Η ποιότητα της Δημοκρατίας εξαρτάται από την ευθυκρισία των πολιτών και από την πνευματική και ηθική αξία της ηγεσίας. Οι πρόσφατες πολιτικές αντιπαραθέσεις για την προεδρική εκλογή ήταν τεστ για την ποιότητα της Ελληνικής Δημοκρατίας. Οι βουλευτές, δηλαδή η τύποις ηγεσία του έθνους, βρέθηκαν προσωπικά αντιμέτωποι με ισχυρές πιέσεις. Δεν έδωσαν όλοι δείγματα μεγάλης ευφυϊας ούτε υψηλού ηθικού αναστήματος. Επιβεβαίωσαν το διάχυτο αίσθημα αστοχίας, εντείνοντας την κρίση εμπιστοσύνης ανάμεσα στους πολιτικούς και τους πολίτες

Η ποιότητα της Δημοκρατίας εξαρτάται από την ευθυκρισία των πολιτών και από την πνευματική και ηθική αξία της ηγεσίας.

Οι πρόσφατες πολιτικές αντιπαραθέσεις για την προεδρική εκλογή ήταν τεστ για την ποιότητα της Ελληνικής Δημοκρατίας. Οι βουλευτές, δηλαδή η τύποις ηγεσία του έθνους, βρέθηκαν προσωπικά αντιμέτωποι με ισχυρές πιέσεις. Δεν έδωσαν όλοι δείγματα μεγάλης ευφυϊας ούτε υψηλού ηθικού αναστήματος. Επιβεβαίωσαν το διάχυτο αίσθημα αστοχίας, εντείνοντας την κρίση εμπιστοσύνης ανάμεσα στους πολιτικούς και τους πολίτες. Όμως, ούτε οι πολίτες πέρασαν επιτυχώς τις εξετάσεις. Ανέχθηκαν ή και επεκρότησαν θέσεις και απόψεις αντίθετες προς την στοιχειώδη λογική· έδειξαν να στερούνται και τις βασικές γνώσεις ως προς την λειτουργία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Ακρισία και άγνοια διαμόρφωσαν ένα υποτιθέμενο δημόσιο διάλογο ο οποίος δεν οδήγησε σε καμιά σύνθεση. Το θυμικό κατέλαβε τον χώρο του λόγου.

Οι συνθήκες αυτές έχουν παρασκευασθεί προ πολλού. Συνειδητή ή απόρροια ιδεολογικών και συνδικαλιστικών πιέσεων, η εκπαιδευτική πολιτική ευθύνεται και για την χαμηλή ποιότητα της δημοκρατίας μας. Από την Μεταπολίτευση, με κλιμακούμενο ρυθμό, έχουν εισαχθεί δύο νέες αρχές: χρησιμοθηρία και αντι-ελιτισμός. Η χρησιμοθηρία επέβαλε προσαρμογή της εκπαίδευσης στις ανάγκες της παραγωγής ή της αγοράς, «αριστερή» ή «δεξιά» εκδοχή αντιστοίχως. Απεδείχθη, όμως, ότι στον τάχιστα μεταβαλλόμενο κόσμο μας, ουδείς μπορεί να προβλέψει τις ανάγκες και τις τάσεις της οικονομίας, ώστε να προγραμματίσει αποτελεσματικά τις «τεχνογνωσίες». Η χρησιμοθηρία κατέλυσε την γενική παιδεία, παραμέρισε γνώσεις και πρακτικές οι οποίες διδάσκουν τον μέλλοντα πολίτη να διακρίνει ανάμεσα στο ορθό και το λάθος, το καλό και το κακό, το δίκαιο και το άδικο, το νόμιμο και το παράνομο· να αντλεί από την εμπειρία των παλαιοτέρων γενεών για να οικοδομεί το μέλλον.

Η μέγιστη αυτή αδυναμία θα μπορούσε εν μέρει να εξισορροπηθεί από μια άξια ηγετική τάξη. Όμως, η εκπαιδευτική πολιτική έθιξε και τους θεσμούς οι οποίοι στο παρελθόν προετοίμαζαν την εθνική ελίτ. Ο αντι-ελιτισμός, αριστερό σύνθημα, έκφραση μισαλλοδοξίας, εξεδίωξε την αξιοκρατική άμιλλα από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Στράφηκε, κυρίως, εναντίον όποιων ελληνικών ιδρυμάτων απευθύνονταν στους «έχοντας την σφραγίδα της δωρεάς», κατά τον χαρακτηρισμό του Γεωργίου Παπανδρέου το 1963. Τα πρότυπα σχολεία, ιδιωτικά και δημόσια, υποβαθμίστηκαν, καταργήθηκαν, αλώθηκαν από τον νεοπλουτισμό. Επιπόλαιες εκπαιδευτικές επιλογές, κατά κανόνα εισαγόμενες υπό την επίδραση παροδικών διεθνών συρμών, έπληξαν την εθνική παιδεία και διέβρωσαν «ανεπαισθήτως», πλην σαφώς, τα θεμέλια της δημοκρατικής λειτουργίας.

Στο σταθερό και έξωθεν καθοριζόμενο γεωπολιτικό περιβάλλον, τι χρειαζόταν η ορθοκρισία των πολιτών, εφ’όσον επί ψυχρού πολέμου οι Ηνωμένες Πολιτείες, μεταψυχροπολεμικά η Ευρωπαϊκή Ένωση σκέπτονταν ανθ’ημών; Αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στις αποτυχημένες επιχειρήσεις, οι συνέπειες από την υποβάθμιση της Παιδείας γίνονται αντιληπτές μετά τριακονταετία- μια γενεά. Αντί για πολίτες, στην Ελλάδα διαμορφώθηκαν καταναλωτές, προϊόντων και συνθημάτων.

Είναι, λοιπόν, η Ελληνική Δημοκρατία καταδικασμένη; Χωρίς κριτικό νου, χωρίς πολιτική και κοινωνική παιδεία, με κατεστραμμένες παραδόσεις, αξίες και ιστορικές αναφορές, προς τα πού κατευθύνεταιη κοινωνία; Όμως, η ελληνική κοινωνία μοιάζει να χαρακτηρίζεται από resilience. Όρος της Φυσικής Επιστήμης, resilience είναι η ικανότητα μιας οντότητας να λυγίζει χωρίς να σπάζει και, όταν η πίεση μειωθεί, να επανέρχεται στην αρχική της μορφή. Στην μεταφορική της εκδοχή, έχει αρχίσει να απασχολεί την κοινωνική έρευνα.

Πίσω από την επιφάνεια της σήψης και της παρακμής, η ελληνική κοινωνία διαθέτει αποθέματα επιβίωσης και προσαρμογής- το απέδειξε η πενταετής οικονομική κρίση. Σήμερα, το κέντρο βάρους του εθνικού μας βίου από την οικονομία μετατίθεται προς την πολιτική. Η τρέχουσα πολιτική περιπέτεια οφείλει να μας φρονηματίσει ως προς την σπουδαιότητα και το νόημα της Παιδείας. Στον δύσκολο ανταγωνιστικό μας κόσμο, η πολιτική οργάνωση και συνοχή μάς εξασφαλίζει πολύ περισσότερο από όσο οι, με ημερομηνία λήξεως, τεχνικές γνώσεις. Στην εθνική εκπαίδευση, ο αποτυχημένος οικονομισμός και τα ψευδώνυμα ιδεολογήματα περί ισότητας πρέπει να αντικατασταθούν από τις δοκιμασμένες δημοκρατικές και πολιτικές αξίες.


* Ο κ. Γ. Σ. Πρεβελάκης είναι Καθηγητής Γεωπολιτικής στην Σορβόννη και Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδος στον ΟΟΣΑ

(από την εφημερίδα "ΕΣΤΙΑ")