Φόβοι για την ασφάλεια της προσφοράς και ακόρεστη «δίψα» για ενέργεια διεθνώς: αυτοί, σύμφωνα με τους αναλυτές, είναι οι παράγοντες που θα πυροδοτήσουν και φέτος άνοδο των τιμών του «μαύρου χρυσού», σε επίπεδα προφανώς υψηλότερα από τα περυσινά. Με τη χρονιά να αρχίζει, αν μη τι άλλο, «επεισοδιακά» - την πολιτικο-εμπορική ρωσοουκρανική κρίση με επίκεντρο το φυσικό αέριο διαδέχθηκε η κλιμακούμενη ένταση στις σχέσεις της Δύσης με το Ιράν για το πυρηνικό πρόγραμμα του τελευταίου, αλλά και οι επιθέσεις στις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις της Νιγηρίας - μόνο εφησυχασμός δεν θα μπορούσε να επικρατήσει στις αγορές. Οι αναλυτές επισημαίνουν τρεις βασικούς λόγους για την περαιτέρω άνοδο των τιμών: Τη στενότητα στη φυσική αγορά, σε επίπεδο τόσο διάθεσης όσο και παραγωγής αργού. Την εισροή δισεκατομμυρίων δολαρίων στις ενεργειακές αγορές από επενδυτικά κεφάλαια, που προεξοφλούν διατήρηση των ευνοϊκών για τις τοποθετήσεις τους συνθηκών τα επόμενα χρόνια. Και τη γεωπολιτική αβεβαιότητα. Τρεις λόγοι που ίσχυσαν το 2005 και, όπως όλα δείχνουν, «δεν πρόκειται να αλλάξουν ούτε το 2006». Υπάρχει, ωστόσο, και τέταρτος λόγος, που δεν είναι άλλος από την αντοχή της διεθνούς οικονομίας στη διετή άνοδο των τιμών. Οι υψηλές τιμές φαίνεται πως απορροφούνται στις μεγάλες οικονομίες, όπως των ΗΠΑ, της Κίνας, της Ιαπωνίας και της Ευρώπης, αφήνοντας μόνο τις αναπτυσσόμενες χώρες που καλύπτουν τις ενεργειακές ανάγκες τους με εισαγωγές να υφίστανται τις συνέπειες. Η ισχυρή ανάπτυξη που προβλέπεται και για φέτος, σε συνδυασμό με τους προαναφερθέντες παράγοντες και την ελλιπή προετοιμασία του κόσμου να αντιμετωπίσει κάποιο σημαντικό πρόβλημα στην πετρελαϊκή προσφορά, δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας για την περαιτέρω άνοδο των τιμών. Μόλις χθες, η επενδυτική τράπεζα Goldman Sachs αναθεώρησε προς τα πάνω τις προβλέψεις της, κάνοντας λόγο για διαμόρφωση των τιμών έως και άνω των 70 δολαρίων το βαρέλι, και μάλιστα πολύ πριν από το τέταρτο τρίμηνο. Την τιμή αυτή ανέμενε αρχικά για τα τέλη του έτους λόγω της ισχυρής ζήτησης. Δεδομένων, όμως, των εξελίξεων στη Νιγηρία και το Ιράν, κρίνει πως «αυξάνεται ο βραχυπρόθεσμος κίνδυνος» να φθάσουν οι τιμές σε αυτά τα επίπεδα «πολύ νωρίτερα». (Καθημερινή, 20/1/06)