Του Κ. Ν. Σταμπολή
Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Α.Π.Ε.) ορίζονται οι μη ορυκτές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως η αιολική ενέργεια, η ηλιακή ενέργεια, η ενέργεια κυμάτων, η παλιρροϊκή ενέργεια, η βιομάζα, τα αέρια που εκλύονται από χώρους υγειονομικής ταφής και από εγκαταστάσεις βιολογικού καθαρισμού, τα βιοαέρια, η γεωθερμική ενέργεια, η υδραυλική ενέργεια που αξιοποιείται από υδροηλεκτρικούς σταθμούς. Μετά από μία μακρά περίοδο συζητήσεων, δημοσίων και μη διαβουλεύσεων, αψιμαχιών έως και εσωκομματικών ρήξεων (βλέπε απομάκρυνση τ. Υφυπουργού ΥΠΑΝ κ. Γ.Σαλαγκούδη) ο νέος νόμος για τις ΑΠΕ ψηφίστηκε τελικά από την ολομέλεια της βουλής στις 6 Ιουνίου. Και ενώ το νέο αυτό νομοθέτημα που έγινε αφορμή για εκτενείς παρασκηνιακές κινητοποιήσεις, συνεχείς τριβές και έντονο προβληματισμό τους τελευταίους 18 μήνες ολοκληρώθηκε και αποτελεί πλέον νόμο του κράτους - η καθυστέρηση του είχε ακόμη συμβάλλει και σε συνωμοσιολογικές θεωρίες περί της πλήρους δήθεν αντίθεσης της κυβέρνησης στις ΑΠΕ και άντ’ αυτών προώθησης αποκλειστικά συμβατικών μορφών ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης και της πυρηνικής (όχι ότι θα έβλαπτε) – τόσο οι λαλίστατοι κατά τα άλλα ακτιβιστές «οικολόγοι», το όνειρο των οποίων για περισσότερη πράσινη ενέργεια γίνεται τώρα πραγματικότητα, όσο και η ίδια η κυβέρνηση για αδιευκρίνιστους λόγους, απεφάσισαν την πλήρη σιωπή ως να επρόκειτο για την διεκπεραίωση μιας ακόμη τροποποίησης ρουτίνας επί φορολογικού νομοσχεδίου. Ο νέος νόμος για τις ΑΠΕ αναμφισβήτητα αποτελεί μία σημαντική εξέλιξη για τον χώρο των ήπιων μορφών ενέργειας και σαφή βελτίωση έναντι όλων των προηγούμενων νομοθετημάτων και συναφών διατάξεων τις οποίες και αντικαθιστά, κυρίως δε τον ουσιώδη, ιστορικό αλλά ξεπερασμένο για την νέα πραγματικότητα Ν. 2244/94 αλλά και άλλες εξίσου σοβαρές νομολογίες όπως λ.χ. ο Ν. 3175/2003. Στόχος του νέου νόμου είναι η συνολική αντιμετώπιση των ΑΠΕ αλλά και της συμπαραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας, και Θερμότητας (ΣΗΘ), η συμβολή της οποίας στην αντιμετώπιση των σύγχρονων ενεργειακών προκλήσεων αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία. Η Εμμονή της Γραφειοκρατίας Παρά το γεγονός ότι ο νέος νόμος δεν απαλείφει την εκτενή γραφειοκρατία και την αναπόφευκτη συνδιαλλαγή με τις υπηρεσίες του δημοσίου και τους ΟΤΑ, εν τούτοις καθιστά πιο βατή και χρονικά ελέγξιμη την όλη αδειοδοτική διαδικασία έτσι ώστε οι σοβαρές εταιρείες του χώρου, που διαθέτουν οργάνωση, γνώση και εξειδικευμένα στελέχη, να μπορούν ακολουθώντας τα προβλεπόμενα βήματα να αποκτήσουν σε λογικό χρονικό διάστημα την απαιτούμενη Άδεια Παραγωγής και ακολούθως την Άδεια Εγκατάστασης. Επίσης, ο νέος νόμος, εισάγει για πρώτη φορά στην Ελληνική αγορά το σύστημα των εγγυημένων τιμών αγοράς ηλεκτρικού ρεύματος από το δίκτυο (τα γνωστά στην Ευρώπη feed in tariffs) για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά (φ/β) συστήματα τα οποία και πριμοδοτεί, προφανώς εις βάρος των άλλων μορφών ΑΠΕ. Η γενική εντύπωση που αποκομίζει ένας καλοπροαίρετος παρατηρητής ομιλώντας με παράγοντες της βιομηχανίας ΑΠΕ στην Ελλάδα είναι ότι ενώ η κυβέρνηση είχε μία μοναδική ευκαιρία, μέσω του νέου νομοσχεδίου, να προχωρήσει σε πραγματικές τομές απλοποιώντας ουσιαστικά, και όχι δυνητικά, την αδειοδοτική διαδικασία εισάγοντας λογικά και λειτουργικά κριτήρια αξιολόγησης τα οποία θα οδηγούν σε πρακτικές και αντί-γραφειοκρατικές λύσεις, επέλεξε τον δρόμο της μέσης οδού – υποκύπτοντας στην ουσία στην παντοκρατορία των πάσης φύσεως εθνικών η τοπικών μανδαρίνων. Σε ορισμένες δε περιπτώσεις όπως αυτή των περιβαλλοντικών αδειών το νέο νομοσχέδιο, που εισάγει για πρώτη φορά την ιδέα της Προμελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Π.Π.Ε) δυσκολεύει και καθυστερεί αδικαιολόγητα την αδειοδότηση χωρίς κάποιο απτό όφελος για το κράτος ή τις τοπικές κοινωνίες. Μάλιστα η έκδοση υπουργικής απόφασης από τον Υπουργό Ανάπτυξης δηλ. δέκα ημέρες πριν ψηφισθεί το νέο νομοσχέδιο στις 26/5, αναφορικά με περιβαλλοντικά αδειοδοτικά θέματα περιπλέκει περαιτέρω τα πράγματα αφού αυτή δεν ενσωματώνει δύο θετικά σημεία του νόμου: (α) την κεντρικοποίηση και συντονισμό της αδειοδοτικής διαδικασίας και, (β) την ταύτιση της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων με την έγκριση επέμβασης σε δασικές εκτάσεις. (πχ. σχεδόν όλα τα αιολικά πάρκα βρίσκονται σε δασικές εκτάσεις). Αύξηση του Κόστους Αδειοδότησης, Εκκρεμότητες στα Δίκτυα Οι περισσότεροι παραγωγοί ΑΠΕ, που ασχολούνται ενεργά με επενδύσεις στον κλάδο, συμφωνούν ότι ενώ το νομοσχέδιο μέσω του χρονικού ορίου των δύο ετών που θέτει για την έκδοση άδειας εγκατάστασης επιχειρεί να βάλει ένα τέλος στην απαράδεκτη «αγορά» αδειών που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία 5 χρόνια, με την εισαγωγή της ΠΠΕ δημιουργείται μεγάλο κενό νεκρού χρόνου που απαιτεί η αξιολόγηση της, διάστημα κατά το οποίο ο επενδυτής ευρίσκεται ουσιαστικά εγκλωβισμένος στα γρανάζια της γραφειοκρατίας αδυνατώντας να προχωρήσει στο επόμενο βήμα. Σε κάθε περίπτωση, παρατηρούν οι ανωτέρω παράγοντες, ο νέος νόμος θέτει τον πήχυ αρκετά υψηλότερα για τους επενδυτές αφού στην ουσία αυξάνει τις απαιτήσεις για την υποβολή αίτησης άδειας παραγωγής με την (α) απαίτηση για προετοιμασία ΠΠΕ και ακολούθως την εκπόνηση πλήρους Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και , (β) διενέργεια μετρήσεων, τουλάχιστον για 12 μήνες, από πιστοποιημένο φορέα. Τα ανωτέρω συμβάλλουν σοβαρά στην αύξηση του κόστους και του χρόνου προετοιμασίας για την υποβολή αίτησης για άδεια παραγωγής ενώ δημιουργούν ένα περιβάλλον αβεβαιότητας για τον επενδυτή αφού η αδειοδοτούσα αρχή, η ΡΑΕ, δεν είναι βέβαιον ότι συναινεί πάντοτε με τις υποβαλλόμενες προτάσεις, κάτι όμως που δεν θα γίνεται πλέον άμεσα γνωστό όπως σήμερα, αλλά μετά από την παρέλευση μηνών ή ετών και αφού ο ενδιαφερόμενος επενδυτής θα έχει ξοδέψει σοβαρά ποσά προετοιμάζοντας την αίτησή του. «Ενώ ο νέος νόμος αποθαρρύνει τις ευκαιριακές επενδύσεις δεν παρέχει την ασφάλεια που επιθυμεί ένας σοβαρός επενδύτής για τον ορθολογικό σχεδιασμό του έργου», αναφέρει μεταξύ άλλων ο κ. Κώστας Φιλιππίδης, ένας από τους πλέον πεπειραμένους μηχανικούς και πρωτεργάτης αιολικών εγκαταστάσεων στην Ελλάδα. Χαρακτηριστικές είναι και οι θέσεις του κατ’ εξοχήν επιστημονικού φορέα της αιολικής ενέργειας στην Ελλάδα, της Ελληνικής Εταιρείας Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ). Ο πρόεδρος της κ. Γιάννης Τσιτουρίδης παρατηρεί ότι «ο νέος νόμος για τις ΑΠΕ είναι ακόμα ένα νομοθέτημα όπου χάνεται η ευκαιρία ν’απογειωθούν οι ΑΠΕ. Λύνει κάποια προβλήματα, δεν λύνει αλλά δυστυχώς όμως δημιουργεί αρκετά νέα». Άλλοι παράγοντες κρίνουν ακόμα πιο αυστηρά το νέο νόμο αφού αυτός δεν κάνει ουδεμία αναφορά, στο υπό μελέτη, Ειδικό Χωροταξικό Σχεδιασμό, (που εδώ και 18 μήνες προετοιμάζει το ΥΠΕΧΩΔΕ) και ο οποίος είναι απαραίτητος για να καθοριστούν με ακρίβεια οι επιτρεπτές ζώνες εγκατάστασης μονάδων ΑΠΕ ανά την επικράτεια, ώστε ν’ αποφεύγονται οι συνηθισμένες προσφυγές στο συμβούλιο της Επικρατείας, οι οποίες καθυστερούν ή και «μπλοκάρουν» δια παντός ορισμένα έργα. Προς αυτήν την κατεύθυνση συνηγορεί εξάλλου και πρόσφατη (16/6) γνώμη της ΟΚΕ η οποία μεταξύ άλλων αναφέρει: «Η προώθηση, ωστόσο, του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης θα συνέβαλε στην μερική αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών, με τον καθορισμό λ.χ. περισσότερο συγκεκριμένων κριτηρίων για τη σχέση ΑΠΕ – δασών ή ΑΠΕ – αρχαιολογικών χώρων, ο οποίος, προϋποθέτει τη συμφωνία των αντίστοιχων υπηρεσιών και, συνεπώς, σχετικές διαβουλεύσεις. Από την άλλη πλευρά, τα προβλήματα που συνδέονται με το χωροταξικό σχεδιασμό προϋποθέτουν, σε κάθε περίπτωση και ανεξάρτητα από το προηγούμενο σημείο, την ολοκλήρωση και θεσμοθέτηση ενός λειτουργικού Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις ΑΠΕ ή εναλλακτικά, την αναμόρφωση της πλειονότητας των υφιστάμενων 12 Περιφερειακών Πλαισίων». Ο Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Παραγωγών Ενέργειας από ΑΠΕ (EREF) Δρ. Νίκος Βασιλάκος μιλώντας αποκλειστικά στην «Καθημερινή» πολύ εύστοχα παρατηρεί: «Η χρησιμότητα και η αποτελεσματικότητα του νέου νόμου θα κριθούν στην πράξη, και μάλιστα μέσα στους αμέσως επόμενους μήνες, όταν και θα δρομολογηθεί η πρώτη εφαρμογή της νέας αδειοδοτικής διαδικασίας έργων ΑΠΕ που θεσμοθετήθηκε με τον υπ’ όψη νόμο και τις συναφείς με αυτόν ΚΥΑ 104247 & 104248/25.05.2006. Ο χειρισμός κρίσιμων αδειοδοτικών θεμάτων, όπως είναι τα κριτήρια και ο τρόπος αξιολόγησης νέων και εκκρεμουσών αιτήσεων αδειών παραγωγής (ιδιαίτερα των πρόσφατα υποβληθέντων «επιχειρηματικών σχεδίων ΑΠΕ μεγάλης κλίμακας»), οι γνωμοδοτήσεις των πολυάριθμων φορέων στο πλαίσιο της προκαταρκτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης και αξιολόγησης, η τήρηση των διαφόρων χρονικών προθεσμιών που θέτει ο νέος νόμος και οι σχετικές ΚΥΑ, κ.α., θα αποτελέσει βασικό παράγοντα που θα κρίνει τελικά την επιτυχή ή μη διάρθρωση και εφαρμογή του νέου νόμου. Εν τω μεταξύ, οι δύο μείζονες «πληγές» της ανάπτυξης των ΑΠΕ στην Ελλάδα, δηλαδή η απουσία εθνικού χωροταξικού πλαισίου για τις ΑΠΕ και η έλλειψη ηλεκτρικών δικτύων επαρκούς μεταφορικής ικανότητας στις περιοχές υψηλού δυναμικού ΑΠΕ, συνεχίζουν επ’ αόριστον να είναι ανοιχτές, υπονομεύοντας καθοριστικά την όποια θετική στόχευση και προσπάθεια του νέου νόμου.» Οι Καινοτομίες του Νέου Νόμου Πέρα από την κριτική που εύλογα προσελκύει ένα σύνθετο νομοθέτημα 29 συνολικά άρθρων, θα ήτο χρήσιμο να συνοψίσουμε τις καινοτομίες που εισάγει, οι οποίες εκτιμάται ότι θα διαμορφώσουν νέες συνθήκες και θα δημιουργήσουν ακόμα και νέες αγορές όπως στην περίπτωση των φωτοβολταϊκών και της συμπαραγωγής. Στα θετικά του νομοσχεδίου καταγράφονται τα εξής: – Αύξηση της διάρκειας σύμβασης επένδυσης ηλεκτρικής ενέργειας για μονάδες ΑΠΕ, από 10 χρόνια που ισχύει σήμερα, σε 20 χρόνια με μονομερή δήλωση του παραγωγού – Ανάκληση της Άδειας Παραγωγής εάν εντός 24 μηνών (και σε ορισμένες περιπτώσεις 36 μηνών) από την χορήγησή της δεν έχει εκδοθεί η Άδεια Εγκατάστασης. – Αύξηση ορίων απαλλαγής για έκδοση άδειας παραγωγής π.χ. για τα φ/β το όριο ορίζεται σε 150kw, για την Γεωθερμία σε 500kw, για τη βιομάζα σε 100kw, 20 έως 50kw για αιολικά ανάλογα με την τοποθεσία. – Ενισχύει την δημιουργία υβριδικών συστημάτων και προωθεί τα συστήματα συμπαραγωγής – Άρει τα όρια στην προτεραιότητα κατανομής φορτίων. Άρα κάθε σταθμός ΑΠΕ ανεξαρτήτως ισχύος έχει προτεραιότητα πρόσβασης στο δίκτυο μέσα από την κατανομή φορτίου του ΔΕΣΜΗΕ, ή της ΔΕΗ στην περίπτωση των νήσων. – Αποσύνδεση των feed in tariffs από τα τιμολόγια της ΔΕΗ. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό στην περίπτωση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά τα οποία ενισχύονται πλουσιοπάροχα (βλέπε πίνακα) – Θέσπιση συστήματος εγγύησης προέλευσης ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ΑΠΕ (βοηθάει στην δημιουργία πράσινων πιστοποιητικών) – Πρόβλεψη ευνοϊκών όρων για την συμμετοχή συλλογικών τοπικών φορέων και μη κερδοσκοπικών οργανισμών στην παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ. Μικρή η Συμμετοχή των ΑΠΕ στο Ελληνικό Ενεργειακό Ισοζύγιο Σήμερα οι ΑΠΕ, παρά την σημαντική ανάπτυξη αιολικών και ηλιακών εφαρμογών τα τελευταία χρόνια, συμβάλλουν κατ’ ένα πολύ μικρό μέρος στην κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της χώρας. Έχει υπολογιστεί ότι το ποσοστό κάλυψης από ΑΠΕ της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης της χώρας δεν υπερβαίνει το 5,5%. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ) η εκτίμηση ικανότητας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τις ΑΠΕ, στο τέλος του 2005, έφτανε τα 3,739 MW. Επομένως, η ικανότητα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας των ΑΠΕ (και μεγάλων ΥΗΣ) που αναπτύχθηκαν στη χώρα μας μέχρι το τέλος του 2005 εκτιμάται στο 11,1% της συνολικής ζήτησης/κατανάλωσης. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με την Οδηγία 2001/77/EC στόχος για τη χώρα είναι το 20,1% για το 2010. Οι αιτήσεις που υποβλήθηκαν στη ΡΑΕ για Άδεια Παραγωγής μέχρι τον Φεβρουάριο 2006 καλύπτουν ισχύ 25.508 MW (βλέπε εμπόριο αδειών) ενώ έχουν χορηγηθεί Άδειες Παραγωγής για 5.004 Mw ενώ υπάρχουν άδειες εγκατάστασης μόνο για 1.035,5 MW συνολικά και ένα μικρό μέρος αυτών είναι υπό κατασκευή. Η μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ στα ηλεκτρικά δίκτυα στις επόμενες δεκαετίες, η αξιοποίηση των ΑΠΕ για παραγωγή και χρήση θερμότητας και η παραγωγή βιοκαυσίμων για τις μεταφορές αποτελούν στρατηγικούς στόχους της ΕΕ προς βιώσιμα ενεργειακά συστήματα και περιορισμό της εξάρτησης από εισαγωγές. Στη Λευκή Βίβλο (1997) η στρατηγική της ΕΕ και το σχέδιο δράσης έχουν στόχο την αύξηση συμμετοχής των ΑΠΕ από 5,4% το 1997 στο 12% επί του συνόλου της ενεργειακής κατανάλωσης/πρωτογενείς πηγές ενέργειας (στην ΕΕ-15) για το 2010. Για την προώθηση των βιοκαυσίμων στις μεταφορές ενδεικτικός στόχος είναι 2% για το 2005 και 5,75% για το 2010 (Οδηγία 2003/30/EC). Σύμφωνα με την Οδηγία 2001/77/EC τα κράτη μέλη πρέπει να εξασφαλίσουν καλύτερη πρόσβαση και σύνδεση στα δίκτυα για τις ΑΠΕ και να διευκολύνουν τις σχετικές διαδικασίες αδειοδότησης. Κάθε κράτος-μέλος επιλέγει τον επιθυμητό μηχανισμό υποστήριξης των εφαρμογών στις ΑΠΕ για την επίτευξη του στόχου. Οι μηχανισμοί υποστήριξης που αναπτύχθηκαν στα κράτη-μέλη αναφέρονται στις απευθείας επιδοτήσεις μέσω υπουργικών νόμων και κοινοτικών προγραμμάτων στα τιμολόγια αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από τις ΑΠΕ (feed-in tariff), στo σύστημα των πράσινων πιστοποιητικών, στο σύστημα των Διαγωνισμών, και σε φορολογικά κίνητρα. «Πέρα όμως από τις νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις χρειάζεται όραμα και στρατηγική για την αξιοποίηση των ΑΠΕ στη χώρα», παρατηρεί ο κ. Γιάννης Χατζηβασιλειάδης, μηχανολόγος-ηλεκτρολόγος, παλαιό στέλεχος της ΔΕΗ, υπεύθυνος για πρωτοποριακές ηλιακές και αιολικές εφαρμογές και σήμερα πρόεδρος της επιτροπής ΑΠΕ του ΙΕΝΕ. «Η σχετικά υψηλή αποδοχή της Ελληνικής κοινωνίας για αξιοποίηση των ΑΠΕ και οι προσδοκίες για καλύτερο περιβάλλον αποτελούν μια ισχυρή βάση για την ανάπτυξή τους με το κατάλληλο νομοθετικό πλαίσιο. Σε αυτή την προσπάθεια μπορούν να συμμετέχουν όλοι οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές, από τον οικιακό καταναλωτή ενέργειας, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις ως και τις μεγάλες επενδυτικές επιχειρήσεις εγχώριες ή ξένες» συμπληρώνει ο κ. Γιάννης Χατζηβασιλειάδης. Παρά το γεγονός ότι η χώρα μας είναι ιδιαίτερα προικισμένη με άφθονη ηλιακή και αιολική ενέργεια, ακόμα δε γεωθερμία, υδατοπτώσεις και πλούσια γεωργική παραγωγή (βλέπε βιομάζα) η παραγωγή θερμικής ή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, με εξαίρεση τα ηλιακά θερμικά συστήματα, παραμένει σε απαράδεκτα χαμηλά επίπεδα. Άλλες χώρες με απείρως δυσμενέστερες κλιματολογικές συνθήκες (βλ. Γερμανία, Αυστρία, Δανία) έχουν εντάξει τις ΑΠΕ στον κεντρικό οικονομικό και πολιτικό σχεδιασμό τους με αποτέλεσμα την παραγωγή αξιόλογων ποσοστών ενέργειας και την άνθηση συναφούς βιομηχανίας. Και όμως στην Ελλάδα θα μπορούσαν τα πράγματα να είναι τελείως διαφορετικά εάν οι ΑΠΕ εγίνοντο αποδέκτες και προωθούντο συνειδητά και όχι επιφανειακά, από την πολιτική ηγεσία σε συγκρίσιμο ή και μεγαλύτερο επίπεδο εμβέλειας και προτεραιότητας από τους πανάκριβους Ολυμπιακούς Αγώνες. Η μεν Ολυμπιάδα του 2004 ήρθε και παρήλθε ανεπιστρεπτί, (οι ΑΠΕ τότε δεν είχαν καν υιοθετηθεί ως ιδέα παρά το γεγονός ότι είναι εκ φύσεως προερχόμενες και άρα απόλυτα συνυφασμένες με το Ολυμπιακό ιδεώδες!) η παραγωγή ενέργειας όμως είναι συνεχής και διαρκώς αυξανόμενη από πλευράς όγκου και κόστους. Η Ελλάδα είχε και έχει μία μοναδική ευκαιρία να πρωτοστατήσει σε διεθνές επίπεδο και ν’ αναπτύξει σε εθνική βάση και σε μεγάλη κλίμακα τις ΑΠΕ. Γιατί να μη τεθούν φιλόδοξοι στόχοι, π.χ. κάλυψη των εθνικών ενεργειακών αναγκών έως και 30% από ΑΠΕ την προσεχή 10ετία; Ο νέος νόμος αποτελεί ένα μικρό βήμα μπροστά, συνέχεια προηγούμενων προσπαθειών. Θα χρειασθεί να γίνουν ακόμη πολλά, πάρα πολλά βήματα τα οποία όμως πρέπει να βασίζονται στην «κοινή λογική» και να διευκολύνουν, όχι να δυσκολεύουν, τον παραγωγό ή χρήστη των ΑΠΕ.