Ενα ξεκάθαρο μήνυμα προέκυψε από τη διαπραγμάτευση της Αθήνας με την Ευρωζώνη: Οι κρίσιμες και αποφασιστικές διαβουλεύσεις, είτε στο πλαίσιο των 28 της ΕΕ είτε σε αυτό των 19 της ΟΝΕ, είναι μια κλασική διακρατική διαπραγμάτευση με συμμάχους, ερείσματα, που μικροί και μεγάλοι καταλαβαίνουν ότι η θεσμική ισότητα δεν αλλάζει επί της ουσίας τους νόμους των συσχετισμών ισχύος

Ενα ξεκάθαρο μήνυμα προέκυψε από τη διαπραγμάτευση της Αθήνας με την Ευρωζώνη: Οι κρίσιμες και αποφασιστικές διαβουλεύσεις, είτε στο πλαίσιο των 28 της ΕΕ είτε σε αυτό των 19 της ΟΝΕ, είναι μια κλασική διακρατική διαπραγμάτευση με συμμάχους, ερείσματα, που μικροί και μεγάλοι καταλαβαίνουν ότι η θεσμική ισότητα δεν αλλάζει επί της ουσίας τους νόμους των συσχετισμών ισχύος. Οι Ευρωπαϊκοί Θεσμοί, η Επιτροπή, το Συμβούλιο και η ΕΚΤ δεν συνυπάρχουν με τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών σε μια υβριδική μορφή εξελικτικής ενοποίησης όπου συγκατοικούν η κοινοτική-υπερεθνική και η διακριτική συνιστώσα όπως το προέβλεπε στο Σχέδιο της Συνταγματικής Συνθήκης που ολοκληρώθηκε την άνοιξη του 2003 και ναυάγησε άδοξα καθώς απερρίφθη στα δημοψηφίσματα της Γαλλίας και της Ολλανδίας δύο χρόνια αργότερα την άνοιξη του 2005.

Οι Ευρωπαϊκοί Θεσμοί, παρά την ενίσχυσή τους από τη Συνθήκη της Λισαβόνας, κινήθηκαν σαν διεθνείς οργανισμοί που μεσολαβούν σε μια διακρατική κρίση, αυτή την εικόνα έδωσαν σε διαφορετικό βαθμό ο Γιούνκερ και ο Ντράγκι και παρ' ολίγον να χρειασθεί να δώσει και ο Τουσκ σε περίπτωση που θα φθάναμε σε έκτακτη Σύνοδο Κορυφής αν δεν βρισκόταν συμφωνία στο Eurogroup της Παρασκευής.

Με άλλα λόγια, η μετεκλογική διαπραγμάτευση της Αθήνας με την Ευρωζώνη ανέδειξε όχι ένα υβριδικό κοινοτικό-διακρατικό πλαίσιο στην ΕΕ με εξελικτική δυναμική προς την πολιτική ενοποίηση, αλλά ένα μπλοκαρισμένο σύστημα ισορροπιών καθώς η ισχυρότερη χώρα της Γηραιάς Ηπείρου, η Γερμανία, δεν θέλει να κάνει σε κανένα επίπεδο μη αντιστρέψιμο βήμα απεμπόλησης της εθνικής κυριαρχίας. Δυστυχώς η Ιστορία μοιάζει να επαναλαμβάνεται για μια ακόμη φορά: Οταν η Γερμανία ενοποιήθηκε υπό την ηγεσία της Πρωσίας το 1870-71 απείχε πολύ από το να είναι Ομοσπονδία, καθώς ο Μπίσμαρκ από το Βερολίνο ήθελε ενοποίηση μόνον υπό πρωσικούς όρους και προϋποθέσεις.

Η Γερμανία από το 1871 μέχρι και το 1918 λειτούργησε περισσότερο ως ένα πλαίσιο με δεδομένη την υπεροχή της Πρωσίας παρά ως ενιαίο κράτος. Τα παραπάνω σκιάσθηκαν από το γεγονός, δηλαδή, ότι ο καγκελάριος της Πρωσίας ήταν ταυτόχρονα και καγκελάριος της Ενιαίας Γερμανίας. Εδώ σταματούν οι παραλληλισμοί γιατί σε ό,τι αφορά τη Γερμανία μετά το 1870 υπήρχε το κοινό εθνικό, γλωσσικό και πολιτισμικό υπόβαθρο που παρήγαγε την κοινή πολιτική ταυτότητα που δεν υπάρχει στην ΕΕ των 28 αλλά ούτε στην ΟΝΕ των 19.

(από την εφημερίδα "ΈΘΝΟΣ", 25/02/2015)