν πλέον να πραγματοποιούν τις παραγγελίες που δέχονται από ξένες αγορές σε παραγωγικές μονάδες που διατηρούν στο εξωτερικό. Όσες δε επιχειρήσεις δεν διαθέτουν μονάδες εκτός Ελλάδος είναι πολλές φορές υποχρεωμένες ν’ απορρίπτουν παραγγελιές αφού δεν μπορούν ν’ ανταπεξέλθουν στο υψηλό κόστος της ενέργειας και των πρώτων υλών.

Σύμφωνα με εκπροσώπους βιομηχανικών εταιρειών με τους οποίους επικοινώνησε το energia.gr, τα ανωτέρω αρνητικά στοιχεία σε ότι αφορά το υψηλό ενεργειακό κόστος ευθύνωνται για την αισθητή μείωση των εξαγωγών τους τελευταίους μήνες. ‘’Στοιχείο που ακυρώνει σχεδόν τις όποιες προσπάθειες έγιναν τη τελευταία διετία για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας, προσπάθειες που μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν και καθόλου ευκαταφρόνητες μειώσεις μισθών’’.

Όπως χαρακτηριστικά εδήλωσε πρόσφατα στην εφημερίδα Καθημερινή ο επικεφαλής της εταιρείας Chipita, και ένας από τους κορυφαίους παράγοντες της Ελληνικής βιομηχανίας κος Σπύρος Θεοδωρόπουλος, ‘’ Κόβουμε τις εξαγωγές από την Ελλάδα λόγω του ενεργειακού κόστους. Στη Βουλγαρία παράγω με το κόστος του φυσικού αερίου να βρίσκεται στι 1/3 αυτού που πληρώνουμε στην Ελλάδα’’. Όπως υποστηρίζει ο κ.Θεοδωρόπουλος ‘’ Θα έπρεπε να προβλέπεται πλήρης ατέλεια για την ενέργεια που χρησιμοποιείται στη βιομηχανία. Έχουμε παρουσιάσει μελέτες στη κυβέρνηση που δείχνουν ότι τα χρήματα θα επιστρέφονταν με το παραπάνω στο κράτος μέσω της αύξησης των πωλήσεων και των εξαγωγών ,αλλά δεν πράττουν τίποτα’’.

Όπως παρατηρούν και άλλοι εκπρόσωποι του βιομηχανικού κλάδου μπορεί να έγιναν κάποια θετικά βήματα την τελευταία διετία ως προς την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας στην εξαγωγική διαδικασία, κυρίως μέσω του ηλεκτρονικού τελωνείου και την πιο γρήγορη επιστροφή του ΦΠΑ όμως παράλληλα αυξήθηκε υπέρμετρα το ενεργειακό κόστος. Υποστηρίζουν μάλιστα ότι ‘’το υψηλό ενεργειακό κόστος σε συνδυασμό με την απουσία ρευστότητας, καθιστά δύσκολη τόσο την προμήθεια πρώτων υλών όσο και τη δαπάνη χρημάτων για τη συμμετοχή σε

εκθέσεις ή για ενέργειες προώθησης και τοποθέτησης των ελληνικών προϊόντων στις ξένες αγορές.’’

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής η αξία των ελληνικών εξαγωγών υποχώρησε τον Νοέμβριο του 2013 κατά 22,6% σε σύγκριση με τον Νοέμβριο του 2012, συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών, ενώ εξαιρουμένων αυτών, η μείωση ήταν 7,9%τον Οκτώβριο. Με βάση τις εκτιμήσεις του Νοεμβρίου ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εξαγωγέων ήδη αναθεωρεί προς τα κάτω τις εκτιμήσεις του για τη πορεία των εξαγωγών συνολικά το 2013.

Στο ίδιο μήκος κύματος η Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας, η EBIKEN (www.unice.gr) κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τον κίνδυνο αφανισμού της βιομηχανικής δραστηριότητας στην Ελλάδα του 21 αιώνα ως αποτέλεσμα τη μη ανταγωνιστικότητας υψηλού ενεργειακού κόστους, είτε αυτό προέρχεται από τον ηλεκτρισμό, το φυσικό αέριο, που πλήττει ανεξαρτήτως όλες τις βιομηχανικές μονάδες που λειτουργούν στη χώρα. ‘’Το τελικό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας για τη βιομηχανία στην Ελλάδα πρέπει να καταστεί εφάμιλλο του κόστους που αντιμετωπίζουν οι ανταγωνιστές μας στη Ευρώπη, προκειμένου να επιβιώσουν οι Ελληνικές επιχειρήσεις και να προσελκυθούν ξένες επενδύσεις για την ανάπτυξη της Ελληνικής Οικονομίας υποστηρίζουν εκπρόσωποι της EBIKEN’’,τονίζει σε ανακοίνωση της η ΕΒΙΚΕΝ.

Σε πλέον πρόσφατη παρέμβαση της στις 18 Δεκεμβρίου 2013η ΕΒΙΚΕΝ επισημαίνει ‘’ο χρόνος αναμονής και υπομονής εξαντλήθηκε .Αναμένουμε την άμεση παρέμβαση της Κυβέρνησης για τη μείωση των ρυθμιζόμενων χρεώσεων, τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Βιομηχανίας (π.χ. συμβόλαια διακοψιμότητας, αντιστάθμιση CO2) και τη θέσπιση ανταγωνιστικών τιμολογίων ενέργειας. Το αίτημα είναι σαφές : Zητάμε την εφαρμογή μία εθνικής ενεργειακής πολιτικής που θα δίνει στην εγχώρια βιομηχανία ένα τελικό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας εφάμιλλο με εκείνο που αντιμετωπίζουν οι διεθνείς ανταγωνιστές μας. Σε διαφορετική περίπτωση οι μεταποιητικές επιχειρήσεις με γνώμονα την προστασία των χιλιάδων εργαζομένων τους θα αντιδράσουν. Δηλώνουν αδυναμία να πληρώσουν τα λάθη των πολιτικών αποφάσεων των τελευταίων ετών και την αδράνεια της σημερινής κυβέρνησης. Ζητούμε συνεπώς από το πρωθυπουργό να λάβει άμεσα πρωτοβουλία ώστε να σταματήσει ο εμπαιγμός των χιλιάδων εργαζομένων στις μεταποιητικές επιχειρήσεις.’’

Την ανάγκη για μια εθνική ενεργειακή πολιτική αναδεικνύει εξ’ άλλου πρόσφατη λεπτομερής μελέτη του ΙΕΝΕ που τιτλοφορείται ‘’Για μια Εθνική Ενεργειακή Πολιτική’’ την οποία μόλις εξέδωσε σε μορφή Κειμένου Εργασίας(Νο.18). Η μελέτη αυτή , που περιλαμβάνει ένα ολόκληρο τμήμα που αναφέρεται στις παράλογα υψηλές ενεργειακές χρεώσεις στη βιομηχανία μεταξύ άλλων, αναφέρει ‘’Προτείνεται η άμεση μείωση του ΕΦΚ στο φυσικό αέριο ώστε οι τιμές να επανέλθουν σε λογικά επίπεδα, πράγμα που θα τονώσει την αγορά στον οικιακό-εμπορικό τομέα, αλλά θα βοηθήσει αποτελεσματικά και τη βιομηχανία, για μεγάλο τμήμα της οποίας το ενεργειακό κόστος αντιστοιχεί περίπου στο 40% του συνολικού κόστους λειτουργίας. Εάν παραμείνουν για πολύ ακόμη οι απαράδεκτα υψηλές τιμές στο φ.αέριο κυρίως λόγω της υψηλής επιβάρυνσης του ΕΦΚ, η φυγή των βιομηχανιών προς το εξωτερικό και η μείωση της παραγωγής θα είναι μονόδρομος.’’

Τέλος, ‘’όπως υποστήριξαν την περασμένη εβδομάδα οι εκπρόσωποι της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Μετάλλου (ΠΟΕΜ) σε συνέντευξη Τύπου στα γραφεία της ΓΣΕΕ, το ιδιαίτερα υψηλό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας (κατά 30% περισσότερο σε σχέση με τις ανταγωνίστριες χώρες) αλλά και το διογκωμένο( κατά 40%) κόστος φυσικού αερίου οδηγεί σε κατάρρευση τις χαλυβουργίες. Αντιθέτως, ‘’χώρες όπως η Ιταλία , η Ισπανία και η Γαλλία, που απευθύνονται στις ίδιες αγορές με μας, κατόρθωσαν, με μέτρα στήριξης από τις κυβερνήσεις τους, όπως είναι οι αποκαλούμενες συμβάσεις διακοψιμότητας, να επιτύχουν σημαντική μείωση του κόστους ενέργειας’’ σημείωσε ο πρόεδρος της ΠΟΕΜ Γ.Στεφανόπουλος. ‘’ Στις περισσότερες χαλυβουργίες το stock σιδήρου έχει γεμίσει τις αποθήκες. Αλλού, έχει σταματήσει η παραγωγή , ενώ στις μεγάλες μονάδες δουλεύουμε εκ περιτροπής. Παραγγελίες υπάρχουν αλλά το κόστος παραγωγής , παρόλες τις μειώσεις μισθών και προσωπικού , είναι απαγορευτικό ακόμη και για τις 3 εταιρείες που είχαν κάνει υψηλές επενδύσεις σε σύγχρονο εξοπλισμό την τελευταία 15ετία σύμφωνα με τα στοιχεία της ΠΟΕΜ.’’ Πριν από τη κρίση ,οι χαλυβουργικές μονάδες απασχολούσαν 3.000 εργαζομένους. Σήμερα εργάζονται περίπου 1.500 εκ των οποίων οι 600 δεν έχουν ουσιαστικό αντικείμενο εργασίας. Από τις 5 υπολειτουργούν οι 3 κι αυτές με τεράστιες ζημιές. Οι περιγραφές των εργαζομένων αναδεικνύουν με τον πλέον ανάγλυφο τρόπο τον αργό θάνατο όσων βιομηχανικών μονάδων έχουν απομείνει στη χώρα.