ΑΔΙ, ΝΟΜΕ και Κατάργηση του ΕΦΚ στο Φυσικό Αέριο Αλλάζουν το Τοπίο στην Αγορά Ηλεκτρισμού

ΑΔΙ, ΝΟΜΕ και Κατάργηση του ΕΦΚ στο Φυσικό Αέριο Αλλάζουν το Τοπίο στην Αγορά Ηλεκτρισμού
του Γιώργου Κωστούλα
Παρ, 20 Μαΐου 2016 - 08:11
Συγκρατημένη αισιοδοξία επικρατεί στον χώρο των ανεξάρτητων ηλεκτροπαραγωγών για την ενίσχυση του ανταγωνισμού στην αγορά μετά τις ρυθμίσεις για την κατάργηση του ΕΦΚ στο φυσικό αέριο, τα μεταβατικά ΑΔΙ και τις δημοπρασίες τύπου ΝΟΜΕ. Ποιο είναι το όφελος από την αποζημίωση ευελιξίας, αλλάζουν οι όροι του παιχνιδιού και στη λιανική αγορά ηλεκτρισμού προς όφελος των καταναλωτών
Συγκρατημένη αισιοδοξία επικρατεί στον χώρο των ανεξάρτητων ηλεκτροπαραγωγών για την ενίσχυση του ανταγωνισμού στην αγορά μετά τις ρυθμίσεις για την κατάργηση του ΕΦΚ στο φυσικό αέριο, τα λεγόμενα προσωρινά ΑΔΙ και τις δημοπρασίες τύπου ΝΟΜΕ, που περιλαμβάνονται στο πολυνομοσχέδιο που κατατέθηκε αργά το βράδυ της Τετάρτης στη Βουλή και αναμένεται να ψηφισθεί μέχρι την Κυριακή.

Η ικανοποίηση είναι συγκρατημένη, καθώς πρόκειται για αλλαγές που θα έπρεπε να είχαν εφαρμοστεί... χθες και οι καθυστερήσεις το μόνο που πέτυχαν είναι να επιβαρύνουν περισσότερο τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής και μάλιστα σε μία περίοδο που οι χαμηλές τιμές του φυσικού αερίου προσφέρουν περιθώρια για ιδιαίτερα ανταγωνιστικές προσφορές στα τιμολόγια λιανικής, ενώ ταυτόχρονα ωθούν αρκετά χαμηλότερα τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρεμπορική αγορά (ΟΤΣ - Οριακή Τιμή Συστήματος).

Ο ΕΦΚ φυσικού αερίου δεν συνυπολογιζόταν στις προσφορές των μονάδων στην προημερήσια αγορά, αλλά σαφώς επιβάρυνε την τιμή του καυσίμου. Τώρα, πλέον, υπάρχει η δυνατότητα για ακόμα χαμηλότερες προσφορές, κάτι που θα ευνοήσει και τους τελικούς καταναλωτές, στο βαθμό βεβαίως που υπάρχει σύνδεση των τιμών χονδρικής-λιανικής.

Η εμπειρία πάντως, τουλάχιστον των έξι τελευταίων μηνών, αποδεικνύει ότι όχι μόνο η η σύζευξη είναι υπαρκτή, αλλά, ειδικά στα επαγγελματικά τιμολόγια, η πτώση των τιμολογίων των εναλλακτικών προμηθευτών είναι η ίδια περίπου με το ποσοστό πτώσης της ΟΤΣ (περί το 20% κατά μέσο όρο).

Σε ό,τι αφορά τις ρυθμίσεις του πολυνομοσχεδίου, επισημαίνεται ότι το ύψος του προσωρινού μηχανισμού αποζημίωσης ευελιξίας και συνεπώς τα οφέλη των ανεξάρτητων παραγωγών (όπως και της ΔΕΗ άλλωστε) είναι αρκετά χαμηλότερα σε σύγκριση με το παρελθόν, ενώ θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η παροχή ευελιξίας δεν αμειβόταν από τα τέλη του 2014.

Όλο αυτό το διάστημα οι μονάδες καύσης φυσικού αερίου αύξησαν σημαντικά την παραγωγή τους και συνεπώς το μερίδιο τους στο εγχώριο ενεργειακό μίγμα, ενώ μειώθηκε αισθητά το μερίδιο των λιγνιτικών μονάδων, τάση που αναμένεται να συνεχισθεί και τα επόμενα χρόνια σε ένα περιβάλλον αυξημένης διείσδυσης των ΑΠΕ, όπως άλλωστε συμβαίνει και σε διεθνή κλίμακα.

Πάντως, η απόφαση της κυβέρνησης να καταργήσει τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στο φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται στην ηλεκτροπαραγωγή είναι αναμφίβολα, όπως αναγνωρίζεται από το σύνολο της αγοράς, ένα βήμα προς τη θετική κατεύθυνση.

Πρέπει, βεβαίως, να σημειωθεί ότι πρόκειται για ένα πάγιο αίτημα της αγοράς εδώ και πολλά χρόνια, το οποίο στηρίζεται στη σχετική κοινοτική οδηγία. Απ' αυτή την άποψη, η προώθηση της συγκεκριμένης ρύθμισης από την πλευρά της κυβέρνησης είναι ένα μέτρο εναρμόνισης της εθνικής νομοθεσίας με τα ευρωπαϊκά δεδομένα και όχι απλώς μία απόφαση για την ελάφρυνση του κόστους παραγωγής.

Τα έσοδα από τον μηχανισμό ευελιξίας

Σε ό,τι αφορά τον προσωρινό μηχανισμό αποζημίωσης ευελιξίας (δηλαδή τα λεγόμενα προσωρινά Αποδεικτικά Διαθεσιμότητας Ισχύος), όπως ορίζεται στο πολυνομοσχέδιο, θα διαρκέσει το ανώτερο για 12 μήνες, μέχρι να εφαρμοστεί στην αγορά ο μόνιμος μηχανισμός. Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με το τρίτο Μνημόνιο, η κυβέρνηση πρέπει να προκοινοποιήσει στην αρμόδια Διεύθυνση της Κομισιόν (DG Competition) τις ρυθμίσεις για τον μόνιμο μηχανισμό ως τον Ιούνιο.

Με τη ρύθμιση για τον μεταβατικό μηχανισμό ένα ...σήριαλ που διάρκεσε 18 μήνες φτάνει στο τέλος του. Το ζητούμενο τώρα για την αγορά είναι η εφαρμογή του, ώστε να διαπιστωθεί στην πράξη ότι θα ενσωματώσει τα όσα προβλέπει η σχετική κοινοτική νομοθεσία.

Η τιμή διαμορφώνεται σε 45.000 ευρώ/MW ετησίως, αρκετά χαμηλότερα (50% περίπου) δηλαδή σε σχέση με το παρελθόν και το συνολικό ποσό που θα διατεθεί ανέρχεται σε 225 εκατ. ευρώ. Επίσης, η αμοιβή δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 15 εκατομμύρια ευρώ ετησίως για κάθε μονάδα. Ωστόσο, παρ' όλα αυτά, επισημαίνεται ότι η τιμή εξασφαλίζει την ευελιξία που παρέχουν οι μονάδες.

Δεδομένου ότι η τιμή των προσωρινών ΑΔΙ θα διαμορφωνόταν στις αρχές του 2015 στα ίδια επίπεδα με αυτά που ορίζουν οι σχετικές διατάξεις στο πολυνομοσχέδιο και ότι δεν χορηγήθηκαν για 16 μήνες (η εφαρμογή του μεταβατικού μηχανισμού ξεκινά από 1ης Μαΐου), τα απωλεσθέντα έσοδα υπολογίζονται σε 234 εκατ. ευρώ.

Αν υποθέσουμε ότι ο μεταβατικός μηχανισμός θα εφαρμοσθεί για 12 μήνες, όσο δηλαδή είναι το ανώτερο όριο, τότε εκτιμάται ότι τα 2/3 της συνολικής αποζημίωσης (περί τα 150 εκατ. ευρώ) θα τα εισπράξει η ΔΕΗ (οι μονάδες υδροηλεκτρικών και φυσικού αερίου) και τα υπόλοιπα 75 εκατομμύρια οι μονάδες ΦΑ των ανεξάρτητων παραγωγών.

Μέχρι το τέλος του 2014 (όπου ουσιαστικά αποζημιωνόταν και η επάρκεια ισχύος και όχι μόνο η ευελιξία, κάτι που πλέον δεν ισχύει στο νέο μεταβατικό μηχανισμό) ελάμβαναν ΑΔΙ και μονάδες (λιγνιτικές) που έχουν αποσβεστεί εδώ και πολλές δεκαετίες. 

Το 2014, το συνολικό ποσό που είχε χορηγηθεί ήταν 570 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 3/4 (400 εκατομμύρια) είχαν πάει στη ΔΕΗ (για παροχή επάρκειας) και το υπόλοιπο 1/4 (170 εκατ. ευρώ) στις μονάδες ΦΑ των ανεξάρτητων ηλεκτροπαραγωγών (για παροχή ευελιξίας).

Στο νέο μόνιμο μηχανισμό αποζημίωσης η τιμή δεν θα καθορίζεται διοικητικά, αλλά μέσω δημοπρασιών (auction-based), συνεπώς θα υπάρχει περαιτέρω ενίσχυση του ανταγωνισμού. 

Σε αυτό το σημείο πρέπει να αναφερθεί ότι αν και οι όλοι οι παράγοντες της αγοράς ηλεκτρισμού δηλώνουν ότι επιθυμούν αυτές οι δημοπρασίες να είναι ανοικτές σε όλες τις τεχνολογίες, καθώς και στη διασυνοριακή συμμετοχή (cross-border participation), αυτό δεν θεωρείται εφικτό, με τα σημερινά δεδομένα τουλάχιστον, καθώς στην πρώτη περίπτωση πρέπει να διασφαλισθεί ότι οι μονάδες θα μπορούν πράγματι να προσφέρουν υπηρεσίες ευελιξίας, ενώ στη δεύτερη απαιτείται η ομαλή συνεργασία των διαχειριστών των συστημάτων μεταφοράς Η/Ε.

Η συζήτηση αυτή είναι σε εξέλιξη σε όλη την Ευρώπη, όπου σχεδόν σε κάθε χώρα επικρατεί και διαφορετικό καθεστώς. Τόσο η Κομισιόν, όσο και οι ρυθμιστικές αρχές, επικροτούν την προώθηση του ανταγωνισμού, ταυτόχρονα όμως αναγνωρίζουν και το δικαίωμα να υπάρχουν και εθνικές προστατευτικές δικλείδες, με βάση και τα ζητήματα ενεργειακής ασφάλειας.

ΝΟΜΕ: Ικανοποίηση για τις ποσότητες, ερωτηματικό η τιμή εκκίνησης

Ικανοποίηση επικρατεί στην αγορά και για τις δημοπρασίες τύπου ΝΟΜΕ, αν και η επιτυχία των δημοπρασιών ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνιτικές και υδροηλεκτρικές μονάδες της ΔΕΗ θα εξαρτηθεί από την τιμή εκκίνησης και αν αυτή θα είναι ανταγωνιστική σε σχέση με την χονδρική τιμή (Οριακή Τιμή Συστήματος).

Το γεγονός ότι συμπεριλαμβάνονται και τα υδροηλεκτρικά (κάτι που δεν ήταν δεδομένο από την αρχή) δημιουργεί ένα ανταγωνιστικό μείγμα Η/Ε, ενώ και οι ποσότητες που θα διατίθενται στις δημοπρασίες εκτιμάται ότι είναι ικανοποιητικές. 

Ως θετική κρίνεται επίσης και η πρόβλεψη για αναπροσαρμογή προς τα πάνω των δημοπρατηθέντων ποσοτήτων στις περιπτώσεις που υπάρχει απόκλιση του μεριδίου της ΔΕΗ στην αγορά προμήθειας, αν και ασφαλώς υπάρχουν και «φυσικές δυνατότητες», καθώς δεν είναι δεδομένο αν θα συνεχισθεί με τους ρυθμούς των τελευταίων μηνών, για πόσο διάστημα και μέχρι ποιο βαθμό η στροφή των καταναλωτών προς τους εναλλακτικούς προμηθευτές. 

Αυτό που αναμένει τώρα η αγορά είναι οι ρυθμίσεις για την εναρμόνιση με τον ευρωπαϊκό μοντέλο-στόχο (Target Model). 

Με τη λειτουργία των νέων αγορών, όπως η προθεσμιακή, η ενδοημερήσια και η αγορά εξισορρόπησης, εφόσον υπάρχει ρευστότητα στην αγορά, δημιουργούνται νέες δυνατότητες για περαιτέρω ανάπτυξη του ανταγωνισμού, ενώ πλέον και οι παραγωγοί δεν θα εξαρτώνται μόνο από την προημερήσια αγορά, θα έχουν πρόσβαση σε νέα προϊόντα, θα μπορούν να αντισταθμίσουν το ρίσκο και εν τέλει να προσφέρουν ακόμα καλύτερες τιμές στη λιανική, αυξάνοντας τα περιθώρια επιλογών και τις ευκαιρίες για τους καταναλωτές.