Η Ουκρανία φλέγεται και η Γερμανία έχει καταληφθεί από άγχος. Η Άγκελα Μέρκελ καλείται να κάνει μία επιλογή. Η Γερμανίδα καγκελάριος μιλούσε σοβαρά όταν είπε ότι η Ευρώπη δεν μπορεί πάλι να διασπαστεί σε σφαίρες επιρροής με επανασχεδιασμό των συνόρων που θα προκύψουν από παζάρια μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων; Ή μήπως η διστακτική απάντηση του Βερολίνου στη ρωσική επιθετικότητα στην Ουκρανία μας λέει πως τελικά η καγκελάριος είναι έτοιμη να δεχθεί επιστροφή στη γεωπολιτική της Γιάλτας;

Η Ουκρανία φλέγεται και η Γερμανία έχει καταληφθεί από άγχος. Η Άγκελα Μέρκελ καλείται να κάνει μία επιλογή. Η Γερμανίδα καγκελάριος μιλούσε σοβαρά όταν είπε ότι η Ευρώπη δεν μπορεί πάλι να διασπαστεί σε σφαίρες επιρροής με επανασχεδιασμό των συνόρων που θα προκύψουν από παζάρια μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων; Ή μήπως η διστακτική απάντηση του Βερολίνου στη ρωσική επιθετικότητα στην Ουκρανία μας λέει πως τελικά η καγκελάριος είναι έτοιμη να δεχθεί επιστροφή στη γεωπολιτική της Γιάλτας;

Πριν από λίγους μήνες, ο Γιοακίμ Γκάουκ ευγενικά επέπληξε του συμπατριώτες του για την αποτυχία του Βερολίνου να ρίξει το βάρος του στις διεθνείς σχέσεις. Ο πρόεδρος της χώρας είπε στο Munich Security Conference ότι η Γερμανία πρέπει να σταματήσει να κρύβεται πίσω από τις ενοχές της. Αντιθέτως, θα πρέπει να συνδυάσει την οικονομική της ισχύ με τη βούληση να αναλάβει ευθύνες για την προάσπιση της διεθνούς τάξης. Φαίνεται πως ο συγκεκριμένος έπιασε ένα πολιτικό ρεύμα. Ο Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγερ, ο σοσιαλδημοκράτης υπουργός Εξωτερικών στον κυβερνητικό συνασπισμό της Α. Μέρκελ, συμφώνησε λέγοντας ότι «η Γερμανία είναι πραγματικά πολύ μεγάλη για να κάθεται στο περιθώριο και να σχολιάζει τη διεθνή πολιτική».

Αυτά ειπώθηκαν τον Φεβρουάριο. Κανένας από τους δύο δεν μπορούσε τότε να φανταστεί ότι η πορεία της Ρωσίας στην Ουκρανία θα δοκίμαζε αυτές τις θέσεις. Αντιμέτωπο με την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Μόσχα και τις προσπάθειές της να μετατρέψει την υπόλοιπη Ουκρανία σε χρεοκοπημένο κράτος, το Βερολίνο έμαθε ότι σοβαρή εξωτερική πολιτική σημαίνει ότι πρέπει να επιβάλει τις πολιτικές που τόσο καιρό απέφευγε. Η ελίτ της χώρας μπορεί να αποδέχθηκε την επιβολή ήπιων κυρώσεων στη Ρωσία, όμως σύρθηκε να το κάνει με κλοτσιές και φωνές.

Η χριστιανοδημοκράτισσα Μέρκελ ακολουθεί πιο σκληρή γραμμή από τους εταίρους της στο SPD. Καθώς μεγάλωσε στην πρώην ανατολική κομουνιστική Γερμανία, η καγκελάριος έχει πιο καθαρή οπτική για τα κίνητρα και τις μεθόδους του Βλαντιμίρ Πούτιν, του πρώην αξιωματούχου της KGB, που έγινε πρόεδρος της Ρωσίας.

Ωστόσο, είναι πάντα προσεκτική και διστάζει να προχωρήσει σε μεγάλη απόσταση από το κατεστημένο του Βερολίνου. Όσο για τον Σταϊνμάγερ, έκανε μία αποφασιστική εξόρμηση προς το... περιθώριο.

Η Γερμανία ευδοκίμησε από τη θέση του θεατή. Ο Τζο Κάσερ, διευθύνων σύμβουλος της Siemens, μίλησε εξ ονόματος πολλών επιχειρηματιών όταν απέδωσε προσωπικά φόρο τιμής στον Β. Πούτιν, αφού ο ρωσικός στρατός είχε καταλάβει την Κριμαία. Από την πολιτική Αριστερά, πολλοί ακόμη επιθυμούν την Ostpolitik του Βίλι Μπραντ. Ο Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο πρώην καγκελάριος των σοσιαλδημοκρατών, πούλησε τον εαυτό του στην Gazprom και θεωρεί τον Πούτιν στενό φίλο. Ο Χέλμουτ Σμιτ εμφανίζει τον ίδιο λανθάνοντα αντιαμερικανισμό που κάποτε είχε ταράξει τη σχέση του με τον πρόεδρο Τζίμι Κάρτερ.

Η Α. Μέρκελ θα μπορούσε να διαχειριστεί ευκολότερα το επιχειρηματικό λόμπι εάν έπαιρνε κάποια θέση. Η γερμανική βιομηχανία έχει μεγάλα συμφέροντα στη Ρωσία, αλλά χρειάζεται επίσης και τις business στις ΗΠΑ. Εκτίμησή μου είναι ότι ο θαυμασμός του Τ. Κάσερ προς τον Πούτιν θα ξέφτιζε κάπως, εάν οι δυτικές κυρώσεις απειλούσαν περισσότερο τις κατά πολύ μεγαλύτερες πωλήσεις του ομίλου του στις ΗΠΑ. Ως προς την εξάρτηση της Γερμανίας από το ρωσικό φυσικό αέριο, η Μόσχα δεν θα αντέξει τη διακοπή της προσφοράς.

Για την καγκελάριο, το πιο δύσκολο θα είναι να διαχειριστεί τις αμφιβολίες και τις αμφισβητήσεις που έχουν ριζώσει στη γερμανική ιστορία, γεωγραφία και κουλτούρα - όπως τη ρομαντική άποψη της Ρωσίας όπου μέσω του Β. Πούτιν βλέπει κανείς τον Τολστόι και τον Ντοστογιέφσκι ή τα γεωγραφικά ένστικτα που επιβάλλουν ότι η Γερμανία δεν πρέπει να παίρνει θέση, αλλά να χαράσσει πορεία ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση και η βαθιά ενοχή για τις ρωσικές απώλειες κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όπως παρατηρεί ένας Γερμανός διπλωμάτης, οι ηγέτες της Ρωσίας πάντα κρίνονται ευνοϊκά από το Βερολίνο, έχοντας τη δυνατότητα να απαλλαγούν λόγω αμφιβολιών. Δεν ισχύει όμως, το ίδιο για τους προέδρους των ΗΠΑ. Η παρακολούθηση του τηλεφώνου της Α. Μέρκελ από την Αμερικανική Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας επιδείνωσε την κατάσταση.

Παρ' όλα αυτά, η γερμανική αμφιθυμία θέτει έναν γρίφο. Η επιτυχία της Γερμανίας οφείλεται στην ένταξή της στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. Η μεταπολεμική της αφοσίωση σε ένα διεθνές σύστημα που να βασίζεται σε κανόνες στηρίχθηκε κυρίως στην αμερικανική εγγύηση της γερμανικής ασφάλειας. Τίποτα δεν θα μπορούσε να απειλήσει περισσότερο  αυτήν την έννομη τάξη από το φλερτ του Β. Πούτιν με την πολιτική των μεγάλων δυνάμεων που ίσχυε τον 19ο και στις αρχές του 20ού αιώνα.

Κανείς δεν πρέπει να επιδιώξει την αντιπαράθεση με τον Β. Πούτιν. Εάν η διπλωματία μπορεί να αποκαταστήσει τη σταθερότητα και τη δημοκρατία στην Ουκρανία, τότε ακόμη και τα πιο σκληρά γεράκια θα πρέπει να χειροκροτήσουν. Οι Γερμανοί πολιτικοί μπορεί δικαίως να υποστηρίζουν ότι ορισμένες φορές η Δύση δεν είδε με ευαισθησία την τραγική αίσθηση απώλειας που βίωσε η Ρωσία. Μπορεί επίσης να συμβαίνει το ότι η Δύση δεν ενδιαφέρθηκε να τηρήσει τις υποσχέσεις που έδωσε στη Μόσχα στον απόηχο της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης - αν και έχω ακούσει πολλούς Ευρωπαίους και Αμερικανούς διπλωμάτες που το αμφισβητούν αυτό. Σε κάθε περίπτωση, η πιο έξυπνη τακτική πάντα είναι να βλέπεις από την οπτική της αντίθετης πλευράς.

Το πρόβλημα δημιουργείται όταν η κατανόηση γίνεται παράδοση - όταν οι γερμανικές ευαισθησίες επεκτείνονται τόσο ώστε να θεωρείται ότι η Δύση οφείλει στη Ρωσία ένα βέτο για τις επιλογές που έκαναν τα γειτονικά της κράτη και πως η Ουκρανία ανήκει στη σφαίρα επιρροής της Μόσχας. Σε αυτό το σημείο ο «σεβασμός» για τη Ρωσία μπερδεύεται με την περιφρόνηση για την ελευθερία των άλλων - οι πολίτες της Ουκρανίας στερούνται τη δυνατότητα επιλογών που έχουν οι Γερμανοί πολίτες. Αυτή η λογική θα επιτρέψει στον Πούτιν να προχωρήσει στη Βαλτική ή να ζητήσει από την Πολωνία να αποτίσει φόρο τιμής στη Μόσχα. Κι αυτά βεβαίως αντικρούουν τις αξίες που όρισαν τη μεταπολεμική Γερμανία.

Ο κ. Πούτιν χρησιμοποίησε στρατιωτική δύναμη και ψέματα για να διαλύσει την Ουκρανία. Η Γερμανία δεν είναι ο μεγαλύτερος ηττημένος από αυτήν την περιφρόνηση του διεθνούς δικαίου. Το 1945, στη Γιάλτα, που είναι θέρετρο της Κριμαίας, οι δυτικές δυνάμεις ουσιαστικά παραχώρησαν τον έλεγχο της Πολωνίας στη Σοβιετική Ένωση. Αυτό δημιούργησε το πλαίσιο για τη συνεπακόλουθη διαίρεση της Γερμανίας.

Αυτός είναι ο κόσμος που κατά την Ευρώπη -και τη Γερμανία- οπισθοδρόμησε με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Β. Πούτιν δεν έχει την ίδια άποψη. Η Α. Μέρκελ πρέπει να αποφασίσει.