Από όλους τους υπερβολικούς και ανεύθυνους τίτλους που έχουν εμφανιστεί στο πρωτοσέλιδο των New York Times τα τελευταία χρόνια, λίγοι ξεπέρασαν την ανοησία αυτού εδώ από τις αρχές Μαρτίου: «Οι ΗΠΑ ελπίζουν ότι η άνοδος της παραγωγής φυσικού αερίου θα περιορίσει τον Πούτιν». Το άρθρο, το οποίο είναι γραμμένο από τους συνήθως έγκυρους δημοσιογράφους Κόραλ Ντέβανπορτ και Στίβεν Έρλανγκερ, τονίζει ότι εξάγοντας το παραπανίσιο φυσικό αέριο στην Ευρώπη και την Ουκρανία υπό την μορφή του LNG, οι ΗΠΑ θα μπορέσουν να βοηθήσουν την περιοχή αυτή να μειώσει την βαριά εξάρτησή της από το ρωσικό αέριο και έτσι θα ενδυναμώσει την αντίστασή της προς την επιθετική συμπεριφορά του Βλαδιμίρ Πούτιν.

Από όλους τους υπερβολικούς και ανεύθυνους τίτλους που έχουν εμφανιστεί στο πρωτοσέλιδο των New York Times τα τελευταία χρόνια, λίγοι ξεπέρασαν την ανοησία αυτού εδώ από τις αρχές Μαρτίου: «Οι ΗΠΑ ελπίζουν ότι η άνοδος της παραγωγής φυσικού αερίου θα περιορίσει τον Πούτιν». Το άρθρο, το οποίο είναι γραμμένο από τους συνήθως έγκυρους δημοσιογράφους Κόραλ Ντέβανπορτ και Στίβεν Έρλανγκερ, τονίζει ότι εξάγοντας το παραπανίσιο φυσικό αέριο στην Ευρώπη και την Ουκρανία υπό την μορφή του LNG, οι ΗΠΑ θα μπορέσουν να βοηθήσουν την περιοχή αυτή να μειώσει την βαριά εξάρτησή της από το ρωσικό αέριο και έτσι θα ενδυναμώσει την αντίστασή της προς την επιθετική συμπεριφορά του Βλαδιμίρ Πούτιν.

Ας ξεχάσουμε για μια στιγμή ότι οι ΗΠΑ αυτή τη στιγμή δεν διαθέτουν τις υποδομές για να εξάγουν  LNG στην Ευρώπη και δεν θα είναι σε θέση να το κάνουν σε οποιαδήποτε σημαντική κλίμακα πριν το 2020. Ας ξεχάσουμε ότι η Ουκρανία δεν διαθέτει τερματικά LNG και δεν πρόκειται να αποκτήσει, δεδομένου του ότι οι μοναδικές ακτές της στη Μαύρη Θάλασσα κυριαρχούνται από ρωσόφωνους πληθυσμούς, προσκείμενους στη Μόσχα. Ας ξεχάσουμε ότι οι όποιες μελλοντικές αμερικανικές εξαγωγές θα διοχετευθούν στη διεθνή αγορά και έτσι θα προτιμήσουν την Ασία, όπου οι τιμές είναι 50% υψηλότερες από ότι στην Ευρώπη. Ας επικεντρωθούμε στο βασικό σφάλμα του άρθρου: Ότι δεν επικαλείται ούτε ένα λόγο γιατί οι μελλοντικές εξαγωγές LNG των ΗΠΑ θα μπορούσαν να έχουν το οποιοδήποτε αποτέλεσμα στην συμπεριφορά του Ρώσου προέδρου.

Ο μόνος τρόπος για να κατανοήσουμε αυτό το παράδοξο είναι να υποθέσουμε ότι οι εκδότες των Times, όπως οι πολιτικοί και των δύο κομμάτων, έχουν γίνει τόσο εθισμένοι στην ιδέα μιας αμερικανικής αναγέννησης στην παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου, που έχουν χάσει τα λογικά τους.

Καθώς η εγχώρια παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια – κυρίως μέσω της υδραυλικής ρωγμάτωσης – αρκετοί πολιτικοί κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι ΗΠΑ είναι σήμερα σε καλύτερη θέση για να επηρεάσουν τον πλανήτη. «Οι αυξανόμενες ενεργειακές προμήθειες των ΗΠΑ μας δίνουν ένα ισχυρότερο χαρτί για να ακολουθήσουμε τους διεθνείς στόχους μας σε ότι έχει να κάνει με την ασφάλεια», δήλωνε τον Απρίλιο του 2013 ο τότε σύμβουλος του προέδρου, Τομ Ντόνιλον. Οι ηγέτες του κογκρέσου και στις δύο πλευρές έχουν εκφράσει ανάλογες απόψεις.

Η εντύπωση που αποκομίζει κανείς από όλα αυτά είναι ότι η αυξημένη παραγωγή πετρελαίου και αερίου – όπως μια μεγαλύτερη δόση τεστοστερόνης – με κάποιο τρόπο θα ενισχύσει την θέληση και αυτοπεποίθηση των Αμερικανών αξιωματούχων όταν αντιμετωπίζουν τους ξένους ομολόγους τους. Ένα στέλεχος του Λευκού Οίκου που επικαλούνται οι Ντάβενπορτ-Έρλανγκερ, εκφράζει αυτή τη διάθεση: «Δραστηριοποιούμαστε από μια διαφορετική θέση απέναντι στη Ρωσία επειδή είμαστε ένας πολύ μεγαλύτερος παραγωγός ενέργειας».

Θα έπρεπε να είναι φανερό σε όποιον έχει παρακολουθήσει τα γεγονότα στην Κριμαία και την Ουκρανία ότι η αυξημένη αμερικανική παραγωγή δεν έχει προσφέρει στον Λευκό Οίκο κανένα απτό πλεονέκτημα στις προσπάθειές του να συγκρατήσει τις επιθετικές κινήσεις του Πούτιν και ότι η προοπτική αμερικανικών εξαγωγών αερίου στην Ευρώπη μάλλον δεν θα αλλάξει τους στρατηγικούς του υπολογισμούς. Φαίνεται όμως, ότι οι ανώτεροι Αμερικανοί αξιωματούχοι, μαγεμένοι από το όραμα μιας μελλοντικής «Σαουδαμερικής» έχουν χάσει την επαφή με την πραγματικότητα.

Για όποιον είναι σε θέση να αναγνωρίσει μια εξαρτημένη συμπεριφορά, αυτού του είδους η λογική θα ήταν ένα σημάδι για προχωρημένο στάδιο εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα. Καθώς εξαλείφεται η ικανότητα να διαχωρίζει την φαντασία από την πραγματικότητα, ο εξαρτημένος επιμένει να πιστεύει ότι η λύση για όλα τα προβλήματα βρίσκεται λίγο πιο πέρα, όταν στην πραγματικότητα ισχύει το αντίθετο.

Η αναλογία δεν είναι καθόλου καινούρια, φυσικά, ιδίως όταν αφορά την εξάρτηση της Αμερικής από το εισαγόμενο πετρέλαιο. «Η Αμερική είναι εξαρτημένη από το πετρέλαιο», τόνισε ο Τζορτζ Μπους το 2006 στην ομιλία του προς το έθνος (και δεν ήταν ο πρώτος πρόεδρος που το είπε). Τέτοιες δηλώσεις συνοδεύονται συχνά στα ΜΜΕ με γελοιογραφίες του Θείου Σαμ ως τοξικομανή που ψάχνει την επόμενη δόση πετρελαίου. Λίγοι αναλυτές όμως πήγαν την αναλογία ένα βήμα παραπέρα, αναζητώντας τους τρόπους εκείνους που η αυξανόμενη εξάρτηση από το πετρέλαιο έχει οδηγήσει σε όλο και πιο αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές. Παρόλα αυτά, γίνεται εμφανές ότι η εξάρτηση του πλανήτη από τα ορυκτά καύσιμα έχει φτάσει σε ένα σημείο στο οποίο θα πρέπει να περιμένουμε η κρίση της πολιτικής ηγεσίας να επηρεάζεται, όπως και φαίνεται να συμβαίνει τώρα.

Η πιο πειστική απόδειξη ότι η εξάρτηση έχει φτάσει σε κρίσιμο σημείο ίσως να βρίσκεται στα επίσημα στοιχεία των ΗΠΑ για τις εκπομπές ρύπων. Ο κόσμος εκλύει τώρα μιάμιση φορά περισσότερο CO2 από ότι το 1988, όταν ο Τζέιμς Χάνσεν, τότε διευθυντής του ινστιτούτου Goddard της NASA, προειδοποιούσε το κογκρέσο ότι ο πλανήτης θερμαίνεται ως αποτέλεσμα του φαινομένου του θερμοκηπίου και ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα – κυρίως υπό την μορφή της καύσης ορυκτών καυσίμων – αποτελούσε πιθανότατα την αιτία.

Αν η ανησυχία για την μοίρα του πλανήτη ήταν ισχυρότερη από την εξάρτησή μας από τα ορυκτά καύσιμα, θα περιμέναμε να δούμε αν όχι μια μείωση των εκπομπών, τουλάχιστον μια μείωση στον ρυθμό έκλυσής τους μέσα στον χρόνο. Αντιθέτως, η EIA προβλέπει ότι οι παγκόσμιες εκπομπές θα συνεχίσουν να αυξάνονται με τρομαχτικό ρυθμό μέσα στα επόμενα 25 χρόνια, αγγίζοντας τους 45,5 δις. τόνους το 2040 – υπερδιπλάσιοι από το 1988 – και θα μετατρέψουν σύμφωνα με τους επιστήμονες τον πλανήτη σε μια κόλαση. Αν και δεν αντιμετωπίζεται έτσι, πρόκειται για τον ορισμό της αυτοκαταστροφικής εξαρτημένης συμπεριφοράς σε μεγάλη κλίμακα.

Για αρκετούς από εμάς, η εξάρτηση από το πετρέλαιο είναι εγγεγραμμένη στην καθημερινότητά μας με τρόπους στους οποίους δεν έχουμε μεγάλο έλεγχο. Εξαιτίας της συστηματικής αποσυναρμολόγησης των δημοσίων μεταφορών και των μεγάλων επιδοτήσεων για αυτοκινητόδρομους [στις ΗΠΑ], για παράδειγμα, έχουμε εξαρτηθεί από τα οχήματα που κινούνται με βάση το πετρέλαιο και είναι πολύ δύσκολο για όσους ζουν έξω από τις μεγάλες πόλεις να βρουν εναλλακτικές λύσεις. Ολοένα και περισσότεροι προσπαθούν να σταματήσουν αυτή τη συνήθεια, αγοράζοντας υβριδικά αυτοκίνητα ή χρησιμοποιώντας τα ΜΜΜ όπου είναι διαθέσιμα ή παίρνοντας το ποδήλατο, αλλά αυτό είναι μια σταγόνα στον ωκεανό. Θα χρειαστεί τεράστια προσπάθεια στο μέλλον για να αναδιαμορφώσουμε το σύστημα μεταφορών με βάση κλιματικά κριτήρια.

Για αυτό που μπορεί να οριστεί ως το top 1% στον κλάδο της ενέργειας, η εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα προέρχεται από το θέλγητρο του πλούτου και της ισχύος – κάτι που είναι πολύ πιο δύσκολο να αντισταθείς ή να σταματήσεις. Το πετρέλαιο είναι το πιο επικερδές εμπόρευμα στον πλανήτη και μια πηγή μεγάλου πλούτου και επιρροής για τις άρχουσες τάξεις των χωρών που το παράγουν, όπως στο Ιράν, Ιράκ, Κουβέιτ, Νιγηρία, Ρωσία, Σαουδική Αραβία, Βενεζουέλα, ΗΑΕ και ΗΠΑ. Οι ηγέτες αυτών των πετρελαιο-κρατών ίσως να μην επωφελούνται πάντα άμεσα από την συσσώρευση των πετρελαϊκών εσόδων, αλλά σίγουρα αναγνωρίζουν πως η δυνατότητα τους να κυβερνούν και να παραμένουν στην εξουσία στηρίζεται στην ανταπόκρισή τους προς τα ενσωματωμένα ενεργειακά συμφέροντα και την ικανότητά τους να χρησιμοποιούν τους εθνικούς ενεργειακούς πόρους για πολιτικά και στρατηγικά πλεονεκτήματα. Αυτό ισχύει εξ ίσου και για τον Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος έχει πρωτοστατήσει στην προσπάθεια του κλάδου για αύξηση της παραγωγής πετρελαίου και αερίου, όπως και για τον Βλαδιμίρ Πούτιν, ο οποίος έχει προσπαθήσει να ενισχύσει την διεθνή επιρροή της Ρωσίας μέσω των αυξημένων εξαγωγών ορυκτών καυσίμων.

Οι κορυφαίοι αξιωματούχοι σε αυτές τις χώρες ξέρουν καλύτερα από εμάς ότι η κλιματική αλλαγή έρχεται και ότι μονάχα μια σημαντική μείωση των εκπομπών ρύπων θα αποτρέψει τα πιο καταστροφικά της αποτελέσματα, αλλά είναι τόσο εξαρτημένοι από τα κέρδη των ορυκτών καυσίμων ή τα πολιτικά οφέλη που προέρχονται από τον έλεγχο της ροής του πετρελαίου, που δεν είναι σε θέση να ξεπεράσουν την θέλησή τους για ακόμα μεγαλύτερη παραγωγή. Ως αποτέλεσμα, ενώ ο πρόεδρος Ομπάμα μιλά συχνά για την επιθυμία του να τονώσει τις ΑΠΕ, έχει προχωρήσει σε μια συνολική ενεργειακή πολιτική που υπογραμμίζει την παραγωγή πετρελαίου και αερίου. Το ίδιο ισχύει σχεδόν για όλους τους άλλους ηγέτες. Συχνά γίνεται αναφορά για την ανάγκη ανάπτυξης της πράσινης ενέργειας, αλλά η έμφαση συνεχίζει να δίδεται στο πετρέλαιο, στο αέριο και στον άνθρακα. Ακόμα και το 2040, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΙΑ, τα καύσιμα αυτά θα συνεχίσουν να προμηθεύουν τα τέσσερα πέμπτα της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας του πλανήτη.

Αυτή η προκατάληψη ανάμεσα στα ορυκτά καύσιμα και στις άλλες μορφές ενέργειες – παρά τα όσα γνωρίζουμε για την κλιματική αλλαγή – μπορεί να οριστεί μονάχα ως ένα «ανθρακικό ντελίριο». Μπορείτε να βρείτε στοιχεία για αυτή την παθολογία ανά τον κόσμο με πολλούς τρόπους, αλλά ας παραθέσουμε τρία χαρακτηριστικά παραδείγματα για το προχωρημένο στάδιο της εξάρτησής μας.

1. Η απόφαση της κυβέρνησης Ομπάμα να επιτρέψει στην ΒΡ να συνεχίσει τις γεωτρήσεις στον Κόλπο του Μεξικού.

Αφού η ΒΡ δήλωσε ένοχη για εγκληματική αμέλεια στο ατύχημα Deepwater Horizon το 2011, το οποίο είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο 11 ατόμων και μια τεράστια πετρελαιοκηλίδα, η υπηρεσία περιβάλλοντος των ΗΠΑ διέκοψε την αδειοδότηση νέων έργων για την εταιρεία στον Κόλπο. Η απαγόρευση αντιμετωπίστηκε ως σημαντικό μειονέκτημα για την ΒΡ, η οποία προσπαθούσε επί μακρόν να κυριαρχήσει στην παραγωγή πετρελαίου στα βαθιά νερά της περιοχής. Προκειμένου να ανακτήσει την πρόσβαση στον Κόλπο, η ΒΡ έκανε μήνυση στην υπηρεσία και άσκησε πιέσεις στην κυβέρνηση Ομπάμα. Εν τέλει, στις 13 Μαρτίου, μετά από μήνες λόμπινγκ και διαπραγματεύσεων, η υπηρεσία ανακοίνωσε ότι θα επέτρεπε στην ΒΡ να συνεχίσει τις γεωτρήσεις, αρκεί να υπακούσει σε αυστηρότερες ρυθμίσεις.

Τα στελέχη της ΒΡ αντιμετώπισαν την ανακοίνωση ως μεγάλη επιτυχία που επέτρεψε στην εταιρεία να συνεχίσει την φρενήρη αναζήτηση νέων κοιτασμάτων στα νερά του Κόλπου. «Η σημερινή ανακοίνωση θα επιτρέψει στον μεγαλύτερο επενδυτή των ΗΠΑ να ανταγωνιστεί και πάλι για ομοσπονδιακά συμβόλαια και άδειες», δήλωσε ο πρόεδρος της ΒΡ Αμερικής, Τζον Μίνγκε. Οι αναλυτές του κλάδου του πετρελαίου προβλέπουν ότι η εταιρεία θα λάβει τώρα περισσότερες άδειες στον Κόλπο, εκτός από τις αρκετές που διαθέτει ήδη. «Με τη συμφωνία αυτή, είναι ρεαλιστικό να περιμένουμε ότι ο Κόλπος του Μεξικού θα είναι βασικό στοιχείο για τις δραστηριότητες της ΒΡ όχι μόνο αυτή την δεκαετία, αλλά και στις επόμενες», σχολίασε ο Στέφεν Σίμκο, αναλυτής πετρελαίου της Morningstar. Αξίζει να σημειωθεί ότι έξι ημέρες μετά την άρση της απαγόρευσης, η ΒΡ αφιέρωσε 42 εκατ. δολάρια για να αποκτήσει 24 νέες άδειες.

Κατά συνέπεια, το συμφέρον της ΒΡ είναι αρκετά σαφές, αλλά ποιο είναι το εθνικό συμφέρον σε όλα αυτά; Όντως, ο πρόεδρος Ομπάμα μπορεί να ισχυριστεί ότι οι αυξημένες εξορύξεις θα προσθέσουν μερικές εκατοντάδες χιλιάδες βαρέλια ανά ημέρα στην εγχώρια παραγωγή, συν μερικές χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας. Αλλά μπορεί όντως να καθησυχάσει τους απογόνους μας ότι κάνει ότι μπορεί για να μειώσει την απειλή της κλιματικής αλλαγής, όπως υποσχέθηκε στην πιο πρόσφατη ομιλία του προς το έθνος; Αν ήθελε έναν απλό και άμεσο τρόπο για να τηρήσει την δέσμευση αυτή, θα μπορούσε να αρχίσει ως εξής: Πολλοί άνθρωποι θυμούνται την ζημιά που προκάλεσε η καταστροφή του Deepwater Horizon και η αδιαφορία των στελεχών της ΒΡ προς πολλά από τα θύματα, οπότε η διατήρηση της απαγόρευσης για νέες άδειες με βάση περιβαλλοντικά κριτήρια, σίγουρα θα κέρδιζε την στήριξη της κοινής γνώμης. Το γεγονός ότι ο Ομπάμα επέλεξε να μην το κάνει υποδεικνύει μια περαιτέρω παράδοση στην δύναμη των συμφερόντων του πετρελαίου και του φυσικού αερίου και στις επιδράσεις του ανθρακικού ντελίριου.

2. Η προσπάθεια των ρεπουμπλικάνων να προωθήσουν την κατασκευή του αγωγού Keystone XL ως απάντηση στην ουκρανική κρίση.

Καθώς τα σχέδια της κυβέρνησης Ομπάμα να πιέσει τον Πούτιν εξάγοντας LNG στην Ευρώπη δεν περνούν το τεστ της αξιοπιστίας, μια αντίστοιχη ιδέα των ρεπουμπλικάνων να εξασφαλίσουν το πράσινο φως για τον αγωγό Keystone XL αγνοεί κάθε έννοια λογικής. Ο Keystone, όπως θα θυμόσαστε, σκοπεύει να μεταφέρει βαρύ πετρέλαιο από τις καναδικές πετρελαϊκές άμμους μέχρι τα διϋλιστήρια του Κόλπου του Μεξικού. Η κατασκευή του έχει εμποδιστεί από ανησυχίες ότι θα αποτελεί απειλή για το περιβάλλον στις περιοχές που θα περάσει και θα αυξήσει τις εκπομπές ρύπων.

Επειδή ο Keystone θα περνάει τα σύνορα, η κατασκευή του πρέπει να λάβει την έγκριση και του υπουργείου Εξωτερικών και του ίδιου του προέδρου. Οι ρεπουμπλικάνοι και οι συντηρητικοί υποστηρικτές τους έχουν στηρίξει εδώ και καιρό τον αγωγό ως απάντηση σε αυτό που θεωρούν ότι συνιστά περιβαλλοντικές εμμονές από την πλευρά της κυβέρνησης. Τώρα, εν μέσω της ουκρανικής κρίσης, ξαφνικά λένε ότι η κυβερνητική έγκριση θα αποτελούσε δείγμα της αμερικανικής αποφασιστικότητας απέναντι στις επιθετικές ενέργειες του Πούτιν στην Κριμαία και την Ουκρανία.

«Ο Πούτιν παίζει μακροπρόθεσμα και εκμεταλλεύεται έξυπνα κάθε άνοιγμα που βλέπει. Το ίδιο πρέπει να κάνουμε και εμείς», τόνισε η πρώην ΥπΕξ, Κοντολίζα Ράις σε πρόσφατο άρθρο της στην Washington Post. «Η έγκριση του Keystone XL και η ώθηση των εξαγωγών αερίου θα έστελναν το μήνυμα ότι αυτό ακριβώς σκοπεύουμε», ανέφερε.

Υπάρχει κανείς που να πιστεύει ότι ο Βλαδιμίρ Πούτιν θα επηρεαστεί από μια ανακοίνωση του Λευκού Οίκου που θα επιτρέπει την κατασκευή του αγωγού Keystone; Η κυβέρνηση του Πούτιν αντιμετωπίζει ήδη σημαντικές οικονομικές κυρώσεις και άλλα μέτρα και τίποτα από αυτά δεν τον έχει αποτρέψει από το να ακολουθεί αυτό που πιστεύει ότι είναι το εθνικό συμφέρον της Ρωσίας. Τότε λοιπόν, γιατί να συνυπολογίσει ότι οι ΗΠΑ θα εισάγουν περισσότερο πετρέλαιο από τον Καναδά και λιγότερο από το Μεξικό, τη Νιγηρία και τη Βενεζουέλα;

Επιπλέον, το να λέει κανείς ότι ο Keystone θα ενισχύσει με κάποιον τρόπο την αποφασιστικότητα του Ομπάμα, κάνοντας τον να υιοθετήσει αυστηρότερα μέτρα κατά της Μόσχας, είναι αυτό που λένε οι ψυχολόγοι «μαγικές σκέψεις». Αν ο Keystone μετέφερε οτιδήποτε άλλο εκτός από πετρέλαιο, τότε ο ισχυρισμός και μόνο ότι θα επηρέαζε την σκέψη του προέδρου όσον αφορά τη Ρωσία θα ήταν γελοίος. Είναι όμως τόσο μεγάλος ο σεβασμός μας για το πετρέλαιο, που επιτρέπουμε στον εαυτό μας να πιστεύει τέτοια θαύματα. Είναι και αυτό ένα δείγμα για το ανθρακικό ντελίριο .

3. Η υπόθεση των χαμένων 20 δις. δολαρίων

Τέλος, αναλογιστείτε τα χαμένα 20 δις. δολάρια πετρελαϊκών εσόδων από τα ταμεία της Νιγηρίας. Στη χώρα αυτή, όπου το μέσο ημερομίσθιο είναι λιγότερο από 2 δολάρια και εκατομμύρια ζουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, η απώλεια τόσο πολλών χρημάτων είναι αιτία σοβαρής ανησυχίας. Αν χρησιμοποιούνταν για την κοινωνία, αυτά τα 20 δις. θα παρείχαν μόρφωση και υπηρεσίες υγείας για εκατομμύρια, θα βοηθούσαν με την επιδημία του AIDS και θα ενίσχυαν την ανάπτυξη στις φτωχές αγροτικές περιοχές. Πιθανότατα όμως, τα περισσότερα από αυτά έχουν ήδη καταλήξει σε υπεράκτιους τραπεζικούς λογαριασμούς των Νιγηριανών αξιωματούχων.

Η απώλεια αποκαλύφθηκε για πρώτη φορά τον Φεβρουάριο, όταν ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας, Λαμίντο Σανούσι, δήλωσε στο κοινοβούλιο ότι η κρατική πετρελαϊκή ( NNPC) δεν μετέφερε τα κέρδη στα κρατικά ταμεία, όπως προβλέπει ο νόμος. Η Νιγηρία είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου της Αφρικής και τα έσοδα που της αναλογούν προβλέπεται να καταλήγουν στο κρατικό ταμείο. Με τις τιμές του πετρελαίου στα 100 δολάρια ανά βαρέλι, η Νιγηρία θα μπορούσε θεωρητικά να συσσωρεύσει δεκάδες δις. δολάρια κάθε χρόνο από τις εξαγωγές της. Ο Σανούσι απολύθηκε άμεσα από τον πρόεδρο Γκούντλακ Τζόναθαν επειδή ανακοίνωσε τα νέα ότι η NNPC παρείχε ιδιαίτερα χαμηλά έσοδα στην κεντρική τράπεζα, στερώντας από το κράτος βασικά εισοδήματα και απειλώντας την σταθερότητα του κρατικού νομίσματος. Η μόνη εξήγηση, όπως υπέδειξε, ήταν ότι τα στελέχη της εταιρείας «έτρωγαν» την διαφορά. «Μεγάλη ποσότητα χρημάτων χάθηκε», δήλωσε στους New York Times. «Δεν μιλούσα μονάχα για νούμερα. Τους έδειξε ότι ήταν απάτη».

Αν και το μέγεθος της απάτης είναι τρομερό, η ύπαρξή της δεν εκπλήσσει. Από τη στιγμή που η Νιγηρία άρχισε να παράγει πετρέλαιο 60 χρόνια πριν, μια μικρή ομάδα επιχειρήσεων και κυβερνητικών ολιγαρχών ελέγχει τα πετρελαϊκά έσοδα και τα χρησιμοποιεί για να αποκτήσει πολιτική μόχλευση και μεγάλη ιδιωτική περιουσία. Η NNPC υπήρξε ένα ιδιαίτερα γόνιμο έδαφος για την διαφθορά και η λειτουργία της είναι εν πολλοίς απρόσβλητη από τον δημόσιο έλεγχο, προσφέροντας πολλές ευκαιρίες για απάτες. Ο Σανούσι είναι μονάχα μια από τις πολλές ιστορίες καλών δημοσίων υπαλλήλων που προσπάθησαν να διερευνήσουν τα άδυτα της κλοπής. Μια αναφορά από το 2012 του επικεφαλής κατά της διαφθοράς, Νούχου Ριμπαντού, τόνισε ότι εξαφανίστηκαν 29 δις. δολάρια από την NNPC μεταξύ του 2001 και του 2011.

Εδώ, λοιπόν, έχουμε μια ακόμα εξίσου τρομακτική μορφή ανθρακικού ντελίριου: Μια εξάρτηση από τον παράνομο πετρελαϊκό πλούτο, τόσο έντονη, που θέτει σε κίνδυνο την ύπαρξη 175 εκατ. ανθρώπων. Ο πρόεδρος Τζόναθαν υποσχέθηκε τώρα να διερευνήσεις τις κατηγορίες του Σανούσι, αλλά δεν θεωρείται πιθανό ότι θα επιστρέψουν τα χαμένα 20 δις. στα κρατικά ταμεία.

Η ίαση της εξάρτησης

Αυτά τα παραδείγματα ανθρακικού ντελίριου υποδεικνύουν πόσο βαθιά εγγεγραμμένο είναι στον παγκόσμιο πολιτισμό. Στις ΗΠΑ, η εξάρτηση από τον άνθρακα είναι παρούσα σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας, αλλά η μεγαλύτερη παρατηρείται στους εταιρικούς και πολιτικούς κύκλους, όσο πιο ανεπτυγμένες είναι οι σχετικές διαδικασίες.

Η καθυστέρηση της κλιματικής αλλαγής θα γίνει εφικτή μόνο εάν αναγνωριστεί αυτή η πάθηση και εάν αντιμετωπισθεί και εξουδετερωθεί. Το να ξεπεράσει κανείς την εξάρτησή του από τις ναρκωτικές ουσίες δεν είναι ποτέ εύκολο και το ίδιο ισχύει για την εξάρτησή μας από τον άνθρακα. Όμως, όσο νωρίτερα αναγνωρίσουμε το κλιματικό ζήτημα ως πρόβλημα δημόσιας υγείας, όπως τα ναρκωτικά, τόσο πιο σύντομα θα μπορέσουμε να αναπτύξουμε αποτελεσματικές στρατηγικές για τις επιπτώσεις του. Αυτό σημαίνει, για παράδειγμα, την παροχή προγραμμάτων και κινήτρων για όσους θέλουν να περιορίσουν την εξάρτησή τους από το πετρέλαιο, καθώς και την επιβολή κυρώσεων σε όσους αντιστέκονται σε αυτή τη μετάβαση ή που υποστηρίζουν ενεργά την εξάρτηση.

Η από-επένδυση στις μετοχές των ορυκτών καυσίμων είναι σίγουρα ένας δραστικός τρόπος. Περιλαμβάνει την θυσία των εκτιμήσεων για μελλοντική ανταμοιβή από την κατοχή τέτοιων μετοχών, ενώ στερεί από τις εταιρείες ορυκτών καυσίμων τα επενδυτικά μας κεφάλαια και κατ’ επέκταση την συναίνεσή μας για τις δραστηριότητές τους.

Εν καιρώ, πάντως, πρέπει να επέλθει μια πιο εκτενής μορφή αποτοξίνωσης από τον άνθρακα. Όπως συμβαίνει με όλες τις εξαρτήσεις, το πρώτο και πιο κρίσιμο βήμα είναι να παραδεχτούμε ότι η εξάρτησή μας από τα ορυκτά καύσιμα έχει φτάσει ένα τόσο προχωρημένο στάδιο που αποτελεί άμεση απειλή για όλη την ανθρωπότητα. Αν είναι να έχουμε την οποιαδήποτε ελπίδα για να αντιστρέψουμε τις χειρότερες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, πρέπει να αναπτύξουμε ένα πρόγραμμα για παγκόσμια δράση κατά του άνθρακα και για επιβολή κυρώσεων σε όσους βοηθούν και εντείνουν την συνεχιζόμενη εξάρτησή μας.

(Ο Μάικλ Τ. Κλαρ είναι καθηγητής διεθνών και ειρηνευτικών σπουδών στο Κολέγιο Χάμπσαϊρ και συγγραφέας του βιβλίου « The Race for Whats Left»)