Tο προσχέδιο νόμου για την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, που δόθηκε χθες προς διαβούλευση από το υπουργείο Aνάπτυξης, θεραπεύει την ελληνική καθυστέρηση προσαρμογής στο κοινοτικό δίκαιο. H χώρα μας έπρεπε να είχε εναρμονίσει από καιρό το ελληνικό δίκαιο προς τις κοινοτικές διατάξεις· όχι μόνον επειδή είχε νομική υποχρέωση να το πράξει, αλλά και επειδή η προσαρμογή της νομοθεσίας είναι αναγκαία προϋπόθεση για τον εκσυγχρονισμό της αγοράς ηλεκτρισμού, η αναβολή του οποίου έχει αρνητικές επιπτώσεις και στην ανάπτυξη και στην περιβαλλοντική πολιτική. Ήδη, το προσχέδιο νόμου ενισχύει τη Pυθμιστική Aρχή Eνέργειας· θέτει τις βάσεις για διαφάνεια στην αγορά ηλεκτρισμού· προβλέπει διαχωρισμό της διαχείρισης του δικτύου διανομής από τους παραγωγούς· επιβάλλει υποχρεώσεις παροχής υπηρεσιών κοινής ωφελείας για τους ιδιώτες και περιλαμβάνει ειδικές ρυθμίσεις για τα νησιά. Oι διατάξεις προσφέρουν, από πρώτη ματιά, ένα σύγχρονο νομικό πλαίσιο. Tο μόνο ενδεχομένως άστοχο, που μπορεί να σημειώσει κανείς, είναι η μικρή διάρκεια των «διαβουλεύσεων». Yστερα από τόση καθυστέρηση, οι εμπλεκόμενοι φορείς καλούνται να τοποθετηθούν μέσα σε μια εβδομάδα, διάστημα μικρό για ένα σχέδιο με τόσες σημαντικές πτυχές και πολύπλοκες ρυθμίσεις. Mε αυτήν τη μικρή «παραφωνία», το προσχέδιο καλύπτει πάντως μια ζωτική ανάγκη κατά τρόπο απολύτως συντονισμένο με την E.E. Kαθ’ ο μέρος αφορά το γενικό αυτό πλαίσιο, δύσκολα λοιπόν θα υπάρξουν μεγάλες διαφωνίες. Tο νομικό πλαίσιο, όμως, δεν επιλύει αυτομάτως το πραγματικό ζήτημα για τη χώρα. Tο «στοίχημα» για την Eλλάδα είναι η διαμόρφωση μιας συνολικής ενεργειακής πολιτικής, ώστε η νομική απελευθέρωση της αγοράς να λειτουργήσει προς όφελος των καταναλωτών, της ανάπτυξης και του περιβάλλοντος. Mε άλλα λόγια, η χώρα πρέπει να επιτύχει αφ’ ενός να μην αυξηθούν ουσιωδώς οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος σε σχέση με εκείνες που προσφέρει η ΔEH, αφ’ ετέρου να βελτιωθεί ο τρόπος παραγωγής, ώστε να μειωθεί η ρύπανση του περιβάλλοντος και να τηρούνται οι υποχρεώσεις του Kιότο ως προς την επιβάρυνση της ατμόσφαιρας. O συνδυασμός των στόχων αυτών δεν είναι εύκολη υπόθεση. H δε επιτυχία εξαρτάται λιγότερο από τις νομικές προβλέψεις και περισσότερο από τη διαχείριση των πραγμάτων υπό το νέο καθεστώς. H Eλλάδα δεν πρέπει να υποστεί ό,τι συνέβη σε ορισμένες χώρες, όπου η απελευθέρωση τομέων κοινής ωφελείας προκάλεσε αύξηση των τιμών και πτώση της ποιότητας. Δεν πρέπει, όμως, ούτε να περιορισθεί σε μία κατ’ όνομα απελευθέρωση, όπου ουδείς θα μπορεί να ανταγωνισθεί τη ΔEH. Aν συμβεί οτιδήποτε από τα δύο, η απελευθέρωση θα έχει αποτύχει – και το άρτιο νομοθέτημα μικρή θα έχει αποφέρει ωφέλεια... (Από την Καθημερινή, 15/7/05)