Δύσκολο προμηνύεται και το εφετινό καλοκαίρι για τους Έλληνες καταναλωτές ηλεκτρικού ρεύματος. Το χθεσινό ατύχημα στο εργοστάσιο παραγωγής της Πτολεμαΐδας θα επιβαρύνει περαιτέρω μια ήδη οριακή κατάσταση από πλευράς προσφοράς. Τα «μπλακ-άουτ», που έτσι κι αλλιώς περιμέναμε, θα πληθύνουν και το χειρότερο είναι πως αυτή η κατάσταση χρόνο με τον χρόνο επιδεινώνεται. Οι καταναλωτικές ανάγκες αυξάνουν και το χάσμα μεταξύ προσφοράς και ζήτησης μεγαλώνει. Επενδύσεις στη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού δεν γίνονται ούτε στην παραγωγή, ούτε στη διανομή. Αλλά και η απελευθέρωση στον τομέα της ενέργειας δεν έχει προχωρήσει, ώστε να αποφορτίσει μέρος της ζήτησης. Πλήρης, λοιπόν, ακινησία. Η κλασική οικονομική θεωρία διδάσκει ότι οποτεδήποτε υπάρχει ανισορροπία προσφοράς και ζήτησης ο μηχανισμός των τιμών διορθώνει τα κακώς κείμενα. Το γεγονός δηλαδή ότι η ζήτηση αυξάνεται και η προσφορά παραμένει σταθερή δείχνει ότι η τιμή είναι χαμηλή για πέραν της αγοράς λόγους: είναι μια πολιτική επιλογή που γίνεται με καθαρά κοινωνικά κριτήρια. Αυτό, όμως, αποτρέπει τις επενδύσεις των ιδιωτών και ενισχύει τη ζήτηση των καταναλωτών. Υπάρχουν όμως και άλλες παθογένειες. Τα σχέδια για προώθηση των εναλλακτικών πηγών ενέργειας καρκινοβατούν χρόνια, εξαιτίας και των αντιδράσεων τοπικών κοινωνιών στην ανάπτυξη αιολικών πάρκων. Από την άλλη, τα κτίρια της χώρας είναι «ενεργειακά κοφίνια». Ήδη η χώρα μας είναι υπόλογη στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, διότι δεν προωθήθηκε καθόλου η οδηγία περί ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων και ουδείς γνωρίζει πόσα σπαταλάμε για φωτισμό, ψύξη, θέρμανση. Επιπλέον μεγάλες απώλειες έχει και το γερασμένο δίκτυο της ΔΕΗ. Τα παραπάνω δείχνουν ότι το πρόβλημα για την ενεργειακή επάρκεια της χώρας είναι τεράστιο και σύνθετο. Απαιτεί ολοκληρωμένη στρατηγική για την αντιμετώπισή του. Πρέπει επίσης να ληφθούν άμεσα μέτρα. Έστω αυτά τα λίγα που έχει θεσπίσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. (Καθημερινή, 29/6/06)