Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου
Θα μπορούσε να μιλήσει κανείς και για πολιτική σχιζοφρένεια: H Τουρκία είναι μια χώρα με ισλαμική κυβέρνηση, που προεδρεύει της Οργάνωσης Ισλαμικής Διάσκεψης, ρίχνει γέφυρες στην Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν, βαρύνεται από μία δολοφονία και τρεις δολοφονικές απόπειρες κατά Χριστιανών ιερέων μέσα σε λίγους μήνες και καταγγέλλεται από την «Γουόλ Στριτ Τζόρναλ» για «καθημερινά, ακραία κηρύγματα αντιαμερικανικού και αντιεβραϊκού μίσους... που ακόμη και ο Γκέμπελς θα είχε, πιθανότατα, αποκηρύξει, ως χοντροκομμένα». Ωστόσο, η ήκιστα φιλική προς τον μουσουλμανικό κόσμο κυβέρνηση Μπους ασκεί φορτικές πιέσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση να δεχθεί αυτή την Τουρκία στους κόλπους της, κάτι που αναμενόταν να υπογραμμισθεί με εμφαντικό τρόπο και κατά τη χθεσινή συνάντηση Ράις - Γκιουλ στην Ουάσιγκτον. «Οι Αμερικανοί θέλουν σώνει και καλά να μας βάλουν να παντρευτούμε την... ερωμένη τους», σχολίαζε σχετικά ευρωπαϊκή διπλωματική πηγή. Τα κίνητρα είναι προφανή: Μακροπρόθεσμα, η ένταξη αυτής της Τουρκίας θα σημάνει την οριστική χρεωκοπία του γαλλογερμανικού σχεδίου για πολιτική ολοκλήρωση της Ευρώπης και τον θρίαμβο της βρετανικής στρατηγικής για μια χαλαρή ζώνη ελευθέρων συναλλαγών. Βραχυπρόθεσμα, οι Αμερικανοί επιδιώκουν να κατευνάσουν την οργή της Τουρκίας για το κουρδικό «Κοσσυφοπέδιο» που δημιούργησαν, στο μαλακό υπογάστριό της, με την εκστρατεία–φιάσκο στο Ιράκ. Το πρόβλημα είναι ότι, για μία ακόμη φορά, τα ελληνικά και κυπριακά συμφέροντα κινδυνεύουν να γίνουν «παράπλευρες απώλειες» των αμερικανοβρετανικών προτεραιοτήτων. Η άρνηση της Άγκυρας να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία, ακόμη και να υπογράψει το Πρωτόκολλο τελεωνειακής σύνδεσης, σε συνδυασμό με την παγερή επιφυλακτικότητα ισχυρών ευρωπαϊκών κρατών έναντι της τουρκικής υποψηφιότητας, φέρνουν πιο κοντά το ενδεχόμενο της «κόκκινης κάρτας» των Βρυξελλών στο κρίσιμο ραντεβού του Οκτωβρίου. Προκειμένου να αποφύγουν αυτό το ενδεχόμενο, Ουάσιγκτον και Άγκυρα σε πλήρη συντονισμό επιδιώκουν να δοθεί μια επίφαση «διπλωματικής κινητικότητας» στο Κυπριακό, ώστε να στραφεί η πίεση προς την πλευρά του προέδρου Παπαδόπουλου. Το περίεργο είναι ότι οι κινήσεις αυτές φαίνεται να βρίσκουν απήχηση στο γνωστό «συνασπισμό προθύμων» των Αθηνών, που υποστηρίζει ως αυτονόητο, ωσάν να επρόκειτο για αξίωμα της Ευκλείδειας Γεωμετρίας, ότι είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας να μη διακοπεί σε οποιαδήποτε περίπτωση η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, ακόμη κι αν αυτή αρνηθεί να σεβαστεί τις ελάχιστες συμβατικές υποχρεώσεις της έναντι της Κύπρου και της Ευρώπης. Επιτέλους, οι Αμερικανοί μπορεί να ελπίζουν ότι θα πείσουν ορισμένους Ευρωπαίους να «αποκαταστήσουν την ερωμένη τους». Αλλά δεν δικαιούνται να ζητούν από την Κύπρο να παντρευτεί τον βιαστή της. (Καθημερινή, 6/7/06)