Η χώρα μας επί έξι χρόνια, παράλληλα με τη βαθύτατη οικονομική και κοινωνική
κρίση, βιώνει και μία μάχη με τον εαυτό της. Μία σύγκρουση μεταξύ των πρακτικών
που μας οδήγησαν στο χείλος του γκρεμού και των μεγάλων θυσιών που έχουμε κάνει
από κοινού, πολίτες και επιχειρήσεις, για να ορθοποδήσουμε και να προχωρήσουμε
μπροστά.
Η αγορά ηλεκτρισμού αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του εσωτερικού
διχασμού. Μία εν πολλοίς μονοπωλιακή αγορά, όπου η απελευθέρωση παραμένει κενό
γράμμα του νόμου τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Η ΔΕΗ, διαθέτοντας αποκλειστική
πρόσβαση στους φθηνούς ενεργειακούς πόρους (λιγνίτης, νερό), και προνομιακή
μεταχείριση από την Πολιτεία, σε όλα τα επίπεδα (από το αδειοδοτικό μέχρι την
αθέτηση των οικονομικών υποχρεώσεων προς ΑΔΜΗΕ και ΛΑΓΗΕ), αποκλείει κάθε
περιθώριο ανταγωνισμού, κατορθώνοντας να ελέγχει το 97% της προμήθειας
ηλεκτρισμού.
Η επιμονή της Ελλάδας να κρατά την αγορά ηλεκτρισμού κλειστή, παραβλέποντας
υποχρεώσεις που θέτει η ευρωπαϊκή οικογένεια στην οποία έχει επιλέξει να
ανήκει, έχει ως αποτέλεσμα να μην έχουν πραγματοποιηθεί μία σειρά από
μεταρρυθμίσεις και τομές, απαραίτητες για τον περιορισμό του ενεργειακού
κόστους.
Την ίδια ώρα, η Ευρωπαϊκή Ένωση αναγνωρίζει τον ανταγωνισμό ως βασικό όχημα
για την επίτευξη των στόχων της για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου,
ενίσχυση της ασφάλειας εφοδιασμού και μείωση του κόστους ενέργειας. Παράλληλα,
προωθεί ενεργά τη δημιουργία μίας ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς για την ενέργεια με
κοινούς κανόνες και οφέλη.
Είναι προφανές ότι απομακρυνόμαστε αντί να συγκλίνουμε.
Η ασφάλεια εφοδιασμού στη χώρα μας έχει γίνει πεδίο μικροπολιτικών
αντιπαραθέσεων. Αγνοώντας επιδεικτικά τις αυξημένες ενεργειακές ανάγκες που
απορρέουν από τη σταδιακή ανάκαμψη της οικονομίας, τη διασύνδεση των νησιών στο
ηπειρωτικό Σύστημα και την απόσυρση παλαιών λιγνιτικών μονάδων, βαφτίζουμε τη
συγκυριακή πτώση της κατανάλωσης ρεύματος ‘υπερεπάρκεια’.
Αχρηστεύουμε ιδιωτικές επενδύσεις 1,5 δις ευρώ σε σύγχρονες μονάδες
παραγωγής με καύσιμο το φυσικό αέριο, παραβλέποντας τις κοσμογονικές αλλαγές
που συντελούνται στην καθημερινή λειτουργία της αγοράς, λόγω της μεγάλης
διείσδυσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, και την απαίτηση για ευέλικτη ισχύ.
Ξορκίζουμε ως ‘επιδοτήσεις’ μηχανισμούς της αγοράς ηλεκτρισμού που ισχύουν
σε πληθώρα ευρωπαϊκών και αμερικανικών αγορών, όπως ο Μηχανισμός Ανάκτησης
Μεταβλητού Κόστους και ο Μηχανισμός Διασφάλισης Επαρκούς Ισχύος, αλλά επιτρέπουμε
κατ’ εξακολούθηση καταχρηστικές πρακτικές με την ανοχή των αρμοδίων,
αναγκάζοντας ιδιωτικές επιχειρήσεις να λειτουργούν καθημερινά επί ζημία
παρέχοντας ευστάθεια στο Σύστημα.
Δαιμονοποιούμε τους επενδυτές και απαρνούμαστε τις αποκρατικοποιήσεις,
εμποδίζοντας την εισροή κεφαλαίων που θα επέτρεπαν τη διασύνδεση των νησιών,
γεγονός που μας επιβαρύνει ετησίως με 720 εκατομμύρια ευρώ.
Προτιμούμε να πληρώνουμε ως καταναλωτές 380 εκατ. ευρώ το χρόνο μόνο για την
παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ακριβές πετρελαϊκές μονάδες στην Κρήτη, όταν
το συνολικό κόστος της διασύνδεσης υπολογίζεται στο 1 δις. ευρώ και θα μπορούσε
να αποσβεστεί σε μόλις 3 χρόνια.
Προασπίζουμε ως άλλη ιερή αγελάδα το κρατικό μονοπώλιο στον ηλεκτρισμό,
οδηγώντας τον οποιοδήποτε σοβαρό ανταγωνιστή σε ασφυξία, μέσω μίας σειράς
στρεβλώσεων.
Το 2015 δεν μπορεί να είναι ένα ακόμα έτος προσδοκιών και αθέτησης
ευρωπαϊκών δεσμεύσεων. Πρέπει να είναι η χρονιά που:
> Οι ιδιώτες ηλεκτροπαραγωγοί θα αποκτήσουν απευθείας πρόσβαση στους
εγχώριους, φθηνούς ενεργειακούς πόρους, δηλαδή το λιγνίτη και το νερό, αφού
μόνο με άμεσο έλεγχο της παραγωγής μπορούν να διαμορφωθούν πλήρως
καθετοποιημένες εταιρείες, οι οποίες θα μπορούν να ανταγωνιστούν επί ίσοις
όροις και να προσφέρουν φθηνότερη ενέργεια.
> Θα μειωθεί η φορολογία στα ενεργειακά προϊόντα.
> Θα διευθετηθεί το πρόβλημα της συνεχούς διόγκωσης των ελλειμμάτων των
κρατικών ΑΔΜΗΕ και ΛΑΓΗΕ προς τους ιδιώτες, που οδηγεί σε οικονομική ασφυξία
τους ανεξάρτητους παραγωγούς.
> Θα ολοκληρωθεί η προαναγγελθείσα αποκρατικοποίηση του ΑΔΜΗΕ,
προκειμένου να εισρεύσουν κεφάλαια που θα επιτρέψουν την υλοποίηση σημαντικών
επενδύσεων σε δίκτυα και υποδομές, όπως η διασύνδεση της Κρήτης.
> Θα γίνει εθνική προσπάθεια για μείωση της τιμής του φυσικού αερίου που
προμηθευόμαστε, ώστε να μειωθεί περαιτέρω το κόστος για την εθνική οικονομία.
> Η Ελλάδα θα διεκδικήσει την ανάδειξή της σε hub φυσικού αερίου του
Ευρωπαϊκού Νότου και θα προχωρήσει στη δημιουργία Χρηματιστηρίου Ενέργειας.