Τώρα που αρχίζει να κατακάθεται η σκόνη, η ελληνική κρίση μπορεί να θεωρηθεί μια αξιοσημείωτη πράξη αυτοθυσίας μιας κυβέρνησης που υποτίμησε την οικονομική πραγματικότητα. Ενώ η Αθήνα μετέτρεπε μια οικονομία με προβλεπόμενο ρυθμό ανάπτυξης 2,7% φέτος σε μια οικονομία με τεράστιες δυσκολίες που έχει επιστρέψει σε ύφεση, η δυναμική της ανάκαμψης στην υπόλοιπη Ευρωζώνη αυξάνεται

Τώρα που αρχίζει να κατακάθεται η σκόνη, η ελληνική κρίση μπορεί να θεωρηθεί μια αξιοσημείωτη πράξη αυτοθυσίας μιας κυβέρνησης που υποτίμησε την οικονομική πραγματικότητα. Ενώ η Αθήνα μετέτρεπε μια οικονομία με προβλεπόμενο ρυθμό ανάπτυξης 2,7% φέτος σε μια οικονομία με τεράστιες δυσκολίες που έχει επιστρέψει σε ύφεση, η δυναμική της ανάκαμψης στην υπόλοιπη Ευρωζώνη αυξάνεται. Η Ιρλανδία αναπτύσσεται με ετησιοποιημένο ρυθμό άνω του 5%, ενώ η ισπανική κυβέρνηση προβλέπει τώρα ανάπτυξη 3,3% για φέτος. Οι επιδόσεις άλλων χωρών μπορεί να μην είναι τόσο εντυπωσιακές, όμως η ανάκαμψη ξεκάθαρα ανεβάζει ταχύτητα, ακόμα και στην Ιταλία και τη Γαλλία.

Η ελληνική κρίση δεν επισκίασε μόνο τις θετικές οικονομικές ειδήσεις στην υπόλοιπη Ευρωζώνη, αλλά και τις πιο ανησυχητικές εξελίξεις τις αναδυόμενες αγορές, οι οποίες φέτος κατά την HSBC πιθανότατα θα εμφανίσουν τους βραδύτερους ρυθμούς ανάπτυξης και θα βιώσουν την πρώτη χρονιά μείωσης των εξαγωγών τους από το 2009, έχοντας πληγεί από την πτώση των τιμών των εμπορευμάτων και την επιβράδυνση στην Κίνα. Ο δείκτης MSCI των αναδυόμενων αγορών έχει υποχωρήσει κατά 13,4% από την αρχή του έτους και αναμένεται να κινηθεί πτωτικά για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά, ενώ ο δείκτης νομισμάτων αναδυόμενων αγορών της Goldman Sachs έχει καταγράψει πτώση σχεδόν 25% έναντι του δολαρίου.

Κεντρικό ρόλο σ' αυτή την πτώση των αναδυόμενων αγορών διαδραματίζει η πρωτοφανής αδυναμία του παγκόσμιου εμπορίου που αναπτύσσεται με βραδύτερο ρυθμό σε σχέση με την παγκόσμια παραγωγή τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Εκτός από μια βραχεία ανάκαμψη το 2010, οι όγκοι του εμπορίου από την αρχή της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης έχουν μειωθεί σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από αυτά της δεκαετίας του 1990 και των αρχών της δεκαετίας του 2000.

Την ίδια στιγμή, εξασθενεί η ώθηση που έδινε το εμπόριο στην παγκόσμια οικονομία. Ο αντίκτυπος μιας εμπορικής συναλλαγής αξίας ενός δολαρίου σήμερα στο παγκόσμιο ΑΕΠ είναι πάνω από 50% μικρότερος σε σχέση με την περίοδο 1986-2000, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Για τις οικονομίες των αναδυόμενων αγορών, που ιστορικά εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εξαγωγές, αυτό αποτελεί τεράστια πρόκληση.

Είναι επίσης ξεκάθαρο πως η αδυναμία του εμπορίου αντανακλά τις δομικές αλλαγές στην παγκόσμια οικονομία, λένε οι αναλυτές της UBS A.Cave και B. Baweja. Σε αυτές περιλαμβάνεται η στροφή του μοντέλου ανάπτυξης της Κίνας από τη βιομηχανία και την κατασκευή προς τις υπηρεσίες, η «αποπαγκοσμιοποίηση» του χρηματοπιστωτικού κλάδου, η επίπτωση των νέων τεχνολογιών -σε τομείς όπως για παράδειγμα το computing και η εξόρυξη σχιστολιθικού αερίου, η αύξηση του προστατευτισμού που αντανακλάται στη μικρή πρόοδο στις διαπραγματεύσεις για την απελευθέρωση του εμπορίου μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε. και τα υψηλά επίπεδα χρέους σε πολλές αναπτυγμένες οικονομίες που λειτουργούν ως βαρίδι για τη ζήτηση.

Αυτή η διαρθρωτική αλλαγή στο μοτίβο του παγκόσμιου εμπορίου έχει βαθύτατες επιπτώσεις για τα οικονομικά μοντέλα πολλών αναδυόμενων αγορών. Το εμπόριο υπήρξε μία από τις βασικές «μηχανές»για την αύξηση του βιοτικού επιπέδου. Στο παρελθόν, οι χώρες αυτές μπορούσαν να βασιστούν στις συναλλαγματικές υποτιμήσεις για να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητά τους και να βγουν από το τέλμα οι οικονομίες τους. Αυτή τη φορά όμως, τα πράγματα μπορεί να είναι διαφορετικά. Ίσως να μην υπάρχει πλέον η ζήτηση γι' αυτά που παράγουν.

Πώς μπορούν να αντιστρέψουν αυτή την τάση οι αναδυόμενες αγορές; Η απάντηση είναι η ίδια με αυτήν για τις χώρες που βρέθηκαν στο επίκεντρο της κρίσης της Ευρωζώνης: πρέπει να προχωρήσουν σε ευρείες μεταρρυθμίσεις -των αγορών προϊόντων και εργασίας, των θεσμών και της διακυβέρνησης- να αλλάξουν τα οικονομικά τους μοντέλα, να τονώσουν την παραγωγικότητα και να προσελκύσουν νέες επενδύσεις.

Μέχρι τώρα ελάχιστες αναδυόμενες αγορές φαίνεται να ανταποκρίνονται στην πρόκληση αυτή, με ορισμένες εξαιρέσεις όπως η Ινδία, η Πολωνία και το Μεξικό. Οι κρίσεις στις χώρες που αποτυγχάνουν να μεταρρυθμιστούν, είναι πιο πιθανό να ξεδιπλωθούν σε αργή κίνηση. Η Ελλάδα είναι μια περίπτωση που δεν αποτελεί προειδοποίηση μόνο για την Ευρωζώνη, αλλά και για τον υπόλοιπο κόσμο.

(Ημερησία, 07/08/2015)