Τι Αλλαγές Φέρνει ο Ευρωπαϊκός Εποπτικός Μηχανισμός από την ΕΚΤ

Τι Αλλαγές Φέρνει ο Ευρωπαϊκός Εποπτικός Μηχανισμός από την ΕΚΤ
του Χρήστου Βλ. Γκόρτσου, Καθηγητή Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Δευ, 10 Νοεμβρίου 2014 - 12:42
H έναρξη λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ) στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την 1η Ιανουαρίου 1999, δεν επέφερε καμία μεταβολή, επί της ουσίας, στο καθεστώς αδειοδότησης και μικρο-προληπτικής εποπτείας των πιστωτικών ιδρυμάτων που είχαν καταστατική έδρα στα κράτη - μέλη της Ευρωζώνης

H έναρξη λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ) στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την 1η Ιανουαρίου 1999, δεν επέφερε καμία μεταβολή, επί της ουσίας, στο καθεστώς αδειοδότησης και μικρο-προληπτικής εποπτείας των πιστωτικών ιδρυμάτων που είχαν καταστατική έδρα στα κράτη - μέλη της Ευρωζώνης.

Σε αντίθεση, λοιπόν, με όσα καθιερώθηκαν για τη χάραξη και εφαρμογή της ενιαίας νομισματικής (και συναλλαγματικής) πολιτικής στην Ευρωζώνη, η οποία εκχωρήθηκε σε υπερεθνικό επίπεδο, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (η ΕΚΤ) δεν ανοίχθηκε σε υπερεθνική εποπτική αρχή του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ή έστω ενός από τους τομείς του, καθώς οι σχετικές αρμοδιότητες παρέμειναν σε εθνικό επίπεδο.

Το καθεστώς αυτό άλλαξε άρδην από την προηγούμενη Τρίτη 4 Νοεμβρίου, καθώς τέθηκε σε λειτουργία ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός, ο οποίος αποτελεί έναν από τους τέσσερις πυλώνες της καλούμενης Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης. Ο Μηχανισμός αυτός αποτελείται από την ΕΚΤ, και τις Εθνικές Εποπτικές Αρχές των τραπεζών (είτε κεντρικές τράπεζες είτε ανεξάρτητες διοικητικές αρχές) των κρατών-μελών της Ευρωζώνης και όσων από τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ένωσης επιλέξουν να συμμετάσχουν. Στο πλαίσιο λειτουργίας του εν λόγω Μηχανισμού:

(α) Η ΕΚΤ ανέλαβε την άμεση προληπτική εποπτεία των 120 μεγαλύτερων τραπεζών (καθώς και των 1.104 θυγατρικών τους) που εδρεύουν στα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, μεταξύ των οποίων και των τεσσάρων ελληνικών συστημικά σημαντικών, σε σχέση με τα ειδικά καθήκοντα που της έχουν ανατεθεί.

(β) Η άμεση προληπτική εποπτεία των υπολοίπων (περίπου 3.500) τραπεζών θα συνεχίσει να ασκείται από τις Εθνικές Εποπτικές Αρχές (δηλαδή στη χώρα μας από την Τράπεζα της Ελλάδος), υπό τις Κατευθυντήριες Γραμμές και τις Οδηγίες, όμως, της ΕΚΤ.

Η ΕΚΤ δικαιούται επίσης, με δική της πρωτοβουλία να κρίνει ότι ένα πιστωτικό ίδρυμα είναι συστημικά σημαντικό, αν έχει ιδρύσει θυγατρικές σε περισσότερα από ένα κράτη-μέλη και οι διασυνοριακές απαιτήσεις και υποχρεώσεις του αποτελούν σημαντικό τμήμα του ισολογισμού του. Τέλος, εφόσον αυτό κρίνεται σκόπιμο για τη διασφάλιση της συνεπούς εφαρμογής υψηλής ποιότητας εποπτικών προτύπων, η ΕΚΤ θα έχει διαρκώς τη δυνατότητα υπαγωγής στην άμεση εποπτεία της, είτε με δική της πρωτοβουλία είτε μετά από αίτημα μιας εθνικής αρμόδιας αρχής, ενός ή περισσοτέρων πιστωτικών ιδρυμάτων.

Υπερεθνικό επίπεδο
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι προαναφερθείσες πρωτοβουλίες συνιστούν μια σημαντικότατη εξέλιξη στο πεδίο της ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς, και όχι μόνον, δεδομένου ότι η ανάθεση στην ΕΚΤ της αρμοδιότητας για τη μικρο-προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν στα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ αναμένεται να αμβλύνει σημαντικά τους δεσμούς που συνδέουν την επιρροή των κυβερνήσεων όλων των κρατών μελών της Ευρωζώνης στα πιστωτικά ιδρύματα. Επιπλέον, σύμφωνα με τις διατάξεις του βασικού Κανονισμού του Συμβουλίου που διέπει τη λειτουργία του Μηχανισμού, οι εξαγορές και συγχωνεύσεις επιχειρήσεων στον τραπεζικό τομέα θα τελούν υπό την τελική έγκριση της ΕΚΤ και όχι των εθνικών αρμοδίων αρχών. Υπό αυτές τις συνθήκες, η μορφολογία του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος των επομένων δεκαετιών θα καθοριστεί πλέον σε υπερεθνικό επίπεδο.

Η αναγωγή της ΕΚΤ σε εποπτική αρχή των πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν στην Ευρωζώνη, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, έχει θετικά στοιχεία. Η ΕΚΤ διαθέτει, χωρίς αμφιβολία, την απαραίτητη τεχνογνωσία για την άσκηση εποπτικών καθηκόντων στα πιστωτικά ιδρύματα της Ευρωζώνης, λαμβανομένης υπόψη, ιδίως τόσο της, αναμφισβήτητα, επιτυχούς συμβολής της στη διαχείριση της πρόσφατης διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης, όσο και της ουσιαστικής συμβολής της στην αντιμετώπιση της τρέχουσας δημοσιονομικής κρίσης στην Ευρωζώνη.

Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί ότι η ανάθεση (εν γένει) σε μια νομισματική αρχή εποπτικών αρμοδιοτήτων σχετικά με φορείς του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ιδίως δε σε σχέση με τα πιστωτικά ιδρύματα, εγείρει ζητήματα σύγκρουσης συμφερόντων, θέτοντας, εν προκειμένω, σε κρίση κατά πόσον η ΕΚΤ, ως νομισματική αρχή, θα είναι σε θέση να υπηρετεί με συνέπεια και αποτελεσματικά τον πρωταρχικό της στόχο, σύμφωνα με τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος συνίσταται στη διασφάλιση της σταθερότητας του επιπέδου των τιμών στην Ευρωζώνη.

Για τον λόγο αυτό, ο σχεδιασμός του θεσμικού, οργανωτικού και λειτουργικού πλαισίου για την άσκηση από την ΕΚΤ εποπτικών καθηκόντων στα πιστωτικά ιδρύματα της Ευρωζώνης, περιλαμβανομένων κυρίως των «σινικών τειχών», έγινε κατά τρόπο που το κύρος της ΕΚΤ ως θεσμικού οργάνου της Ε.Ε. να διασφαλιστεί πλήρως.

Αναμφισβήτητα μια νέα εποχή για την ΕΚΤ, το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα και τη θεσμική προώθηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης - όχι μόνον της οικονομικής, αλλά και οιονεί της πολιτικής.

(από www.imerisia.gr, 09/11/2014)